«Βαθύ Αστυπάλαιας: ένα διαχρονικό παλίμψηστο του νησιωτικού Αιγαίου» είναι το θέμα διάλεξης που θα δώσει ο Ανδρέας Γ. Βλαχόπουλος (Αναπληρωτής καθηγητής Αρχαιολογίας, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων) την Τετάρτη 17 Απριλίου 2019 και ώρα 19.00 στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης.

Στη θέση Βαθύ της Αστυπάλαιας διεξάγονται αρχαιολογικές έρευνες πεδίου από το 2011 υπό την αιγίδα της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας και με την υποστήριξη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

Όπως αναφέρει σχετικά ο Ανδρέας Βλαχόπουλος: «Το Βαθύ είναι φυσικά προστατευμένη χερσόνησος, που ελέγχει την από θαλάσσης στενή πρόσβαση από το πέλαγος προς τον ομώνυμο κόλπο, εξασφαλίζοντας την πλήρη εποπτεία μιας ευρείας θαλάσσιας και χερσαίας περιοχής. Στην απόληξη του χερσονήσου, στο ακρωτήριο Ελληνικό, ιδρύθηκε κατά τη μετάβαση από την 4η στην 3η χιλετία π.Χ. ακρόπολη, της οποίας ογκολιθικοί περίβολοι και αναλημματικοί τοίχοι είναι σήμερα ορατοί. Στην ανώτερη επιφάνεια του ακρωτηρίου, στα τέλη του 4ου αι. π.Χ., οικοδομήθηκε τετράγωνος πύργος με περιβάλλοντα βοηθητικά κτήρια, ωστόσο επιγραφές του πρώιμου 6ου και λήγοντος 5ου αι. π.Χ. τεκμηριώνουν συνεχή ανθρώπινη δραστηριότητα στην περιοχή.

»Στο πλαίσιο της εντατικής επιφανειακής έρευνας στη θέση και της συστηματικής ανασκαφής μελετήθηκε μεγάλη ποσότητα διαγνωστικής κεραμικής του τέλους της 4ης / αρχών 3ης χιλιετίας π.Χ., λίθινα εργαλεία και σκεύη, μετάλλινα αντικείμενα και άλλα τέχνεργα. Ευρήματα, όπως δύο μαρμάρινα βιολόσχημα ειδώλια και μια λίθινη σφραγίδα της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού επαναπροσδιορίζουν τον γεωγραφικό ορίζοντα του Πρωτοκυκλαδικού πολιτισμού, αποδεικνύοντας ότι η Αστυπάλαια αποτελούσε μέρος της επικράτειάς του. Σε αυτούς τους πρώιμους ορίζοντες, που από τη μια επιδεικνύουν μία “νεολιθική” χροιά, και από την άλλη καταδεικνύουν τις πρώιμες σχέσεις της Αστυπάλαιας με τις Κυκλάδες και τη Μικρασιατική ακτή, η συμβολή της κεραμικής είναι καταλυτική.

»Εννέα εγχυτρισμοί αρτιγενών βρεφών, προσεκτικά διευθετημένοι σε δύο Π-σχημες εξέδρες της ακτής, συνιστούν έναν σπάνιο ομοιογενή χρονολογικά ορίζοντα, με τα σχήματα της κεραμικής να χρονολογούνται στη μετάβαση από την Τελική Νεολιθική στη φάση Γρόττα-Πηλός των Κυκλαδικών συγχρονισμών. Η εναπόθεση λίθινων εργαλείων, κοσμημάτων, κοχυλιών, καρπών, σπόρων και μερίδων κρέατος γύρω από τους εγχυτρισμούς τεκμηριώνουν τα αγαθά αυτά ως κτερίσματα και φωτίζουν την εθιμική συμπεριφορά της κοινότητας στην τίμηση των βρεφών.

»Το πλέον σημαντικό εύρημα των ερευνών πεδίου στο Βαθύ υπήρξε η αναγνώριση και μελέτη μεγάλου αριθμού προϊστορικών βραχογραφιών σε ευρεία έκταση των βράχων του ακρωτηρίου, λατομευμένων και φυσικών. Διαπιστώθηκε ότι σε τρεις περιπτώσεις διαμορφωμένων ατραπών που κατέληγαν σε “πυλίδες-εισόδους” προς την ακρόπολη υπήρχαν μεγάλης κλίμακας βραχογραφίες πλοίων, εγχειριδίων και σπειρών, οι οποίες διακρίνονται ιδίως κατά την ανατολή του ήλιου. Περισσότερες βραχογραφίες (ανθρώπινων μορφών, τετραπόδων, αβάκων, πελέκεων, βελών, ανθρώπινων πελμάτων κ.λπ.) διαπιστώθηκαν και σε άλλα σημεία του ακρωτηρίου, όπως οι αναλημματικοί τοίχοι της ακτής, ο λίθινος περίβολος της ακρόπολης και ο ριζιμιός βράχος του ανώτερου επιπέδου του ακρωτηρίου.

»Οι βραχογραφίες της Αστυπάλαιας συνιστούν έναν πυκνό εικονογραφικό χάρτη επαναλαμβανόμενων και πολύσημων συμβόλων οπτικής και νοητικής πρόσληψης, που η σύγχρονη έρευνα οφείλει να αποκωδικοποιήσει. Η “ανάγνωση” των γλυφών στα βράχια του Βαθιού, με τη βοήθεια των πρωιμότερων βραχογραφιών της παράκτιας Μικράς Ασίας και κυρίως των Πρωτοχαλκών παραλλήλων τους στις Κυκλάδες, συμβάλλουν καίρια στο να κατανοήσουμε αυτή την παν-Αιγαιακή κοσμολογική “κοινή” των συμβόλων. Τα ευρήματα από το Βαθύ, οι συνάφειές τους και οι χρονολογικοί τους συσχετισμοί τεκμηριώνουν και επαληθεύουν την καίρια γεωγραφική θέση της Αστυπάλαιας, ως νησιού-σταθμού και περάσματος-σκάλας από τις Κυκλάδες στα Δωδεκάνησα και τη Μικρασιατική ακτή. Η εγκατάσταση στο Βαθύ συνδυάζει στοιχεία Κυκλαδικά, Δωδεκανησιακά και Μικρασιατικά, χωρίς οι επαφές της Αστυπάλαιας να εξαντλούνται εκεί».

Η διάλεξη πραγματοποιείται στο πλαίσιο κύκλου επιστημονικών διαλέξεων, υπό τον γενικό τίτλο «Τετάρτες στο Μουσείο – Αρχαιολογικές Διαλέξεις», που διοργανώνει το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης σε συνεργασία με τον Σύνδεσμο των Φίλων του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης.

Η συγκεκριμένη εκδήλωση αποσκοπεί στη γνωριμία του κοινού της Θεσσαλονίκης με σημαντικούς αρχαιολογικούς χώρους της Ελλάδας, νέες ανασκαφικές και διεπιστημονικές έρευνες και τα πορίσματά τους.

Είσοδος ελεύθερη.