Ήρθε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1969 και την ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα. Σε μια επίσκεψή του στη Θάσο, το 1980, αναζήτησε τα μεταλλεία χρυσού που αναφέρει ο Ηρόδοτος και όταν το πανεπιστήμιο, όπου εργαζόταν τότε, αρνήθηκε να του δώσει άδεια άνευ αποδοχών, πήρε τη μεγάλη απόφαση και εγκαταστάθηκε μόνιμα στο νησί συνεχίζοντας την έρευνά του. Ο λόγος για τον αρχαιολόγο, αρχιτέκτονα-μηχανικό Tony Kozelj, με καταγωγή από την περιοχή της Δαλματίας, που στα 68 χρόνια του σήμερα έχει κάθε λόγο να λέει, με υπερηφάνεια, ότι μαζί με τον Γάλλο αρχαιολόγο Άρθουρ Μίλερ ανακάλυψαν πρώτοι τα αρχαία μεταλλεία χρυσού της Θάσου.

Είναι παράλληλα ένας από τους λιγοστούς επιστήμονες που ερεύνησε και μελέτησε συστηματικά την ιστορική διαδρομή των αρχαίων λατομείων μαρμάρου στο πανέμορφο και κατάφυτο νησί του βορειοανατολικού Αιγαίου, τη Θάσο.

Μόνιμος κάτοικος του νησιού πλέον, ο Tony Kozelj απολαμβάνει της εκτίμησης, της εμπιστοσύνης και του θαυμασμού της τοπικής κοινωνίας. Πολύτιμος συνεργάτης και συνοδοιπόρος στο 40χρονο ερευνητικό του ταξίδι η σύντροφος της ζωής του Manuela Wurch-Kozelj, επίσης αρχαιολόγος, αρχιτέκτονας-μηχανικός και η ίδια. Και οι δυο εργάζονται στη Θάσο για λογαριασμό της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών.

Στο μικρό και απέριττο νεοκλασικό κτίσμα, όπου στεγάζονται τα γραφεία της Γαλλικής Σχολής Αθηνών, δίπλα στα ερείπια του αρχαίου ωδείου (στην καρδιά της αρχαίας αγοράς του νησιού, στον Λιμένα), το γραφείο του Tony Kozelj είναι κυριολεκτικά πνιγμένο μέσα σε εκατοντάδες βιβλία, χάρτες, συγγράμματα, τοπογραφικά σχέδια, χειρόγραφα σημειώματα και φωτογραφίες.

Μιλάει άριστα την ελληνική γλώσσα και με το διαπεραστικό βλέμμα του ξεκινά να παρουσιάζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ τη μοναδική ιστορική διαδρομή των φημισμένων λατομείων λευκού μαρμάρου που έκαναν ξακουστό το νησί.

Στην κουβέντα παρεμβαίνει η Manuela Wurch-Kozelj. «Ακούω για το λευκό μάρμαρο της Θάσου που εξορυσσόταν στις Αλυκές», σημειώνει με έμφαση και συνεχίζει: «Όσοι το υποστηρίζουν αυτό, έχουν άγνοια. Όσο και να ψάξουν, λευκό μάρμαρο δεν πρόκειται να βρουν στις Αλυκές. Το λατομείο στις Αλυκές που βρίσκεται στη νοτιοανατολική πλευρά του νησιού έβγαζε μόνο γκρίζο μάρμαρο, το οποίο χρησιμοποιείτο κατά κύριο λόγο από τους Βυζαντινούς που δεν τους άρεσε το λευκό. Τα λατομεία στη Σαλιάρα-Βαθύ, στο ακρωτήρι Φανάρι και στην Αγία Βαρβάρα, που βρίσκονται βορειοδυτικά της Θάσου, έβγαζαν το φημισμένο λευκό μάρμαρο που χρησιμοποιούνταν από Έλληνες και Ρωμαίους».

Έως σήμερα ακόμα, το φημισμένο λευκό μάρμαρο της Θάσου, που στο μεγαλύτερο μέρος του εξάγεται στις χώρες της Ευρώπης και της Ανατολής, εξορύσσεται στα νέα λατομεία που υπάρχουν στη βόρεια πλευρά του νησιού.

