Το λογότυπο του περιοδικού.
Το τεύχος 135 εγκαινιάζει μια σειρά αφιερωμάτων στις ξένες αρχαιολογικές σχολές οι οποίες έχουν παράρτημα στην Ελλάδα, παρουσιάζοντας το έργο της Γαλλικής Σχολής Αθηνών, της παλαιότερης όλων. Έρχεται μάλιστα σε μια σημαδιακή στιγμή — την πλέον ταιριαστή, όπως φαίνεται. Αυτή την άνοιξη γιορτάζουμε τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση, η οποία υπήρξε η αφορμή να εγκατασταθούν επίσημα στη χώρα μας οι λάτρεις και μελετητές του ελληνικού πολιτισμού από άλλες χώρες.
Αυτό είναι ένα τεύχος φιλίας. Φιλίας ανάμεσα σε έθνη, φιλίας ανάμεσα σε ανθρώπους. Όλο το τεύχος έχει μεταφραστεί από τα γαλλικά από τη φίλη μου, Κατερίνα Γούλα. Η αγάπη για τη γαλλική γλώσσα ένωσε τους δρόμους μας πριν από πολλά χρόνια. Σήμερα διαπιστώνω πόσο σπουδαίο δώρο είναι να έχει κανείς στη ζωή του ανθρώπους με τους οποίους να επιζητά συνεχώς το κοινό έδαφος, με απόλυτο σεβασμό πάντα στην αμοιβαία ελευθερία.
Ο φίλος μάς βλέπει καθαρά. Η ματιά του είναι απαλλαγμένη από τις προσδοκίες που έχουν από εμάς όσοι βρίσκονται πιο κοντά στον πυρήνα της ζωής μας. Η ευημερία μας είναι το τέλος των προσδοκιών του.
Ας γίνει εδώ μια μνεία σε όλους αυτούς τους οποίους ξεχωρίζουμε και μας ξεχωρίζουν απ’ τον υπόλοιπο κόσμο, βλέπουμε αμφότεροι αυτό που είναι ο άλλος και το αγκαλιάζουμε. Ας γίνει μια μνεία στη φιλία την ίδια.
H Veronique Chankowski (φωτ.: EFA, Ειρήνη Μίαρη).
Παθιασμένη με τη μελέτη της αρχαίας Ελλάδας, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Λυόν 2, δεν εγκατέλειψε ποτέ την αγαπημένη της Γαλλική Σχολή Αθηνών με την οποία την συνδέουν παλιοί δεσμοί. Η επιπρόσθετη ικανότητά της στον συντονισμό διεθνών προγραμμάτων σμίλεψαν μια ιδανική υποψηφιότητα για τη διεύθυνση της πρώτης ξένης Σχολής που εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα. Μια μεγάλη Σχολή με αδιαμφισβήτητο γόητρο. Μια παγιωμένη ελληνογαλλική σχέση σφυρηλατημένη μέσα από τις περιπέτειες της ιστορίας.
Η κρίση του Πάρη. Ψηφιδωτό δάπεδο (μάρμαρο, ασβεστόλιθος και υαλόμαζα), από την Οικία με το Αίθριο στην Αντιόχεια επί Ορόντου (σημερινή Αντάκυα, Τουρκία), περ. 115-150 μ.Χ. Ύψος: 1,86 μ., πλάτος: 1,86 μ. Παρίσι, Λούβρο. Φωτ.: © 2013 Musée du Louvre / Thierry Ollivier.
Αφροδίτη της Μήλου, Νίκη της Σαμοθράκης. Το σημερινό Τμήμα Ελληνικών, Ετρουσκικών και Ρωμαϊκών Αρχαιοτήτων του Λούβρου ιδρύθηκε το 1793 και καλύπτει το σύνολο του ελληνορωμαϊκού κόσμου της Μεσογείου. Πρόκειται για μια από τις ωραιότερες και πιο ολοκληρωμένες συλλογές αρχαίας ελληνικής τέχνης. Οι αρχαιολογικές αποστολές από τον 19ο αιώνα το εμπλουτίζουν κυρίως με τμήματα αρχιτεκτονικών γλυπτών. Το ιστορικό της συγκρότησης του Τμήματος μάς το αφηγείται ο πλέον αρμόδιος, ο ίδιος ο διευθυντής του Μουσείου του Λούβρου.
Το λογότυπο της Γαλλικής Σχολής Αθηνών.
Οι αποστολές της Γαλλικής Σχολής Αθηνών από την ίδρυσή της έως σήμερα.
Ο Ναός του Διός στον Στράτο της Ακαρνανίας που ανασκάφηκε από τον A. Joubin (Απρ.–Ιούλ. 1892) / EFA 2806.
Η Γαλλική Σχολή Αθηνών είναι κυρίως γνωστή για τις μεγάλες ανασκαφές που έχει πραγματοποιήσει στη Δήλο, στους Δελφούς, στη Θάσο, στους Φιλίππους και στα Μάλια. Αυτές οι μεγάλες επιχειρήσεις επισκιάζουν πολυάριθμες έρευνες, λιγότερο λαμπερές εκ πρώτης όψεως, πολύ χαρακτηριστικές όμως της προσήλωσης του ιδρύματος στις ποικίλες και άγνωστες όψεις του ελληνισμού. Αυτές οι έρευνες εκτός των μεγάλων αρχαιολογικών χώρων μαρτυρούν επίσης την πρωτοκαθεδρία της «αυτοψίας» ή της έρευνας πεδίου στις αποστολές των επιστημονικών μελών της Σχολής.
