Τον 7ο αιώνα μ.Χ., η Κίνα θα ζήσει τη δόξα και το μεγαλείο της Δυναστείας των Τανγκ. Έχουν προηγηθεί τέσσερις αιώνες εθνικών συμφορών, με βαρβαρικές εισβολές, μαζικές μετακινήσεις διωγμένων πληθυσμών και πολυδιάσπαση της αυτοκρατορίας σε διάφορα πρόσκαιρα βασίλεια. Με τους Τανγκ στην εξουσία, όμως, το φως διαδέχεται το σκοτάδι και η άνοιξη το χειμώνα. Για την Άπω Ανατολή είναι μια πραγματική Αναγέννηση με βασικά χαρακτηριστικά: ενοποίηση και επέκταση του κινεζικού κράτους, ευημερία του αστικού πληθυσμού και τεράστιος πλούτος της άρχουσας τάξης, άνθηση των επιστημών, των γραμμάτων και των τεχνών. «Επί της Δυναστείας των Τανγκ», σημειώνεται στο λήμμα «China» της εγκυκλοπαίδειας Britannica, «η Κίνα υπήρξε, ασφαλώς, η πιο μεγάλη και η πιο πολιτισμένη χώρα του κόσμου».

Η λαμπερή αυτή εικόνα θα διατηρηθεί για δύο ακόμη αιώνες, ενώ η Δύση ουσιαστικά αγνοεί την ύπαρξη της μεγαλύτερης χώρας του πλανήτη. Η μόνη επαφή δυτικών στοιχείων με την απόμακρη, άγνωστη, μυστηριώδη «κίτρινη φυλή» είναι μέσω των εμπορικών καραβανιών, που στο βωμό του κέρδους και με ιώβεια υπομονή πορεύονται στις απέραντες ερήμους της Κεντρικής Ασίας, με σκοπό να πουλήσουν τα προϊόντα τους στην Κίνα και να φέρουν κινεζικά προϊόντα στους τόπους από όπου προέρχονται.

Κάποια άλλα καραβάνια, κυρίως αυτά από τις Ινδίες, είχαν ήδη προωθήσει (από τον 4ο-5ο αιώνα) στην κινεζική επικράτεια το κατεξοχήν ινδικό πνευματικό προϊόν που ακούει στο όνομα «βουδισμός». Η νέα θρησκεία βρήκε αμέσως ανταπόκριση σε πλατιά λαϊκά στρώματα και, προς «ιεράν αγανάκτησιν» των Κινέζων κομφουκιανιστών, απλώθηκε και ρίζωσε, εγκαθιδρυμένη οριστικά ως «αντίπαλον δέος» του παραδοσιακού κομφουκιανισμού.

Κατά τους τρεις αιώνες των Τανγκ, ιδιαίτερα τον 8ο αιώνα, η Κίνα έχει να επιδείξει πλειάδα σημαντικών ανθρώπων που διακόνησαν τις επιστήμες, το πνεύμα και τις τέχνες: ιστορικούς, φιλοσόφους, φυσικούς, ποιητές, ζωγράφους, μουσικούς. Μια μεταγενέστερη συγκέντρωση και καταγραφή του όλου ποιητικού έργου της συγκεκριμένης περιόδου κατέληξε στη συγκρότηση της 30τομης ανθολογίας Quan Tangshi με 48.900 ποιήματα από 2.300 ποιητές, μεταξύ των οποίων αρκετές γυναίκες. Και αυτά ήταν μόνο όσα είχαν διασωθεί, γιατί υπήρχαν και πολλά άλλα, χαμένα για πάντα…

Στους χρόνους των Τανγκ, το Αυτοκρατορικό Πανεπιστήμιο αναδιοργανώθηκε, με τον αριθμό των σπουδαστών του να φτάνει τους 5.000 (από όλη την Ασία), ενώ ιδρύθηκε και μια Αυτοκρατορική Ακαδημία Επιστημών. Παράλληλα, οι εφευρέσεις διαδέχονταν η μία την άλλη, σε πολλούς και διαφορετικούς τομείς, όπως στην ιατρική, την τυπογραφία, την παραγωγή κεραμικής (πορσελάνη), τη νομισματοκοπία (χαρτονόμισμα) κ.ά.

Κανείς στη Δύση δεν μπορούσε ποτέ να φανταστεί, για τον απλό λόγο ότι κανείς ποτέ δεν το είχε ακούσει, πως η κινεζική πρωτεύουσα Τσανγκ Αν, με το ένα εκατομμύριο των κατοίκων της, ήταν η πιο εκθαμβωτική μεγαλούπολη του κόσμου, ανώτερη με διαφορά από τη φημισμένη στην Ευρώπη Κωνσταντινούπολη. Αλλά και πέρα από την πρωτεύουσα, όλες οι άλλες πόλεις της Κινεζικής Αυτοκρατορίας άκμαζαν και ευημερούσαν, ενώ στα λιμάνια της κατέπλεαν και απέπλεαν χιλιάδες πλοία.

