«Κατάφωρη παραβίαση του αρχαιολογικού νόμου» θα είναι η απόπειρα απόσπασης αρχαιοτήτων από το σταθμό Βενιζέλου για τεχνικούς λόγους, επειδή υπάρχει τεχνική λύση παραμονής τους με κατασκευή του σταθμού in situ, τόνισε σε δηλώσεις του, σε εκδήλωση σε αίθουσα του ΤΕΕ/ΤΚΜ, ο πρώην πρόεδρος της Αττικό Μετρό και καθηγητής της Πολυτεχνικής Σχολής ΑΠΘ, Γιάννης Μυλόπουλος.

«Αυτό το οποίο επιχειρείται, με την απόσπαση των αρχαίων της Βενιζέλου, είναι μια κατάφωρη παραβίαση του αρχαιολογικού νόμου. Και αυτό το πράγμα θα αποδειχθεί εκεί που πρέπει να αποδειχθεί, στα δικαστήρια» είπε ο κ. Μυλόπουλος και συνέχισε: «Και είναι κατάφωρη παραβίαση του αρχαιολογικού νόμου, εφόσον υπάρχουν όχι ενδείξεις πια, που ζητά ο νόμος, αλλά αποδείξεις, ότι υπάρχει λύση τα αρχαία να παραμείνουν στη θέση τους. Όσο υπάρχει άλλη λύση, η λύση της απόσπασης είναι μια λύση μη νόμιμη, μια λύση παράνομη».

Σε ερώτηση για το εάν έχει υπόψη του ποιοι μπορεί να προσφύγουν, είπε ότι μπορεί να το κάνει «οποιοσδήποτε», π.χ, συλλογικότητες, ή φορείς και ότι και ο ίδιος, εάν κληθεί ως μάρτυρας σε δικαστήριο, ή στο ΚΑΣ, μπορεί να καταθέσει ότι υπάρχει τεχνική λύση για κατασκευή του σταθμού με παραμονή των αρχαίων.

Ο κ. Μυλόπουλος υποστήριξε ότι επιχειρείται με «προσχήματα» και με αντικρουόμενα επιχειρήματα η αλλαγή του σχεδιασμού για κατασκευή in situ. Διέψευσε ότι υπήρχε θέμα πυροπροστασίας, λέγοντας ότι το θέμα αυτό είχε λυθεί «με την προμελέτη που κατατέθηκε και εγκρίθηκε το 2018» και σύμφωνα «με τις διεθνείς προδιαγραφές».

«Άρα, δεν τίθεται θέμα πυροπροστασίας. Αν τώρα κάποιος είναι υπερβολικά ευαίσθητος και δεν του αρκεί να είναι σύμφωνος με τις διεθνείς προδιαγραφές και θέλει να έχει διπλές εξόδους για παράδειγμα, ας κάνει. Ας ανοίξουν ένα φρεάτιο ακόμη, που λέει ο λόγος, αν το πρόβλημα είναι εκεί. Αλλά ποτέ δεν εγκαταλείπεις μια λύση, με κίνδυνο να πέσεις έξω οικονομικά, στους χρόνους, να τινάξεις στον αέρα ένα έργο».

Ο κ. Μυλόπουλος υπερασπίστηκε το χρονοδιάγραμμα που είχε ο ίδιος ανακοινώσει όταν ήταν πρόεδρος της Αττικό Μετρό, λέγοντας ότι «στηρίζεται σε τεχνική τεκμηρίωση και μελέτες», ενώ, αντιθέτως, η άλλη πρόταση, αυτή της κατασκευής με απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαιοτήτων, δεν έχει χρονοδιάγραμμα.

«Αν τους ρωτήσεις με ποιο χρονοδιάγραμμα προέβλεψαν τον Μάρτιο του 2023, δεν έχουν χρονοδιάγραμμα, είναι μια προφητεία του πρωθυπουργού. Η οποία εκ των υστέρων τώρα, με μελέτες, πρέπει να επαληθευτεί» είπε ο κ. Μυλόπουλος και συνέχισε: «Υπάρχει μια σύγχυση, νομίζω και μια αγωνία να αποδείξουν αυτό που θέλουν να αποδείξουν. Δε θα το αποδείξουν. Δεν θα τελειώσει (το έργο) το 2023, θα τελειώσει το 2025. Η λύση που πάνε να κάνουν είναι πιο ακριβή και θα πέσει και στα δικαστήρια».

Τέλος, σε ερώτηση εάν το χρονοδιάγραμμα που είχε ο ίδιος καταθέσει έβρισκε σύμφωνο τον ανάδοχο, απάντησε θετικά, επικαλούμενος την τοποθέτηση του διευθύνοντος συμβούλου της εταιρείας, το Φεβρουάριο του 2019, σε εκδήλωση στη Θεσσαλονίκη. Άφησε, επίσης, αιχμές κατά του προέδρου της Αττικό Μετρό, λέγοντας ότι «οι πρόεδροι δεν αλλάζουν κάθε δεύτερη μέρα άποψη για το έργο», αλλά και για τη στάση του δημάρχου Θεσσαλονίκης Κ. Ζέρβα στη συζήτηση του θέματος στο δημοτικό συμβούλιο, λέγοντας: «Δεν μίλησε ο μέχρι πριν δεκαπέντε μέρες πρόεδρος της Αττικό Μετρό. Φοβούνται, αυτή είναι η αλήθεια».

Την εκδήλωση διοργάνωσε η παράταξη του ΤΕΕ/ΤΚΜ «Συμμαχία για ένα Προοδευτικό ΤΕΕ» με τη συμμετοχή της «Συσπείρωσης Πανεπιστημιακών ΑΠΘ».

