Για πρώτη φορά, μια ομάδα κομμένα χέρια που βρέθηκαν στην Άβαρη/Tell el-Dab‘a της Αιγύπτου τεκμηριώθηκε ιατρικά, ρίχνοντας φως στον χαρακτήρα μιας από τις πιο σκληρές πολεμικές πρακτικές της αρχαίας Αιγύπτου. Τα ευρήματα της μελέτης υπό την Julia Gresky και με τη συμμετοχή  του Διευθυντή Ανασκαφών στην Tell el-Dab‘a, Καθ. Manfred Bietak, δημοσιεύθηκαν πρόσφατα σε άρθρο ανοιχτής πρόσβασης στο περιοδικό Scientific Reports.

Τα χέρια, κομμένα στο ύψος του καρπού, είχαν βρεθεί θαμμένες σε τρεις λάκκους στην αυλή μπροστά από την αίθουσα του θρόνου σε ανάκτορο στην Άβαρη (σημ. Tell el-Dab‘a), της ΒΑ Αιγύπτου. Το ανάκτορο συνδέεται με τους Υκσώς, πληθυσμό ασιατικής προέλευσης που έλεγχε τη βόρεια Αίγυπτο κατά τη μετάβαση από τη Μέση στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού, και συγκεκριμένα με τους επικεφαλής τους που κυβέρνησαν ως 15η Φαραωνική Δυναστεία μεταξύ 1640 και 1530 π.Χ. Όπως αναφέρεται στη δημοσίευση, στρωματογραφικές μαρτυρίες δείχνουν ότι το ανάκτορο χρησιμοποιήθηκε κατά την ύστερη περίοδο δράσης των Υκσώς αλλά. αργότερα εγκαταλείφθηκε, με τους τελευταίους Υκσώς ηγεμόνες να δρουν σε άλλον ανακτορικό χώρο.

Ο ακρωτηριασμός των χεριών των εχθρών και η καταμέτρηση κομμένων χεριών μετά τη μάχη είναι πρακτική γνωστή μέσω επιγραφών και ανάγλυφων σε αιγυπτιακούς τάφους και ναούς. Τα ευρήματα από την Άβαρη όμως αποτελούν την πρώτη και παράλληλα την αρχαιότερη φυσική ένδειξη εφαρμογής της πρακτικής. Επιγραφές τάφων επιφανών πολεμιστών, καθώς και επιγραφές και εικόνες σε ναούς, από την αρχή του Νέου Βασιλείου (18η–20η Δυναστεία) και μετά περιγράφουν στρατιώτες να παρουσιάζουν κομμένα δεξιά χέρια εχθρών στον Φαραώ, προκειμένου να κερδίσουν το Χρυσό της Τιμής, μια διάκριση που συνοδευόταν με την απονομή ενός περιδέραιου από χρυσές δισκοειδείς χάντρες. Ελλείψει φυσικών ενδείξεων, οι ερευνητές είχαν ερμηνεύσει την πρακτική τόσο ως τιμωρητική/παραδειγματική έναντι των εχθρών της Αιγύπτου, όσο και ως τελετουργική/συμβολική επίδειξη γενναιότητας των νικητών. Υπό αυτό το πρίσμα, η ανακάλυψη πραγματικών ακρωτηριασμένων χεριών στην Άβαρη, σε ένα συγκείμενο προγενέστερο από τα παλαιότερες γνωστές επιγραφικές και εικονογραφικές μαρτυρίες ήταν από μόνη της μια σημαντική ανακάλυψη. Τώρα οι ερευνητές θα μπορούσαν να προσεγγίσουν την προέλευση της πρακτικής, το νόημά της, την πραγματική της σημασία και ακόμη και τους ανθρώπους που εμπλέκονται σε αυτήν!

Η ερευνητική ομάδα πραγματοποίησες ταφονομικές και βιολογικές αναλύσεις στα οστά, αποκαλύπτοντας πληροφορίες σχετικά με την ίδια την πράξη του ακρωτηριασμού αλλά και της επεξεργασίας των κομμένων χεριών πριν αυτά ενταφιαστούν, προσεγγίζοντας παράλληλα το φύλο των ανθρώπων που ακρωτηριάστηκαν. Με βάση βιοαρχαιολογικά στοιχεία, μπορούν να ανιχνευθούν τουλάχιστον 12 δεξιά χέρια, που αντιστοιχούν φυσικά σε δώδεκα άτομα. Σε δύο από τους λάκκους όμως βρέθηκαν και έξι ξεχωριστά δάκτυλα, αυξάνοντας τον αριθμό των δεξιών χεριών και τους ακρωτηριασμένους εχθρούς σε 18. Το πλήρες βιολογικό προφίλ των χεριών δείχνει 11 άρρενες και πιθανώς ένα θήλυ, όλα ενήλικα αλλά νεαρά άτομα. Δεν είναι σαφές εάν τα χέρια προήλθαν από νεκρά ή ζωντανά άτομα. Φαίνεται επίσης ότι μετά την προετοιμασία προκειμένου να αφαιρεθούν τυχόν προσκολλημένα μέρη του αντιβραχίου, οι ακρωτηριασμένες χέρια τοποθετήθηκαν στο έδαφος με τα δάχτυλα ανοικτά και την παλάμη κάτω. «Η απουσία των περιφερικών τμημάτων του κάτω βραχίονα και η έλλειψη σημείων κοπής υποδηλώνουν ότι τα χέρια υποβλήθηκαν σε μια προσεκτική προετοιμασία πριν από την εναπόθεση, με στόχο την αφαίρεση όλων των στοιχείων που θεωρούνται ότι δεν σχετίζονται με την ανατομία του χεριού», αναφέρει το άρθρο.

