Η Κοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες γιορτές της Χριστιανοσύνης και γιορτάζεται στις 15 Αυγούστου από εκατοντάδες ιερούς ναούς και μοναστήρια σε όλη τη χώρα. Στον νομό Τρικάλων, ένας από αυτούς τους ναούς που τιμά και γιορτάζει την Παναγία είναι και ο Ιερός Ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου Αχλαδοχωρίου, ο οποίος βρίσκεται βόρεια του οικισμού Αχλαδοχωρίου του δήμου Φαρκαδόνας και βόρεια από τον σύγχρονο ενοριακό ναό.

Κάθε χρόνο τέτοια μέρα ο ναός συγκεντρώνει κατοίκους από όλη τη γύρω περιοχή, οι οποίοι με τα πόδια βαδίζουν μέχρι την ενορία για να τιμήσουν την Κοίμηση της Θεοτόκου. Ωστόσο, εκείνο που έχει σημαντική αξία, είναι πως ο Ιερός Ναός Κοιμήσεως της Θεοτόκου αποτελεί ένα από τα ελάχιστα εναπομείναντα μνημεία μίας σπάνιας αρχιτεκτονικής στον θεσσαλικό χώρο. Οι εργασίες στερέωσης-αποκατάστασης του ναού που πραγματοποιήθηκαν άλλαξαν όλη την εικόνα του προς το καλύτερο, τόσο εσωτερικά, όσο και εξωτερικά.

Όπως δηλώνει η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Τρικάλων, Κρυσταλλία Μαντζανά, αποτελείται από τον βυζαντινό σταυρεπίστεγο κυρίως ναό και τις μεταγενέστερες προσθήκες στα δυτικά του, δηλαδή δύο συνεχόμενους χώρους που ο καθένας τους φέρει κατά μήκος της νότιας πλευράς ανοιχτή στοά και όλα μαζί έχουν κοινή ξυλόστεγη δίρριχτη στέγη.

Σύμφωνα με την κατάταξη του Α. Ορλάνδου για τους σταυρεπίστεγους ναούς της Ελλάδος, ο τύπος του ναού ανήκει στον τύπο Α1 που είναι και ο αρχαιότερος και ανάγεται στον 13ο και 14ο αιώνα.

Ο καθηγητής Ν. Νικονάνος, ο οποίος μελέτησε το μνημείο και με βάση τα μορφολογικά και κατασκευαστικά στοιχεία (η γλυπτική διακόσμηση, τα λίγα αλλά σωστά τοποθετημένα κεραμοπλαστικά κοσμήματα, η τοιχοδομία και η κυματοειδής μορφή των απολήξεων των στεγών) τοποθετεί την ανέγερσή του στην τελευταία δεκαετία του 13ου αιώνα. Εσωτερικά, ο ναός είναι κατάγραφος με μεταγενέστερες τοιχογραφίες (18ος αι.).

Οι εργασίες αποκατάστασης

Σύμφωνα με την κ. Μαντζανά, οι εργασίες στερέωσης-αποκατάστασης του ναού πραγματοποιήθηκαν από το Γ’ ΚΠΣ με συγχρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση και βάσει της εγκριτικής απόφασης του υπουργού Πολιτισμού, με αυτεπιστασία από την πρώην 19η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων.

Συγκεκριμένα, όπως διευκρινίζει η κ. Μαντζανά, πραγματοποιήθηκαν εργασίες υποστύλωσης-αντιστήριξης του ναού, κατασκευή αποστραγγιστικής τάφρου, όπως και κατασκευή αφανών διαζωμάτων (κρυφοσενάζ) από οπλισμένο σκυρόδεμα κατά μήκος των διαμήκων και εγκάρσιων τοίχων, για την αντιμετώπιση των δομικών προβλημάτων και την καλύτερη έδραση των ζευκτών της στέγης.

Στις ίδιες εργασίες ανήκει η επισκευή στέγης σταυρεπίστεγου τμήματος του ναού, η κατασκευή νέας ξύλινης στέγης στις δύο προσθήκες, όπως και η κατασκευή νέου ξύλινου στεγάστρου, κατ’ επέκταση της ενιαίας δίρριχτης ξύλινης στέγης σε αντικατάσταση της τοποθέτησης ξύλινων φουρουσιών για την προστασία του δαπέδου της ανοιχτής νότιας στοάς και της τοιχογραφίας που υπάρχει πάνω από τη νότια είσοδο με νέα.

Επίσης, έγινε καθαίρεση επιχρισμάτων από τις εξωτερικές όψεις των προσθηκών του κτιρίου, καθαίρεση της ανατολικής τοιχοποιίας στη νότια στοά του ναού. Όπως προσθέτει η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Τρικάλων έγινε κατασκευή στο σύνολο του αρχικού δυτικού τοίχου του ναού από λιθοδομή για την αντιμετώπιση των έντονων διαγώνιων ρηγματώσεων, ενώ στον κυρίως ναό, καθώς επίσης και στις δύο προσθήκες, τα υπάρχοντα δάπεδα καθαιρέθηκαν και τα δάπεδα του ιερού βήματος του κυρίως ναού και της δεύτερης προσθήκης (γ’ φάση) στα οποία υπάρχουν μεγάλες ακανόνιστες σχιστόπλακες καθαρίστηκαν και αρμολογήθηκαν. Τέλος, έγινε μερική διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου του ναού.

Οι παραπάνω εργασίες είχαν στόχο την ανάδειξη ενός μνημείου με σπάνια αρχιτεκτονική αλλά και ενός μνημείου από τα ελάχιστα εναπομείναντα αυτής της αρχιτεκτονικής στον θεσσαλικό χώρο. Επίσης, συνέβαλαν στην επαναλειτουργία του μνημείου και την ένταξή του στην πολιτιστική-τουριστική διαδρομή Λάρισα-Τρίκαλα-Μετέωρα.