“Την αρχαιολατρία, άντε να την καταλάβουμε. Το όπου πατείς κι όπου βρεθείς στην Ελλάδα αρχαιολογικός χώρος είναι να το καταλάβουμε. Ομως πώς να καταλάβουμε και αυτή τη μανία να ονομάζουμε κάθε γκρέμι «υπόλειμμα πολιτιστικής κληρονομιάς» για να μην μπορούμε υποτίθεται να το αγγίξουμε και να το αφήνουμε να ρημάζει – αυτό σε μια χώρα που καταπατάει ανενόχλητη και ατιμώρητη ό,τι έχει σε φυσικό και πραγματικό πολιτιστικό πλούτο.
Παράδειγμα, οι προσφυγικές πολυκατοικίες της Λεωφόρου Αλεξάνδρας της Αθήνας που έχουν κηρυχτεί διατηρητέες ως «αντιπροσωπευτικά δείγματα του μοντέρνου αρχιτεκτονικού κινήματος του Μεσοπολέμου» και τόποι «ζωντανής ιστορίας», αφού στέγασαν πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία και ήταν «η πρώτη κατασκευή κοινωνικής κατοικίας». Ωραία και καλά αυτά. Αλλά να τα χαρακτηρίζουμε διατηρητέα διαβλέποντας αξία την οποία ίσως κάποιοι θα μπορούσαν να αμφισβητήσουν, για να τα αφήσουμε – ελέω γραφειοκρατίας και… μη βούλησης – να χαίνουν, σαν πληγές, σε μια πόλη που βαριανασαίνει πληγωμένη από χιλιάδες ασχημίες, δεν πάει πολύ;
Ας πάψουμε πια να υπερβάλλουμε στην – δήθεν, συνήθως – προστασία. Ας τα γκρεμίσουν, λοιπόν, αφού δεν τα κάνουν τίποτα. Μπας και τουλάχιστον αποκτήσει η ασφυκτική τούτη πόλη έναν μικρό πνεύμονα πρασίνου. Γιατί από τεκμήρια ιστορίας έχει να φάν’ κι οι κότες. Λογική τής λείπει…”
Τάδε έφη Φοίβη. Η γνωστή, αιρετική Φοίβη Αθηναίου των “Νέων” η οποία, ενοχλημένη προφανώς από την αδράνεια των παραγόντων του πολιτισμού σχετικά με την αξιοποίηση διαφόρων ιστορικών κτιρίων, προτείναι να τα …. κατεδαφίσουμε! Αν και πολύ αγαπάμε τη Φοίβη, εδώ δεν θα συμμεριστούμε την άποψή της.
Αρχικά, η κατεδάφιση των προσφυγικών της Αλεξάνδρας δεν θα σήμαινε απαραίτητα “πνεύμονα πρασίνου”. Μάλλον ένα ακόμη γυάλινο κτίριο με γραφεία θα σηκωνόταν, ή ένα ακόμη πολυόρωφο γκαράζ που θα ασχήμαινε κι άλλο το αστικό τοπίο.
Επίσης, το γκρέμισμα δεν είναι λύση όταν υπάρχει λύση. Που δεν είναι άλλη από την απλοποίηση των γραφειοκρατικών διαδικασιών για λήψη αδειών αξιοποίησης τέτοιων κτιρίων. Αν οι διαδικασίες ήταν απολούστερες, και χρήματα θα υπήρχαν, και διάθεση, και πράξη. Ας μη μένουμε στους αφορισμούς. Πράξεις χρειάζονται.