Η μεγάλη ανακάλυψη των Παρίων

Ο Tony Kozelj υπογραμμίζει ότι ο φυσικός και ο ορυκτός πλούτος της Θάσου έγιναν γνωστοί, όταν το νησί έγινε αποικία των Πάριων που τον 7οι αιώνα π.Χ., και πιο συγκεκριμένα το 680 π.Χ., έφτασαν μέχρι το νησί και βρήκαν σε αυτό ό,τι δεν είχε το δικό τους: μάρμαρο, χρυσό, αμπέλια και ξυλεία. «Οι Πάριοι», σημειώνει «ήταν άριστοι ναύτες. Συνολικά 1.000 άτομα με τρία πλοία ξεκίνησαν από την Πάρο για το μακρινό ταξίδι φτάνοντας μέχρι τη Θάσο. Την ίδια εποχή μια άλλη αποστολή Παρίων φτάνει μέχρι τη Δαλματία. Δεν είναι τυχαίο που τα νησιά της Δαλματίας οφείλουν την ονομασία τους στους Πάριους, αφού αυτοί ήταν οι πρώτοι κάτοικοί τους».

Εκτός της ποιότητας του μαρμάρου της Θάσου, το στοιχείο εκείνο που έκανε το νησί να προτιμάται ιδιαίτερα είναι ότι τα περισσότερα λατομεία βρίσκονταν δίπλα στη θάλασσα. Το γεγονός αυτό ήταν καταλυτικής σημασίας για την οικονομική ανάπτυξη του νησιού και τη διάδοση του λευκού μάρμαρου. «Και αλλού στην αρχαιότητα υπήρχε λευκό μάρμαρο» τονίζει ο κ. Kozelj, αλλά ήταν αδύνατον να εξορυχθεί, καθώς βρισκόταν μέσα στα βουνά. Η έλλειψη υποδομών, το τεράστιο οικονομικό κόστος και οι τεχνικές δυσκολίες της εποχής καθιστούσαν την εξόρυξη αδύνατη. Η ύπαρξη των λατομείων δίπλα στη θάλασσα βοήθησε ώστε το μάρμαρο της Θάσου να διαδοθεί εύκολα και γρήγορα».

Το χρώμα στα μάρμαρα

Στην Ελληνιστική και Αρχαϊκή εποχή οι χτίστες χρησιμοποίησαν περισσότερο λευκά μάρμαρα επειδή η επιφάνειά τους μετά το χτίσιμο έπρεπε να βαφτεί με διάφορα χρώματα. Όλο και περισσότερο, λοιπόν, αρχίζουν να χρησιμοποιούν χρωματιστά μάρμαρα και πορφύρα για εσωτερικούς χώρους, όπως στη Θόλο της Επιδαύρου, που κτίστηκε με λευκό μάρμαρο εξωτερικά, μαύρο μάρμαρο εσωτερικά και πολύχρωμο στα δάπεδό της. Στη Ρωμαϊκή εποχή, σημειώνει ο κ. Kozelj, η διακόσμηση πήρε μια άλλη γραμμή. Γίνεται αναζήτηση για πολύχρωμα μάρμαρα σε όλη την αυτοκρατορία. Έτσι, ανοίγουν καινούργια λατομεία όπως στην Εύβοια για το πράσινο μάρμαρο το ονομαζόμενο και «τσιπολίνο», το όμορφο «παβονατζέτο» και το «πορτασάντα» στη Χίο.

Από τα πιο αξιοσημείωτα στοιχεία της επιστημονικής έρευνας που διεξήγαγε ο Tony Kozelj είναι αυτό που αφορά τις ιδιαίτερες τεχνικές εξόρυξης του μαρμάρου, τη μεταφορά του και το είδος της παραγωγής.

Η εξόρυξη του μαρμάρου περνούσε από τρεις φάσεις. Στη διάρκεια της πρώτης φάσης, στο λατομείο, η εξόρυξη ενός όγκου μαρμάρου δεν γίνονταν ποτέ χωρίς προσχεδίασμα της παραγωγής του έργου. Εξαρχής οι εργάτες γνώριζαν πού επρόκειτο να χρησιμοποιηθεί ο όγκος που θα εξορυσσόταν, αν δηλαδή θα γίνει γλυπτό, αν θα «ντύσει» κάποιον τοίχο ή αν θα γίνει κίονας.

