Απόπειρα καταστροφής της μοναδικής στο είδος της λίθινης λειψανοθήκης στην παλαιοχριστιανική βασιλική της Καμπανόπετρας (τέλος 5ου αι.), η οποία βρίσκεται στην αρχαία Σαλαμίνα, στην κατεχόμενη Αμμόχωστο, διαπίστωσε ο βυζαντινολόγος, δρ Ανδρέας Φούλιας. Η λειψανοθήκη βρισκόταν στη θέση της εδώ και περίπου 1.500 χρόνια.

Ο δρ Φούλιας, ο οποίος επισκέφθηκε πρόσφατα τη βασιλική, είπε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι η βαριά λειψανοθήκη που βρισκόταν στο βόρειο παράβημα, τοποθετημένη πάνω σε λίθινο βάθρο, μετακινήθηκε βίαια με κίνδυνο να θρυμματιστεί, ενώ το βάθρο έσπασε στο πίσω μέρος. Το βάρος της λειψανοθήκης είναι τόσο, που σίγουρα θα χρειάζονταν τρεις ή τέσσερις άντρες για να τη μετακινήσουν, χρησιμοποιώντας μάλιστα και βοηθητικά εργαλεία. «Ο λόγος της καταστροφής αυτής δεν μας είναι γνωστός, αλλά καταστροφές σαν αυτή γίνονται τάχα για την ανεύρεση θησαυρών», είπε. Αυτό το οποίο προκαλεί έκπληξη, σημείωσε, είναι το γεγονός ότι η βασιλική βρίσκεται σε χώρο περίκλειστο, ο οποίος ελέγχεται από φύλακες στην είσοδο του αρχαιολογικού χώρου της αρχαίας Σαλαμίνας. Σύμφωνα με τον Κύπριο βυζαντινολόγο, η απόσταση της εισόδου από τη βασιλική προφανώς βοήθησε τους βάνδαλους να δράσουν ανενόχλητοι. Στα παρακείμενα λουτρά με τα εντυπωσιακά μαρμαροθετήματα έχουν εντοπιστεί σημεία από τα οποία ασυνείδητοι αφαιρούν πλακίδια, προφανώς για ενθύμιο.

Η λίθινη λειψανοθήκη φέρει χαμηλά δύο οπές, οι οποίες χρησίμευαν για την περισυλλογή ελαίου και μύρου, το οποίο χυνόταν από άλλη οπή, που σίγουρα υπήρχε στο χαμένο σήμερα κάλυμμα της λειψανοθήκης, περνούσε μέσα από τα λείψανα και ακολούθως το περιμάζευαν σε φιαλίδια για ευλογία. Η πρακτική αυτή φανερώνει, κατά τον κ. Φούλια, τη σημασία της τιμής των λειψάνων, αλλά και τη διάδοση της πρακτικής των ανακομιδών, κυρίως προς τα αστικά κέντρα, οι οποίες πλήθυναν από τα μέσα του 4ου αι., κυρίως για λόγους προστασίας τους από την λεγόμενη ευσεβή τυμβωρυχία. Στην ίδια βασιλική, στο νότιο διάδρομο, σε άγνωστο χρόνο και πάντως πριν από την καταστροφή της, πιθανότατα το 649, δημιουργήθηκε ένα κοιμητηριακό παρεκκλήσι, στο οποίο τοποθετήθηκαν, κυρίως πολυτελείς, μαρμάρινες σαρκοφάγοι και μαρμαροθετημένοι τάφοι.

Ο Ανδρέας Φούλιας, ο οποίος είναι και πρόεδρος της Βυζαντινολογικής Εταιρείας Κύπρου, καλεί τη δικοινοτική Τεχνική Επιτροπή για τα μνημεία να δράσει αμέσως για την αποκατάσταση της ζημιάς. Το σημαντικότερο βέβαια, επισημαίνει, είναι «το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου και οι αρμόδιες αρχές της Κυπριακής Δημοκρατία, να μπορούν να επεκτείνουν την εξουσία τους στα μνημεία αυτά, πράγμα βέβαια το οποίο μόνο μέσα από μια συνολική συμφωνία για λύση του Κυπριακού μπορεί να γίνει».

Η μεγαλύτερη βασιλική της Κύπρου

Στην τοποθεσία «Καμπανόπετρα» στην αρχαία Σαλαμίνα ανασκάφηκε από το πανεπιστήμιο της Λυών, πριν από την τουρκική εισβολή του 1974, η μεγαλύτερη και πολυτελέστερη βασιλική της Κύπρου. Δυστυχώς δεν είναι γνωστό πού ήταν αφιερωμένος ο εντυπωσιακός ναός, ο οποίος είχε συνολικό μήκος 152 μ. και περιλάμβανε, αρχίζοντας από τα δυτικά, ένα ορθογώνιο αίθριο με τρεις στοές, ένα τετράγωνο τετράστωο αίθριο, νάρθηκα με ημικυκλικά αψιδώματα στη βόρεια και νότια απόληξή του, τον κυρίως ναό και, ανατολικά των τριών αψίδων του Ιερού Βήματος, ένα τετράγωνο αίθριο με τρεις στοές. Ανατολικότερα του ανατολικού αιθρίου και σε χαμηλότερο επίπεδο από τη βασιλική, σχεδόν επί της παραλίας, ανασκάφηκε συγκρότημα λουτρών, που είχε δάπεδα με πολυτελή μαρμαροθετήματα. Τα λουτρά επικοινωνούσαν με τη βασιλική μέσω μεγάλης κλίμακας.

