Τη λήξη της ενάλιας αρχαιολογικής έρευνας στο Ακρωτήρι-Νησιαρούιν (Dreamer’s Bay) της Επαρχίας Λεμεσού ανακοίνωσε το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου. Την έρευνα διηύθυναν μέλη του Κέντρου Ενάλιας Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου του Southampton, με επικεφαλής τη δρα Lucy Blue, και αποτελεί μέρος των ευρύτερων ερευνών στην περιοχή στο πλαίσιο του «Ancient Akrotiri Project» το οποίο διευθύνει το Πανεπιστήμιο του Leicester από το 2015. Οι έρευνες πραγματοποιήθηκαν με την άδεια του Τμήματος Αρχαιοτήτων Κύπρου και την έγκριση της διοίκησης των Βρετανικών βάσεων.

Η φετινή ερευνητική περίοδος επωφελήθηκε από τη στήριξη και ενεργή συμμετοχή προσωπικού από τη Βασιλική Πολεμική Αεροπορία Ακρωτηρίου (RAF Akrotiri) και τη συμμετοχή του εργαστήριου Εναλίων Αρχαιολογικών Ερευνών του Πανεπιστημίου Κύπρου (MARELab) το οποίο παρείχε το ερευνητικό σκάφος και πολύτιμη τεχνογνωσία στην αναγνώριση των κεραμικών αντικειμένων.

Η δεύτερη ενάλια διερεύνηση της περιοχής πραγματοποιήθηκε μεταξύ 8-19 Σεπτεμβρίου 2019 με τη συμμετοχή επαγγελματιών ενάλιων αρχαιολόγων, φοιτητών ενάλιας αρχαιολογίας, δυτών, τοπογράφων, φωτογράφων και αρχαιολόγων από την Κύπρο και το Ηνωμένο Βασίλειο. Διερευνήθηκε περαιτέρω ο αρχαίος κυματοθραύστης και η ευρύτερη περιοχή στο Dreamer’s Bay. Σε αντίθεση με την προηγούμενη ερευνητική περίοδο που είχε ως κύριο στόχο την καταγραφή των ερειπίων του αρχαίου κυματοθραύστη, ο οποίος βρίσκεται 1-4 μέτρα κάτω από τη στάθμη της θάλασσας, ο κυριότερος στόχος της φετινής περιόδου ήταν η ευρύτερη επισκόπηση του κόλπου και των παραθαλάσσιων ευρημάτων, και ιδιαίτερα η διερεύνηση της περιοχής στα ανατολικά του κυματοθραύστη όπου εντοπίστηκε μεγάλη ποσότητα κεραμικής. Η ομάδα διατύπωσε τη θεωρία ότι λόγω της διασποράς και ποσότητας των κεραμικών οστράκων που ανήκαν σε αμφορείς παρόμοιας τεχνοτροπίας, πιθανότατα πρόκειται για αντικείμενα που σχετίζονται με ναυάγιο.

Η διερεύνηση του 2019 επικεντρώθηκε σε τρία σημεία: περαιτέρω εξέταση του αρχαίου κυματοθραύστη, ολοκλήρωση της επισκόπησης στο Dreamer’s Bay και της παράκτιας περιοχής όπου βρίσκονται οι κτηριακές εγκαταστάσεις που ανασκάφηκαν από το Πανεπιστήμιο του Leicester στα δυτικά του κόλπου, και περαιτέρω ανάλυση της κεραμικής συγκέντρωσης στα ανατολικά του κυματοθραύστη ώστε να διευκρινιστεί η προέλευση των αντικειμένων.

Ο κυματοθραύστης είχε διερευνηθεί εκτεταμένα το 2018 τόσο οπτικά όσο και φωτογραμμετρικά. Το 2019 οι εργασίες επικεντρώθηκαν στον υπολογισμό του όγκου των μπάζων που είχαν καταρρεύσει κυρίως στα ανατολικά της κατασκευής, ώστε να εξακριβωθεί το αρχικό του ύψος και μέγεθος. Περαιτέρω, διερευνήθηκε η περιοχή γύρω από τον κυματοθραύστη και χαρτογραφήθηκε η ύπαρξη ενός καναλιού στα ανατολικά του, βάθους περίπου 5-6 μέτρων, σημειώνοντας την είσοδο στα προστατευμένα ύδατα στο υπήνεμο τμήμα της κατασκευής, σε περιοχή αγκυροβόλιου. Επιπρόσθετα, η επισκόπηση της περιοχής από δύτες με τη χρήση ενάλιων συσκευών (scooters) επέτρεψε την ευρύτερη καταγραφή των παράκτιων προσεγγίσεων, την αναγνώριση νέων ευρημάτων, συμπεριλαμβανομένων λίθινων αγκύρων, καθώς και της πιθανής ύπαρξης ενός ναυαγίου που μετέφερε κεραμίδες, άγνωστης μέχρι στιγμής χρονολόγησης. Στα δυτικά του κυματοθραύστη, εντοπίστηκαν συσσωρεύσεις κεραμικής, παρ’ όλα αυτά η επισκόπηση σε πιο βαθύ σημείο στα δυτικά, μπροστά από τα παράκτια οικοδομήματα που ανέσκαψε η ομάδα του Πανεπιστημίου του Leicester, δεν απέφερε αρχαιολογικά ευρήματα, αμφισβητώντας τη θεωρία ότι η περιοχή αυτή θα χρησίμευε ως όρμος. Όλα τα ευρήματα καταγράφηκαν, περιγράφηκαν και φωτογραφήθηκαν υποβρύχια, και οι ακριβείς τους συντεταγμένες σημειώθηκαν με τη μέθοδο GPS. Ανελκύστηκαν επιλεγμένα ευρήματα, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις όπου τα αντικείμενα είτε κινδύνευαν από περαιτέρω μετατόπιση, είτε χρησίμευαν ως δείκτες χρονολόγησης.

Το σημαντικότερο αποτέλεσμα της φετινής ερευνητικής περιόδου ήταν η διαπίστωση ότι η ανατολική συγκέντρωση κεραμικής που εντοπίστηκε στην ανυψωμένη βραχώδη προεξοχή στα ανατολικά του κυματοθραύστη και του προστατευμένου καναλιού ανήκει με βεβαιότητα σε αρχαίο ναυάγιο. Το ναυάγιο, με βάση την κεραμική, χρονολογείται στα τέλη του 6ου-7ου αι. μ.Χ., όπως επιβεβαιώθηκε από την ειδικό δρα Στέλλα Δεμέστιχα του Πανεπιστημίου Κύπρου, ενώ τα θραύσματα κεραμικών αμφορέων εντοπίστηκαν σε μεγάλη διασπορά και σε περιοχή που εκτείνεται για περίπου 130.000 τ.μ. Στο μέσο του ναυαγίου εντοπίστηκε τμήμα από κίονα κατασκευασμένο από γρανίτη από το Ασουάν, ο οποίος επίσης εικάζεται ότι θα περιλαμβανόταν στα αντικείμενα που μετέφερε το πλοίο. Η περιοχή διερευνήθηκε διεξοδικά και εντοπίστηκαν περίπου 800 τεμάχια από λαβές και στόμια αμφορέων. Επιλεγμένα δείγματα κεραμικής ανελκύστηκαν για περαιτέρω ανάλυση.