Η δεύτερη φάση εξελισσόταν στο εργαστήρι του λατομείου. Εκεί οι γλύπτες και οι σμιλευτές έδιναν στον όγκο την πρώτη φόρμα απομακρύνοντας τα περιττά τμήματα, ώστε να γίνει ελαφρύτερος και να βοηθηθεί στη μεταφορά. Το είδος της παραγωγής μπορεί σήμερα ένας επισκέπτης να το αναγνωρίσει εύκολα από τους όγκους που εγκαταλείφθηκαν στα λατομεία. Είναι εντυπωσιακή η εικόνα ημιτελών γλυπτών ή κάποιου μονολιθικού κίονα που ξεκίνησαν να δουλεύονται δίπλα στα λατομεία και στη συνέχεια εγκαταλείφθηκαν – οπότε γίνεται αντιληπτό για ποια χρήση προορίζονταν.

Η τρίτη και τελευταία φάση της επεξεργασίας γινόταν όταν ο ήδη διαμορφωμένος όγκος μαρμάρου έφτανε στον προορισμό του. Εκεί, επιτόπου, ο γλύπτης ολοκλήρωνε το έργο και του προσέδιδε την οριστική μορφή του.

Οι τεχνικές εξόρυξης και επεξεργασίας

Ακόμα πιο εντυπωσιακή ήταν η τεχνική που χρησιμοποιούνταν για την κατασκευή των λεγόμενων κανελούρων στους κίονες – οι αυλακιές δηλαδή που υπάρχουν πάνω στους κίονες. Αρχικά οι γλύπτες στο λατομείο δημιουργούσαν μικρές κανελούρες στην αρχή και στο τέλος του κίονα. Όταν αυτός μεταφερόταν στην οριστική του θέση, ο γλύπτης ένωνε τις πάνω με τις κάτω κανελούρες και στη συνέχεια τοποθετούσε τα κιονόκρανα, αφού όμως πρώτα σφυρηλατούσε την κορυφή και τη βάση του κίονα για να υπάρχει τέλεια συγκόλληση. Η τεχνική αυτή ήταν μοναδική κι έκανε κάθε κίονα μοναδικό. Κανένας κίονας δεν ήταν ίδιος με τον άλλο, αφού όλοι σκαλίζονταν στο χέρι.

Η άφθονη ξυλεία που υπήρχε στο νησί της Θάσου συνέβαλε στην κατασκευή ανυψωτικών μηχανών με τη βοήθεια των οποίων μεταφέρονταν οι όγκοι μαρμάρου από το χώρο εξόρυξης στην πλατφόρμα και εν συνέχεια στο πλοίο που θα τους μετέφερε. Στην αρχαιότητα υπήρχαν αρκετοί τύποι ανυψωτικών μηχανών ανάλογα με τις ανάγκες του έργου και του κάθε λατομείου.

Οι οργανωμένες κοινωνίες των λατομείων

Τα λατομεία, σύμφωνα με τον Tony Kozelj, ήταν κλειστές κοινωνίες που είχαν τη δική τους οργάνωση. Για τη σκληρή δουλειά όπως ήταν η εξόρυξη χρησιμοποιούνταν αιχμάλωτοι πολέμου, σκλάβοι και ισοβίτες. Ο κ. Kozelj επισημαίνει πως ήταν κοινό μυστικό ότι όσοι εργάζονταν στα λατομεία ήταν καταδικασμένοι να πεθάνουν, λόγω της σκληρής εργασίας και των κακουχιών.

Στα λατομεία εργαζόταν  μεγάλος αριθμός ατόμων εκ των οποίων ο καθένας είχε διαφορετική ειδικότητα. Υπήρχαν ξυλουργοί, σχοινοποιοί, σιδεράδες, γλύπτες, που όλοι τους συνέβαλλαν στην επεξεργασία του μαρμάρου και την παραγωγή των μαρμάρινων ειδών που παραγγέλνονταν. Στα πρώτα χριστιανικά χρόνια πολλοί ισοβίτες που εργάζονταν στα λατομεία ήταν χριστιανοί που συνέχιζαν κρυφά τη λατρεία τους σκαλίζοντας θρησκευτικά σύμβολα σε μέρη που δεν φαίνονταν εύκολα από τους φρουρούς. Επίσης, κάθε καλά οργανωμένο λατομείο διέθετε πύργους με παρατηρητήρια στα οποία διέμεναν και ελέγχονταν από τους στρατιώτες, οι οποίοι επέβλεπαν τη δουλειά των εργατών και φρόντιζαν για την ασφάλεια του λατομείου και κυρίως των μαρμάρινων όγκων που εξορύσσονταν.

