Δημοσιεύσεις
από Γεωργία Κακούρου-Χρόνη τ. Επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης
  Free Member
Χρήστος Μπουλώτης και Φωτεινή Στεφανίδη, από τις 31 Ιουλίου, στη Λήμνο
Εικαστική έκθεση στον πολυχώρο «Αποθήκη»
View all

Η Φωτεινή Στεφανίδη μεγάλωσε με τη ζωγραφική. Στο εργαστήρι του πατέρα της (επίσης σπουδαίου ζωγράφου, Γιάννη Στεφανίδη, και ιδρυτή, μαζί με τον αδελφό του, των εκδόσεων «Στεφανίδη») μυρίζει και ανακατεύει χαρτιά και χρώματα· με ορθάνοιχτες τις αισθήσεις στον άλλο της μεγάλο δάσκαλο, τη φύση, αναζητά τα προσωπικά της μονοπάτια. Από τα πέντε της κιόλας ανακαλύπτει το μελάνι της παπαρούνας, αυτής που σχεδόν πάντα, έστω κι αχνή με το μολύβι, ξεπηδά, απρόσκλητη, στις ζωγραφιές της.

Σ’ αυτό το μελάνι επιστρέφει για να σχεδιάσει με την ίδια αθωότητα και ειλικρίνεια του πεντάχρονου παιδιού το εξώφυλλο του «Καταλόγου» που συνοδεύει την έκθεση «Χρήστος και Φωτεινή. Λόγος και εικόνα. Εικαστική έκθεση στη Λήμνο. Φωτεινή Στεφανίδη, εικονογράφηση, χαρακτική, ζωγραφική από 28 συνεργασίες με τον Χρήστο Μπουλώτη, αναδρομή 1996-2019», στον πολυχώρο «Αποθήκη», στην Μύρινα της Λήμνου, στο παλιό λιμάνι, από τις 31 Ιουλίου έως τις 9 Αυγούστου 2019.

Μια «Πρόσκληση» παιχνίδι. Έπιασα τον εαυτό μου να μετρά: ένα δύο … είκοσι επτά, για να διαπιστώσω αν λείπει κάποιο βιβλίο από την αναδρομή· και μετά πήρα να διαβάζω τους τίτλους και να παρατηρώ ποια εικόνα, ως αντιπροσωπευτικότερη, διάλεξε η Φωτεινή από τις «παραμυθένιες ιστορίες» του Χρήστου. Κι όσο χαζεύω τις εικόνες ξεχνάω ποιος γράφει την «παραμυθένια ιστορία» και ποιος την ζωγραφίζει. Ο Χρήστος Μπουλώτης και η Φωτεινή Στεφανίδη μας χαρίζουν μια συνομιλία εκ βαθέων, αλλά την ίδια στιγμή αυθόρμητη, ανεπιτήδευτη και φυσική που μας κατακτά με την αλήθειά της. «Φοβάμαι όσους δεν διαβάζουν παραμύθια, τα παραμύθια κρύβουνε εφτάχορδη αλήθεια, ψυχούλα μου, καρδούλα μου και φως μου, κράτα γερά την κόκκινη κλωστή» (Χρήστος Μπουλώτης, «Του Έρωτα και των παραμυθιών – Τραγούδια», Ελληνικά Γράμματα, 2004).

Οι γάτοι του Χρήστου, όλοι ιδιαίτεροι δια χειρός Φωτεινής· στα δύσκολα τους σώζει το χιούμορ τους και οι περισσότεροι –εννοείται– κάτοικοι Μουσείων με διαπιστευτήρια λαμπρών αρχαιολόγων. Ο Κάδμος στο Μουσείο της Θήβας ανοίγει τον δρόμο στον γάτο Ξενοφώντα που ετοιμάζεται να μας υποδεχθεί στην Μύρινα, στον τόπο του (και πάλι εννοείται ότι ο γάτος Ξενοφών κατοικοεδρεύει στο Αρχαιολογικό Μουσείο Λήμνου).

Είναι πολύ γιορτινή η πρόσκληση, γι’ αυτό επί της υποδοχής έχουν αναλάβει καθήκοντα και οι άλλοι γατούληδες: Ο γάτος της οδού Σμολένσκη, ο Τζον Αφεντούλης, ο ρομαντικός γάτος του βυθού, ο ρακοσυλλέκτης γάτος Μπαμ-Μπουμ.