Η οστεολογική ανάλυση όχι μόνο στηρίζει την αρχαιολογική μαρτυρία αλλά προσθέτει περισσότερες λεπτομέρειες στα όσα γνωρίζαμε για τις πρακτικές απόκτησης τροπαίων στην Αρχαία Αίγυπτο. Ενώ ο σωματικός ακρωτηριασμός των εχθρών ήταν γνωστός στην Αίγυπτο από την εποχή του βασιλιά Nάρμερ στην Πρώιμη Δυναστική περίοδο, το κόψιμο των χεριών εμφανίζεται στα αιγυπτιακά αρχεία μόνο μετά την κυριαρχία των Υκσώς και έχει τελετουργικό χαρακτήρα. Η πρώτη απεικόνιση της πρακτικής προέρχεται από την Άβυδο, από το ναό του Αχμόζε (ή Άμωση), του Αιγύπτιου φαραώ που νίκησε τους Υκσώς, κατακτώντας την Άβαρη, που ήταν πρωτεύουσά τους. Ήταν εκεί όπου ο Αχμόζε πιθανότατα είδε να ακρωτηριάζονται και να συλλέγονται ως τρόπαια τα χέρια των εχθρών, και υιοθέτησε την πρακτική στα δικά του στρατεύματα. Περίπου εκείνη την εποχή, εμφανίζεται ένα νέο ιερογλυφικό σύμβολο που χρησιμοποιείται ως προσδιοριστικό στην αναφορά της πρακτικής στα κείμενα και αργότερα μιας λέξης για το χέρι που όμως δεν είναι αιγυπτιακή αλλά σημιτικής προέλευσης (όπως και οι Υκσώς). Το ιερογλυφικό είναι όντως μια ακρωτηριασμένη παλάμη επεξεργασμένη ακριβώς όπως φαίνεται στα φυσικά κατάλοιπα από την Άβαρη. Φαίνεται όμως ότι η πρακτική μπορούσε να ενταχθεί στην αιγυπτιακή κοσμοθεωρία, σύμφωνα με την οποία η πληρότητα του σώματος είναι απαραίτητη προκειμένου ο άνθρωπος να ζήσει αιώνια. Έτσι, ο ακρωτηριασμός ενός εχθρού επιτρέπει τον συμβολικό του θάνατο και μια πράξη κυριαρχίας εναντίον του. Η σύνδεση, ταυτόχρονα, της πρακτικής με την απονομή του Χρυσού της Τιμής εξετάζεται στο ίδιο πλαίσιο όπου μαρτυρείται για πρώτη φορά το ιερογλυφικό του ακρωτηριασμένου χεριού: την αυτοβιογραφία του πολεμιστή Αχμόζε γιου του Ιμπάνα, στον τάφο του στο El Kab.

Όσον αφορά τον αρχικό χαρακτήρα της πρακτικής, είναι δυνατόν να τον αναζητήσουμε αποκλειστικά στο πλαίσιο όπου κινήθηκαν οι Υκσώς: στην Άβαρη απ’ όπου κυβέρνησαν αλλά και τη Δυτική Ασία απ’ όπου κατάγονταν. Πράγματι, σειρές από κομμένα χέρια και κεφάλια, μαζί με κεφάλια ζώων, εμφανίζονται σε συριακές σφραγίδες της Μέσης Εποχής του Χαλκού. Επίσης, η τοποθέτηση των χεριών μπροστά στην αίθουσα του θρόνου της Άβαρης ενισχύει συμβολικά τον βασιλιά. Τέλος, όπως επισημαίνεται στο συμπέρασμα του άρθρου, «ενταγμένα σε μια διεπιστημονική προσέγγιση των αρχαιολογικών και ιστορικών πηγών, τα βιοαρχαιολογικά στοιχεία που παρουσιάζονται εδώ υποδηλώνουν ότι τα ακρωτηριασμένα χέρια προσφέρθηκαν ως τρόπαια ως μέρος μιας δημόσιας εκδήλωσης που έλαβε χώρα στο ανάκτορο». Είναι δύσκολο να γνωρίζουμε αν η αρχική τελετή των Υκσώς ήταν πανομοιότυπη με την τελετή απονομής του Χρυσού της Τιμής, που είναι γνωστή από αιγυπτιακές πηγές. Ωστόσο, είναι αρκετά βέβαιο ότι οι Αιγύπτιοι υιοθέτησαν την πρακτική των Υκσώς μαζί με το νόημά της: τη συμβολική προσφορά της δύναμης ενός εχθρού στον βασιλιά από τους πιο γενναίους του στρατού του.