Οι πολίτες των εύπορων τάξεων κατοικούσαν σε κτίρια πολυώροφα, που εξωτερικά φάνταζαν σαν αληθινά έργα τέχνης, με τις προσόψεις τους κατάφορτες από ανάγλυφα και άλλες καλλιτεχνικές διακοσμήσεις. Το ίδιο και οι εσωτερικοί τους χώροι, με τα εκλεκτά σκαλιστά έπιπλα, τα αντικείμενα λεπτοτεχνίας και τα βαρύτιμα κεντήματα στις κουρτίνες.

Τα κοσμήματα αφθονούσαν, αποτελώντας στοιχείο «εκ των ων ουκ ανευ» για την αμφίεση κυρίως των γυναικών, ενώ σε αυτόν τον τομέα δεν υστερούσαν και οι άνδρες. Αρκετοί μάλιστα από τους τελευταίους, όποτε συνέβαινε να κυκλοφορήσουν πεζοί στους δρόμους, ανάδευαν και τράνταζαν τις πόρπες τους, τα βραχιόλια και τα λοιπά στολίδια τους, ώστε αυτά να κουδουνίζουν και να κινούν την προσοχή –και το θαυμασμό, βεβαίως– των περαστικών. Όσο για τις άμαξές τους, αυτές ήταν όλες χρυσοποίκιλτες, με τα άλογά τους καταστόλιστα. Το μετάξι, προϊόν πολύτιμο και άγνωστο στη Δύση, είχε γίνει τόσο κοινό στις κινεζικές πόλεις, ώστε να το φορούν ακόμη και οι μεσαίες τάξεις. Πρώτη η Κωνσταντινούπολη πληροφορήθηκε την ύπαρξη του μεταξιού και, μέσα από τον γνωστό Δρόμο του Μεταξιού, το διοχέτευσε στη συνέχεια σε όλη τη Δυτική Ευρώπη.

Στα κινεζικά χρονικά της εποχής τονίζεται ότι, για τις κυρίες ειδικότερα, η περιποίηση του προσώπου και της κόμμωσης είχε ξεπεράσει κάθε προηγούμενο. Ώρες ατελείωτες του βίου τους θυσίαζαν μπροστά στον καθρέφτη, δοκιμάζοντας περιδέραια με πολύτιμους λίθους, πλέκοντας τα μαλλιά τους γύρω από χρυσές καρφίτσες και καταναλώνοντας μεγάλες ποσότητες καλλυντικών προσώπου και σώματος. Τα αρώματα πλημμύριζαν τα δωμάτια, τόσο που να προκαλούν ζάλη. Στο μακιγιάζ χρησιμοποιούσαν ποικιλία χρωμάτων, από το κατάλευκο και το ρόδινο μέχρι το βαθυκόκκινο και το μαύρο. Τα χείλη βάφονταν «κερασένια» και τα νύχια πορφυρά, τα τσίνορα ζωγραφίζονταν με καρβουνόσκονη, ενώ οι «ελιές» στο πρόσωπο θεωρούνταν βασικό συστατικό στοιχείο της καλλονής.

Αυτήν, όμως, την αλόγιστη χρήση του πλούτου δεν παρέλειπαν να στηλιτεύουν με δριμύτητα οι ex officio φρουροί της ηθικής τάξης, δάσκαλοι και συγγραφείς, ενώ τη διακωμωδούσαν οι σατιρικοί ποιητές. Πολύ περισσότερο, που ο πλούτος των αστών βρισκόταν σε πλήρη αντίθεση με την κατάσταση των αγροτών, οι οποίοι αποτελούσαν το 80% του κινεζικού λαού και τον συντηρούσαν με τα προϊόντα τους. Έγραφε ο ποιητής Ντου Γκουανγκσένγκ για τις κυρίες της αριστοκρατίας:

«Καθώς αυτή στολίζεται, χτενίζεται / Και στα ρουμπίνια, στα σμαράγδια πνίγεται, / Ποιος ξέρει πως στις τούφες των μαλλιών της / Είναι πολλών χωριών κρυμμένοι οι φόροι;»

Η ευημερία είναι μια έννοια σχετική και για να έχει κανείς πλήρη εικόνα της πραγματικότητας οφείλει να κοιτάζει και πίσω από την πρόσοψη. Γιατί κάθε «χρυσός αιώνας» συμβαίνει να έχει και τις μελανές σελίδες του.

Θεόδωρος Καρζής

Δημοσιογράφος – Συγγραφέας