Τοποθετήσεις αρχαιολόγων και αρχιτεκτόνων για το θέμα

«Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα στη μελέτη που ήδη εφαρμόζεται, είναι απόλυτα εφαρμόσιμη και δεν θα πρέπει να σταματήσει» είπε η αναπληρώτρια καθηγήτρια του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ και μέλος της Κίνησης Πολιτών για την παραμονή των αρχαίων, Μελίνα Παϊσίδου, και πρόσθεσε:

«Οτιδήποτε άλλο θα είναι τροχοπέδη και θα καθυστερήσει σημαντικά όχι μόνο το σταθμό Βενιζέλου, αλλά όλο το μετρό και θα θέσει σε θανάσιμο κίνδυνο την ακεραιότητα των αρχαιοτήτων».

Υπογράμμισε ότι απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαίων σημαίνει καθυστέρηση «τουλάχιστον ενάμιση χρόνο» και επιπλέον χρήματα και πρόσθεσε: «Είναι μια ολόκληρη (αρχαία) γειτονιά, με τη διασταύρωση των δρόμων, με τα καταστήματα, με καθ’ ύψος ανάπτυξη. Δεν είναι δυνατόν αυτό να μετακινηθεί χωρίς σοβαρές απώλειες».

Η κα Παϊσίδου ανέφερε ότι και η επανατοποθέτηση των αρχαίων δεν θα είναι εύκολη υπόθεση. Υπενθύμισε, το «κακό προηγούμενο» του σταθμού Αγίας Σοφίας, όπου ενώ υπήρχε «γραπτή» υπόσχεση ότι «τα εβδομήντα μέτρα πλακόστρωτο» που αφαιρέθηκαν θα επανέλθουν, όταν ήρθε η ώρα της επανατοποθέτησης διαπίστωσαν ότι «απλώς, δεν χωρούσαν» και συνέχισε:

«Οι είσοδοι και οι δύο, ούτως ή άλλως θα υπάρχουν είτε με τη μία, είτε με την άλλη. Η in situ έχει το πλεονέκτημα ότι οι κυλιόμενες σκάλες βγαίνουν σε ψηλότερο επίπεδο, όπου οι επιχώσεις είναι πολύ λίγες και πολύ όψιμες. Η λύση της in situ κατασκευής έχει ήδη προδιαγράψει πού θα βγουν τα πιο σημαντικά αρχαία, τα οποία θα μείνουν, θα διατηρηθούν. Όλος ο σχεδιασμός (αν επιλεγεί άλλη πρόταση) τώρα πρέπει να αλλάξει. Δεν μπορούν να υποστηρίξουν τη δική τους λύση, με τις μέχρι στιγμής εργασίες».

«Αυτή τη στιγμή έχουμε μια προδιαγεγραμμένη πορεία έργου, εδώ και δυόμισι χρόνια και δεν έχει αναστραφεί, άρα δεν βλέπω γιατί πρέπει να αναστραφεί τώρα» είπε η ομότιμος καθηγήτρια του τμήματος Αρχιτέκτων του ΑΠΘ, Αλέκα Αλεξοπούλου, ενώ για το σχεδιασμό με απόσπαση και επανατοποθέτηση των αρχαίων, είπε: «Δεν περιλαμβάνει καθόλου τον πολύ μεγάλο χρόνο και το πολύ μεγάλο έξοδο για την απόσπαση, για την ανασκαφή και για την επαναφορά των αρχαίων. Στο ΚΑΣ ποτέ δεν έχει συζητηθεί απόσπαση μελέτη απόσπασης με μελέτη επαναφοράς. Πάντα συζητείται η απόσπαση και η επαναφορά μένει ως μελλοντική διαδικασία. Αυτό εμένα με ανησυχεί».

«Αυτό που βλέπουμε δεν είναι μια δεύτερη πρόταση, είναι μια απόρριψη της ισχύουσας πρότασης» είπε ο αρχαιολόγος και πρόεδρος του παραρτήματος Μακεδονίας-Θράκης του Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων, Γιάννης Καρλιάμπας, και πρόσθεσε: «Πρέπει αυτή η συζήτηση της απόρριψης να πάρει τη μορφή μελέτης, η οποία να μπορεί να συζητηθεί πρώτα από τις υπηρεσίες, δηλαδή, από την αρμόδια αρχαιολογική υπηρεσία, και σε δεύτερη φάση να σταλεί στο ΚΑΣ».

Διευκρίνισε ότι ο ΣΕΑ πήρε θέση ήδη από το 2013 για κατασκευή in situ. Πρόσθεσε ότι το εγχείρημα της απόσπασης θα είναι πολύ πιο δύσκολο και επικίνδυνο για τα αρχαία από ότι θα ήταν το 2013, καθώς «δεν είναι πια ανοιχτός σταθμός, αφού έχει τεθεί πάνω από τα ευρήματα πλάκα οροφής» και ο χώρος που απομένει είναι μικρός.

«Άρα και ο κατατεμαχισμός τους θα πρέπει να είναι τέτοιος, ώστε να επιτρέπεται η απομάκρυνση και η μεταφορά τους μέσα από ένα πολύ στενό πέρασμα, είναι πάρα πολύ δύσκολο» είπε ο κ. Καρλιάμπας. Ταυτόχρονα, εκτίμησε ότι με την απόσπαση οι πιο ευπαθείς κατασκευές (π.χ. κτίσματα από πηλό) θα είναι δύσκολο να διασωθούν.