«Νέα δεδομένα για την ελληνιστική Θεσσαλονίκη από τις ανασκαφές του Μετρό» παρουσίασε στην εισήγησή της, στο πλαίσιο της 32ης επιστημονικής συνάντηση για το αρχαιολογικό έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη, η Γενική Έφορος Αρχαιοτήτων Πολυξένη Βελένη.

Ήταν η Θεσσαλονίκη αρχικά –στα ελληνιστικά χρόνια– μια μακρόστενη πόλη με ορεινά και πεδινά μέρη, η οποία ξεκινούσε από την Άνω Πόλη και έφτανε μέχρι τη θάλασσα;

Μια πρώιμη κατασκευή ενός τοίχου, κτισμένου με πράσινο σχιστόλιθο και δομημένου με λίθους εγκάρσια τοποθετημένους, το πλάτος του οποίου κυμαίνεται από 60 εως 90 εκατοστά, που εντοπίστηκε στη διάρκεια των εκτεταμένων ανασκαφών στο σταθμό Αγία Σοφίας, στο πλαίσιο της κατασκευής του Μητροπολιτικού Σιδηροδρόμου (Μετρό), με προβληματική προς το παρόν ερμηνεία χρήσης, δημιουργεί ήδη ερωτηματικά και σκέψεις.

«Θα μπορούσε άραγε να είναι ένας πρώτος περίβολος της πόλης, ένα τείχος; Προς αυτή την κατεύθυνση ενισχυτικό είναι το στοιχείο ότι ένα τείχος στον ίδιο άξονα και με κατεύθυνση προς τα νότια εντοπίστηκε σε μεγάλο μήκος στον δυτικό περίβολο της Μονής Βλατάδων. Αν αυτό συμβαίνει, τότε πιθανώς να έχουμε μια αρχικώς μακρόστενη πόλη με ορεινά και πεδινά μέρη, η οποία θα ξεκινούσε από την Άνω Πόλη και έφτανε μέχρι τη θάλασσα», είπε, μεταξύ άλλων, η κα Βελένη, υπογραμμίζοντας παράλληλα πως «με αφορμή την κατασκευή του σημαντικού αυτού έργου υποδομής της πόλης, δόθηκε η ευκαιρία να ερευνηθεί και να μελετηθεί η στρωματογραφία της Θεσσαλονίκης από την ίδρυσή της μέχρι την πρόσφατη ιστορία της, σε ικανό βαθμό, οδηγώντας με περισσότερη βεβαιότητα στην εξαγωγή ασφαλέστερων πορισμάτων και τη διατύπωση νέων θεωριών και ερμηνειών».

H Θεσσαλονίκη, εξάλλου και η πολεοδομική της εξέλιξη αποτέλεσε αντικείμενο έρευνας από τη δεκαετία του ’60. Στο τέλος της δεκαετίας του ’90 η διδακτορική διατριβή του Μ. Βίττι συγκέντρωσε τα μέχρι τότε αρχαιολογικά και ανασκαφικά δεδομένα, ενώ κατά καιρούς το θέμα επανήλθε με αφορμή μικρότερης κλίμακας ανασκαφές στα προς ανέγερση οικόπεδα του ιστορικού κέντρου της πόλης. Τα δεδομένα της ελληνιστικής πόλης ήταν ισχνά και ανεπαρκή για να συνθέσουν την εικόνα της πρώιμης ελληνιστικής Θεσσαλονίκης. Το πλέον αδιαμφισβήτητο ιστορικό δεδομένο για την ύπαρξη ελληνιστικής πόλης είναι η ίδρυσή της από τον Κάσσανδρο, το 315 π.Χ., με τον συνοικισμό 26 γειτονικών πολισμάτων γύρω από τον Θερμαϊκό κόλπο. Η πόλη, η οποία εξελίχτηκε σε σημαντικό αστικό κέντρο του μακεδονικού βασιλείου κατά τους ελληνιστικούς χρόνους, φαίνεται ότι αξιοποίησε τα οχυρά βόρεια πρανή της περιοχής κατά τους πρώιμους χρόνους της ίδρυσής της, ενώ εξαπλώθηκε και προς τις πεδινές εκτάσεις εκμεταλλευόμενη την άμεση σχέση της με τη θάλασσα. Οι συζητήσεις και οι θεωρίες για τα όριά της, την έκταση και την οργάνωσή της πολλές και ενδιαφέρουσες, συγκλίνουσες ή αντικρουόμενες, σε μια προσπάθεια να αναπαρασταθεί η ιδρυτική φάση της συνεχώς επανέρχονται.

Αναφορές έγιναν, επίσης, από την κα Βελένη στα ελληνιστικά κατάλοιπα που προέκυψαν από τις ανασκαφικές εργασίες, στο πλαίσιο των εργασιών του Μετρό στο σταθμό Βενιζέλου (όπου στη νότια είσοδό του που συμπίπτει με την πλατεία Καπνεργατών και σε έκταση ενός στρέμματος ξεκινούν νεες ανσκαφικές εργαίες το ερχόμενο φθινόπωρο οι οποίες θα διαρκέσουν περίπου ένα έτος).

Όπως ανακοίνωσε, επίσης, στη διάρκεια της εισήγησής της η κα Βελένη, αναλυτικότερα στοιχεία για ακριβέστερες χρονολογήσεις των σχετικών (ελληνιστικών) στρωμάτων των ανασκαφών θα παρουσιαστούν σε επικείμενη διημερίδα που διοργανώνει στη Θεσσαλονίκη το υπουργείο Πολιτισμού και η Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης.

Η διημερίδα, με τίτλο «Ανασκαφές σε τροχιά» θα πραγματοποιηθεί στις 11 και 12 Απριλίου και σε αυτή θα παρουσιαστούν αρχαιολογικά ευρήματα από ανασκαφές στο πλαίσιο της διάνοιξης δρόμων για την εγκατάσταση μέσων σταθερής τροχιάς σε όλη τη χώρα (από το Μετρό της Αθήνας, το τράμ του Πειραιά κ.ά.).