Το ανατολικό αίθριο της βασιλικής είναι ένα μοναδικό για την Κύπρο αρχιτεκτονικό χαρακτηριστικό, που θυμίζει την κωνσταντίνεια βασιλική της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα, όπου στο ανατολικό μέρος υπήρχε το Μαρτύριο του Παναγίου Τάφου. Στο μέσο της ανατολικής στοάς του ανατολικού αιθρίου, σε ειδικό βάθρο που καλυπτόταν με πρόστεγο, θα πρέπει να φυλασσόταν κάποιο άγνωστο ιερό λείψανο, ίσως τεμάχιο από το Τίμιο Ξύλο, υποστηρίζει ο δρ Φούλιας.

Τα τρία κλίτη της βασιλικής χωρίζονταν με δύο σειρές από δώδεκα μαρμάρινους κίονες, που έφεραν ιωνικές βάσεις και κορινθιακά κιονόκρανα. Τα κλίτη κατέληγαν στα ανατολικά σε τρεις ημικυκλικές αψίδες. Η κεντρική αψίδα έφερε σύνθρονο με κύκλιο, δηλαδή ημικυκλικό θολωτό διάδρομο, που διευκόλυνε την απρόσκοπτη διακίνηση των κληρικών μέσα στο ιερό κατά τη διάρκεια της θείας λειτουργίας. Πλαγίως των μακρών πλευρών της βασιλικής υπήρχαν διάδρομοι πλάτους 3 μ., που ένωναν το ανατολικό αίθριο με το νάρθηκα. Τέτοιοι διάδρομοι, που ερμηνεύθηκαν ως Κατηχούμενα, υπήρχαν και στις βασιλικές του Αγίου Επιφανίου και του Κουρίου. Σε άγνωστο χρόνο, πιθανότερο στον 6ο αιώνα, προστέθηκε ημικυκλική αψίδα στο ανατολικό άκρο του νοτίου διαδρόμου, διαμορφώνοντας ένα ταφικό παρεκκλήσιο με πολυτελείς κυρίως σαρκοφάγους, μαρμαρεπένδυτους κιβωτιόσχημους τάφους, αλλά και οστεοφυλάκια. Το παρεκκλήσιο αυτό ήταν σε χρήση και μετά την καταστροφή της βασιλικής.

Στο κέντρο του τετράστωου δυτικού αιθρίου υπήρχε οκταγωνική φιάλη, που καλυπτόταν με κιβώριο, το οποίο στηριζόταν σε μαρμάρινους κιονίσκους κοκκινωπού χρώματος, θραύσματα των οποίων σώζονται μέχρι σήμερα κατά χώραν. Βόρεια, νότια και δυτικά του αιθρίου βρίσκονταν ορθογώνια δωμάτια. Η ανατολική στοά του αιθρίου επικοινωνούσε μέσω τριών θυρών με το νάρθηκα, ενώ επίσης τρία θυρώματα οδηγούσαν από το νάρθηκα στα αντίστοιχα κλίτη τού κυρίως ναού. Πάνω από το νάρθηκα και τα πλάγια κλίτη πιθανότατα υπήρχε γυναικωνίτης.

Βορείως του βορείου διαδρόμου και του βορείου τοίχου του ανατολικού αιθρίου ανασκάφηκαν διάφορα προσκτίσματα, όπως δωμάτια και ένα παρεκκλήσιο, για το οποίο υποστηρίχτηκε ότι πρόκειται για βαπτιστήριο. Παρά ταύτα όμως δεν εντοπίστηκε κάτι εντός του παρεκκλησίου, το οποίο να επιβεβαιώνει την υπόθεση αυτή, ενώ η ύπαρξη του πλησιόχωρου βαπτιστηρίου της βασιλικής του Αγίου Επιφανίου αποδυναμώνει περαιτέρω την άποψη αυτή.

Η βασιλική της Καμπανόπετρας ήταν πλούσια διακοσμημένη, όπως κατέδειξαν οι ανασκαφές. Το εισαγόμενο προκοννήσιο μάρμαρο χρησιμοποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό. Στην κεντρική αψίδα διατηρούνται ακόμη και σήμερα μερικές μαρμάρινες πλάκες ορθομαρμάρωσης με αποχρώσεις κόκκινου και κίτρινου. Τα δάπεδα του κεντρικού κλίτους του κυρίως ναού καλύπτονταν με μαρμαροθέτημα/opus sectile, ενώ τα πλάγια κλίτη με κιτρινόχρωμες πλάκες. Το δάπεδο του νάρθηκα ήταν επίσης καλυμμένο με μαρμαροθέτημα.

Το σημαντικότατο αυτό μνημείο σήμερα έχει αφεθεί χωρίς καμιά συντήρηση και φροντίδα, λόγω της στρατιωτικής κατοχής της περιοχής από την Τουρκία.