Η τούμπα του Ντικιλί Τας. Σε πρώτο πλάνο, το ρωμαϊκό ταφικό μνημείο (φωτ.: Pascal Darcque).
Το χρονικό των ανασκαφών μιας γαλλοελληνικής συνεργασίας συμπλέκεται με την ιστορία μιας προϊστορικής τούμπας στην ανατολική Μακεδονία. Η τούμπα, που είναι από τις μεγαλύτερες στα Βαλκάνια και από τις θέσεις της Νεολιθικής εποχής με την παλαιότερη και την πιο σταθερή κατοίκηση, αναμένεται να απαντήσει και στα ερωτήματα που θέτει η νεολιθικοποίηση της περιοχής στο β΄ μισό της 7ης χιλιετίας π.Χ. Με ποιες τεχνογνωσίες έφτασαν οι πρώτοι αγρότες στην Ευρώπη;
Ακραιφία, Πτώιον: το μεσαίο άνδηρο μετά τις ανασκαφές. Φωτ.: EFA / M. Holleaux, 1891.
Οι επιστημονικές αποστολές στη Βοιωτία, στα τέλη του 19ου αιώνα, εύστοχα χαρακτηρίζονται ως η πρώτη «μεγάλη ανασκαφή» της Γαλλικής Σχολής. Οι πρώτοι ερευνητές, με συστηματικότητα και μεθοδικότητα, ανέσκαψαν, μελέτησαν και δημοσίευσαν —συχνά μετ’ εμποδίων— τα ευρήματά τους, ιδίως τις επιγραφές και τα γλυπτά. Οι αποστολές κατευθύνθηκαν στο Πτώιον, όπου βρίσκονται το ιερό και ο ναός του Απόλλωνα Πτώου, στις Θεσπιές, στην Κοιλάδα των Μουσών, στο Καστράκι, στην πόλη της Ακραιφίας.
Αεροφωτογραφία της περιοχής της Αμαθούντας από τα δυτικά, 1991. Φωτ.: P. Aupert / EFA (Φωτογραφικό αρχείο, Υ.1530).
Έπειτα από αιώνες εγκατάλειψης, ο οικισμός της Αμαθούντας (αρχές της 1ης χιλιετίας π.Χ.) οργανώθηκε γύρω από μια ακρόπολη, με το ιερό της Μεγάλης Θεάς στην κορυφή της και το βασιλικό ανάκτορο χτισμένο στα μισά του λόφου. Κυρίαρχη γλώσσα φαίνεται πώς ήταν η ετεοκυπριακή, χαρακτηριστική της Αμαθούντας κατά την Κλασική περίοδο. Γιατί η γλώσσα αυτή επιβίωσε μόνο στην Αμαθούντα; Είναι άραγε οι «ανυπότακτοι» Αμαθούσιοι οι απόγονοι του προελληνικού πληθυσμού του νησιού;
Μάλια. Αεροφωτογραφία του αρχαιολογικού χώρου, ο Βορράς αριστερά (G. Cantoro).
Στα Μάλια η Γαλλική Σχολή επικεντρώνεται στην επιφανειακή έρευνα της πεδιάδας, στην ανασύσταση του αρχαίου τοπίου και στη μελέτη και ανασκαφή διαφόρων κτηρίων στον αρχαιολογικό χώρο.
Στον Ανάβλοχο, μια κοινότητα στο λυκαυγές των πρώτων πόλεων, οι πρόσφατες αποστολές διερευνούν ταυτόχρονα χώρους κατοίκησης καθώς και ταφικούς και θρησκευτικούς χώρους.
Οι έρευνες στη Δρήρο ανέδειξαν την ελληνιστική φάση μιας ισχυρής πόλης, με μνημειακό πολιτικό κέντρο και με σημαντικό αστικό σύνολο.
Ψηφιδωτό από την Οικία των Προσωπείων: στην κεντρική σκηνή ο Διόνυσος ιππεύει πλαγίως έναν πάνθηρα ανάμεσα σε δύο Κενταύρους (© EFA).
Η Δήλος είναι ο μεγαλύτερος αρχαιολογικός χώρος της Ελλάδας και ταυτόχρονα το μικρότερο νησί της στο οποίο ιδρύθηκε πόλη−κράτος.
Η διαδρομή μας έχει ως σημείο εκκίνησης το δυτικό παραλιακό μέτωπο, την αγορά και το ιερό του Απόλλωνα. Η διαδρομή συνεχίζει με τις Συνοικίες της Λίμνης, του Σταδίου και του Ινωπού για να καταλήξει στον Κύνθο και στη Συνοικία του Θεάτρου.
Στις οικιστικές περιοχές και στην εμπορική ζώνη του δυτικού παραλιακού μετώπου, όλα τα σπίτια και όλα τα καταστήματα χτίστηκαν ή ανασκευάστηκαν ευρύτατα στο β΄ μισό του 2ου αιώνα π.Χ. ή στις πρώτες δεκαετίες του 1ου αιώνα π.Χ. Πολύ πιο σημαντική είναι η χρονολογική διαφοροποίηση των μνημείων που βρίσκονται εντός των ιερών αλλά και των δημοσίων κτηρίων που είναι διάσπαρτα στην πόλη. Στη Δήλο του 100 π.Χ., νεότερα σπίτια και εμπορικά κτήρια συνυπήρχαν με μια δημόσια αρχιτεκτονική κληρονομιά που είχε σωρευτεί από τον 6ο αιώνα π.Χ.