Παιδεία και ευαισθητοποίηση

Τα λατομεία μαρμάρου στη Θάσο άκμαζαν όσο ήταν χρήσιμα για τις κατασκευαστικές ανάγκες των αρχόντων που βρίσκονταν στην εξουσία. Έτσι, το λατομείο στις Αλυκές που το χρησιμοποιούσαν κυρίως οι Βυζαντινοί σταμάτησε με την παρακμή της αυτοκρατορίας. Ανάλογη ήταν η τύχη και των άλλων λατομείων, όπου γινόταν η εξόρυξη του λευκού μαρμάρου, που σταμάτησαν να λειτουργούν με την παρακμή της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.

Η μακρά και άκρως ενδιαφέρουσα παρουσίαση στο ΑΠΕ-ΜΠΕ της ιστορικής διαδρομής των αρχαίων λατομείων μαρμάρου της Θάσου που επιχείρησε ο Tony Kozelj ολοκληρώνεται με μια πικρή διαπίστωση από τον ίδιο: «Η Θάσος διαθέτει τεράστιο ιστορικό θησαυρό που ακόμα δεν έχει βγει στην επιφάνεια και το σημαντικότερο είναι ότι δεν έχει εκτιμηθεί όσο θα έπρεπε από την κοινωνία του νησιού. Δεν είναι όλα χρήματα, σίγουρα όμως όλα είναι παιδεία και ευαισθητοποίηση. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει καλή συνεργασία με την Τοπική Αυτοδιοίκηση για να προστατευτεί και να αναδεχθεί αυτός ο τεράστιος πολιτιστικός όγκος ευρημάτων που υπάρχουν διάσπαρτα σε όλο το σύγχρονο εμπορικό κέντρο της πρωτεύουσας της Θάσου, τον Λιμένα. Ξέρετε κάτι… σε άλλες χώρες βρίσκουν μια πέτρα και την κάνουν μνημείο, δυστυχώς εδώ βρίσκουμε ένα μνημείο και το κάνουμε πέτρα».

«Είναι ελπιδοφόρο», συνεχίζει ο κ. Kozelj, «που οι δικές μας προσπάθειες βρήκαν ανταπόκριση στα παιδιά και τους εκπαιδευτικούς. Πριν χρόνια το να παίζεις δίπλα σε αρχαία ήταν αφορμή απλώς για να καταστραφούν. Σήμερα, η καθημερινή παρουσία των παιδιών και των δασκάλων τους δίπλα στα μνημεία είναι αφορμή για ενημέρωση, κατανόηση, ιστορική έρευνα και αναζήτηση. Τα παιδιά και οι δάσκαλοί τους είναι ευαισθητοποιημένοι. Θέλουν να μάθουν την πλούσια ιστορία του τόπου τους. Θέλουν να γνωρίσουν πώς ήταν η ιδιαίτερη πατρίδα τους πριν από χιλιάδες χρόνια. Κάποτε, ψάχναμε εμείς τα παιδιά για να τα ενημερώσουμε, σήμερα μας ψάχνουν αυτά».

Όσο για τα αρχαία μεταλλεία χρυσού, αυτά είναι η μεγάλη προσωπική πρόκληση του Tony Kozelj. Χρόνια τώρα περιμένει καρτερικά την κατάλληλη συγκυρία, πότε θα υπάρξουν οι οικονομικοί πόροι ώστε να ξεκινήσει η συστηματική έρευνα και ανασκαφή των μεταλλείων που είναι σίγουρο ότι θα αποκαλύψουν τη λαμπρή τροχιά που διέγραψε το νησί της Θάσου στο πέρασμα της ιστορίας.