Τη… «μέση οδό» ανάμεσα στην έλλειψη κονδυλίων που έχει «παγώσει» τα τελευταία χρόνια την ανασκαφική έρευνα (των πανεπιστημιακών ανασκαφών αλλά και αυτών των κατά τόπους εφορειών) και αυτή της μελέτης, αρχειοθέτησης και εξαγωγής συμπερασμάτων στα ήδη υπάρχοντα ευρήματα προηγούμενων ανασκαφικών περιόδων αναζήτησαν οι αρχαιολόγοι-ανασκαφείς της ιστορίας της Μακεδονίας στο αρχαιολογικό συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη.

Σε αυτή τη «μέση οδό» (αλλά και την άλλη… «μέση οδό» – αυτή της Θεσσαλονίκης που αποκαλύφθηκε κάτω από τη σύγχρονη Εγνατία οδό και διχάζει το τελευταίο τρίμηνο αρχαιολόγους – κατασκευαστές του μετρό της πόλης, χρηματοδότες και πολίτες για το μείζον ζήτημα της διατήρησης ή μη των ανασκαφικών ευρημάτων και παράλληλα την ολοκλήρωση του σύγχρονου έργου του μετρό) επικεντρώθηκε το σύνολο των δεκάδων ανακοινώσεων των επιστημόνων στη διάρκεια της 26ης ετήσιας συνάντησής τους για το αρχαιολογικό έργο στη Μακεδονία τη χρονιά που πέρασε.

Ελλείψει εντυπωσιακών ευρημάτων (ελλείψει χρηματοδοτήσεων και… ελλείψει ανασκαφών), οι εισηγητές περιόρισαν τις ανακοινώσεις τους σε μελέτες, συμπεράσματα, υποθέσεις-συζητήσεις, ιστορικές αναγωγές και… ζυμώσεις επί των ήδη υπαρχόντων ευρημάτων και οι ακροατές εξάντλησαν το ενδιαφέρον τους γεμίζοντας ασφυκτικά την ιστορική αίθουσα τελετών του ΑΠΘ ειδικά στις ανακοινώσεις των εισηγητών από τις εφορείες βυζαντινών και προϊστορικών και κλασικών αρχαιοτήτων για τα ευρήματα των ανασκαφών στον άξονα του ΜΕΤΡΟ και ειδικότερα αυτών στο σταθμό Βενιζέλου.

Στην εισήγησή της (με τίτλο «Κρηναίο οικοδόμημα αυτοκρατορικών χρόνων στη Μέση οδό της Θεσσαλονίκης») η διευθύντρια του αρχαιολογικού μουσείου Θεσσαλονίκης κα Πολυξένη Βελένη αναφέρθηκε σε εύρημα του… 1926 (ένα μεγαλόπρεπο κρηναίο οικοδόμημα που βρίσκεται στη διασταύρωση των οδών Εγνατία και Μητροπολίτου Γενναδίου).

«Αφορμή για την ανακοίνωση στάθηκε το μείζον ζήτημα που προέκυψε πρόσφατα στη Θεσσαλονίκη με τις σωστικές ανασκαφές στις δύο κεντρικές στάσεις του μετρό (της οδού Αγίας Σοφίας και της οδού Βενιζέλου στη διασταύρωσή τους με την Εγνατία)», τόνισε η κα Βελένη συνδέοντας το εύρημα και τα πρόσθετα στοιχεία του που αποκαλύφθηκαν μόλις το 1994 κατά τον καθαρισμό του χώρου.

«Με έκπληξη διαπιστώσαμε ότι αυτή “πατούσε” πάνω στο οδόστρωμα της Μέσης οδού, της σημερινής Εγνατίας. Έτσι, πολύ πριν αρχίσουν οι εργασίες του μετρό γνωρίζαμε σε ποιο βάθος ακριβώς θα βρισκόταν το αρχαίο μαρμάρινο οδόστρωμα και φυσικά είχε γίνει επισήμανση της σπουδαιότητας των αρχαίων που αναμένονταν να ανευρεθούν στα σχετικά έγγραφα».

Το κτίσμα που χρονολογείται στα Ρωμαϊκά χρόνια (2ος-3ος αι. μ.Χ.) είναι μία ημι-εξαγωνική κρήνη με έναν κρουνό, κοσμημένο με γλυπτό από όπου έτρεχε το νερό. Ήταν διακοσμημένη με τέσσερις πεσσούς με φυτική διακόσμηση, οι οποίοι σώζονται μέχρι σήμερα, ήταν στεγασμένη με φατνώματα διακοσμημένα και πάλι με γιρλάντες ανθέων και φυτών. Όλος αυτός ο διάκοσμος ανέπλαθε ένα ειδυλλιακό περιβάλλον στην καρδιά της ρωμαϊκής Θεσσαλονίκης. Στην ανακοίνωση συζητήθηκαν θέματα που αφορούν στη χωροταξική θέση της κρήνης, τον ενδεχόμενο συσχετισμό της με άλλα κτίσματα, τη γλυπτική της διακόσμηση και τη χρονολόγησή της στους μέσους αυτοκρατορικούς χρόνους (2ος-3ος αι. μ.Χ.) και κυρίως τη σχέση της με τις υπόλοιπες αρχαιότητες που έχουν έρθει στο φως με τις ανασκαφές του μετρό.

Τη… «μέση οδό» επικαλέστηκε ακόμα και ο πρύτανης του ΑΠΘ κ. Γιάννης Μυλόπουλος κατά τον χαιρετισμό του στην έναρξη του συνεδρίου αναφερόμενος στο ζήτημα της «Μέσης Οδού», της βυζαντινής λεωφόρου της πόλης που ήρθε στο φως στη διάρκεια των ανασκαφικών εργασιών στο σταθμό Βενιζέλου του μετρό Θεσσαλονίκης.

Ο κ. Μυλόπουλος επισήμανε ότι κάθε αναπτυξιακό πρόβλημα που προκύπτει, προϋποθέτει ανάλυση και μετά αξιολόγηση με βάση το συσχετισμό κόστους-οφέλους. Αυτό ακριβώς ανέλαβε να κάνει η ομάδα εργασίας του ΑΠΘ στην περίπτωση των αρχαιολογικών ευρημάτων του σταθμού Βενιζέλου. «Η επιλογή του Πανεπιστημίου να βρει εναλλακτικά σενάρια για τη διάσωση των μοναδικής αξίας αρχαιοτήτων βασίζεται στη σημασία που έχει η ανάδειξη του ελληνικού πολιτισμού. Η ανάδειξη της ιστορικής ταυτότητας και της παράδοσης της Θεσσαλονίκης είναι διαχρονική αξία, ενώ γενικότερα ο πολιτισμός είναι προστιθέμενη αξία για τη χώρα μας», είπε χαρακτηριστικά.