Όχι, δεν το παίρνει επάνω του με την τιμητική παράταξη ο Ξενοφών. Δεν μεγαλοπιάνεται ο γάτος Ξενοφών, γιατί επέλεξε να ζει στους δρόμους της καρδιάς του. Αγάπησε τα αρχαία αγγεία, τις ζωγραφιές τους, τις μυρουδιές που έφερναν τα λουλούδια απ’ τα παρτέρια και από τις αγγελικούλες του Μουσείου της Λήμνου. Είχε αδυναμία στα μικρά ζωάκια που έβλεπε στις προθήκες. Ευτυχώς που δεν ήταν παιδί, γιατί δεν θ’ άντεχε στον πειρασμό· θα τα ’παιρνε στα χέρια του να παίξει.

Ο Ξενοφών φοβάται, ότι έτσι που ανθρώπεψε, μην βάλει ιδέες στον σοβαρό αρχαιολόγο και αρχίσει κι εκείνος να μαζεύει, εκτός από τους γάτους, και παιχνίδια. Μην του κολλήσει και τις διατροφικές του συνήθειες κι αρχίσει και ο σοβαρός αρχαιολόγος να προτιμά τη φασολάδα, τα γεμιστά, τις τηγανητές πατάτες με αβγά κοτίσια και να απεχθάνεται το πεντανόστιμο χαβιάρι από αβγά ψαρίσια.

Αλλά έτσι ήταν ο γάτος Ξενοφών! Ένας γάτος ξεχωριστός· του άρεσε η γατίσια ομιλία (κι ας ήξερε κι άλλες γλώσσες) και πάλεψε τη μοναξιά του, όταν εξαφανίστηκαν όλες οι γάτες από το νησί. Αλλά, όπως ανθρώπεψε με τον φίλο του, τον σοβαρό αρχαιολόγο, έτσι και χελιδόνεψε, αφού ο καλύτερός του φίλος έγινε ο μικρός Δονάκης· το χελιδόνι που γεννήθηκε στη φωλιά του Μουσείου.

Τι κι αν υποχρεώθηκε ν’ αφήσει το νησί του ο γάτος Ξενοφών … τι κι αν ξεθάρρεψε τόσο πολύ που έμαθε να πετά … τι κι αν είδε και γνώρισε πολλά … τι κι αν αξιώθηκε προνόμια και μεγαλεία… Στ’ αφτιά του βούιζε εκείνη η φωνή από το κατευόδιο της Λήμνου: «Να έχεις πάντα στο μυαλό σου την επιστροφή […] Πουθενά δεν είναι κανείς αληθινά ευτυχισμένος όσο στην πατρίδα του […] Θα σε περιμένουμε, καλέ μας γατούλη, μη μας ξεχάσεις εκεί στα ξένα» (Χρήστος Μπουλώτης, «Ο γάτος που έφυγε με τα χελιδόνια», Πατάκης, 2019). Και ώσπου να ξεδιαλύνει ο Ξενοφών όλα τούτα τα λόγια, ερωτεύθηκε, έως εκεί που δεν παίρνει, τη Φατιμά.

Ο γάτος Ξενοφών, με τη Φατιμά και τους καρπούς του έρωτά τους, θα επιστρέψει στο νησί. Και θα τον υποδεχτούν λαός και αρχές κατά πως του πρέπει. Αλλά η «παραμυθένια ιστορία» δεν τελειώνει εδώ. Γιατί ο Χρήστος Μπουλώτης –κατά που τόχει συνήθεια–, όταν πάει να κλείσει μιαν ιστορία, έχει ήδη ξεκινήσει μιαν άλλη.

«Μια ιστορία για έναν αφύσικο έρωτα», μουρμούρισε ένας κακότροπος αναγνώστης. Λες και υπάρχουν «αφύσικοι» έρωτες και λες ότι δεν ξέρουμε πολύ καλά ότι ευοδώθηκε ο έρωτας ενός αλόγου και μιας λεύκας.

Πολύ θα τό ’θελα, γατούλη Ξενοφών, να είμαι κι εγώ στην «Αποθήκη» την ώρα που, μαζί με τη Φωτεινή, θα σε υποδέχεται η πατρίδα σου!

Γεωργία Κακούρου Χρόνη

 

 

Η πρόσκληση.
1 / 2