O Αλέξανδρος Ιόλας, ο παρεξηγημένος στην Ελλάδα μαικήνας,  επιστρέφει στο προσκήνιο 27 χρόνια μετά το θάνατό του με έκθεση στη Νέα Υόρκη και θεατρική βιογραφία στη βίλα του στην Αθήνα.

Πολίτης του κόσμου, οραματιστής και γνώστης αλλά και εκκεντρικός, ελιτιστής, τελειομανής και προκλητικός. Ένας Ίκαρος του 20ου αιώνα που πλήρωσε την επιθυμία του να «φτάσει τον ήλιο» με κάτι περισσότερο από τη ζωή του: την υστεροφημία του. Αυτός ήταν ο Αλέξανδρος Ιόλας, μια προσωπικότητα που άλλαξε όσο λίγοι την ιστορία της διεθνούς τέχνης, για να καταδικαστεί στη λήθη από τους συμπατριώτες του Έλληνες που εύκολα κατηγορούσαν ό,τι δεν καταλάβαιναν.

Η θρυλική βίλα του στην Αγ. Παρασκευή, κάποτε γεμάτη με ανεκτίμητα έργα τέχνης απ’ όλον τον κόσμο αφέθηκε στην κυριολεξία στην τύχη της, με τους θησαυρούς που κάποτε στέγαζε να χαθούν για πάντα. Λίγοι από όσους κατέκλυσαν στο πρόσφατο παρελθόν τις εκθέσεις που πραγματοποιήθηκαν στην Αθήνα με αντικείμενο τον Άντυ Γουόρχολ (2009-1- στο ΒΧΜ και 1993 στην Εθνική Πινακοθήκη) θα ήξεραν ότι ήταν ο Ιόλας που οργάνωσε την πρώτη έκθεση του Γουόρχολ στη Νέα Υόρκη (1952) αλλά, συμπτωματικά, και την τελευταία του (1987). Λίγοι φοιτητές της Ιστορίας της Τέχνης θα γνωρίζουν επίσης ότι ο Ιόλας ήταν από τους πρωτοπόρους στην εισαγωγή στις ΗΠΑ μετέπειτα κύριων ρευμάτων τέχνης (όπως ο Σουρεαλισμός) και συνδεόταν με καλλιτέχνες του βεληνεκούς του Μαξ Ερνστ, του Ρενέ Μαγκρίτ και του Μαν Ρέι. Το όνειρό του να εγκαθιδρύσει ένα διεθνές κέντρο τέχνης γιε νέους καλλιτέχνες στη βίλα του δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ, με τις ελληνικές αρχές Πολιτισμού να τον έχουν κατηγορήσει ακόμη και για παράνομη διακίνηση έργων τέχνης. Και ακόμη και αν τελικά απαλλάχθηκε κάθε κατηγορίας, ο Ιόλας δεν θα θεωρηθεί ποτέ «Μεγάλος Έλληνας»: στην Εδέμ της ελληνικής συλλογικής μνήμης, όπου οι ιδέες αξιολογούνται με βάση τη συνεισφορά τους στους εθνικούς μύθους ή, ακόμη χειρότερα, σε μια στενά εννοούμενη «ηθική», ο Ιόλας ήταν μάλλον ο «απαγορευμένος καρπός».

Πρόσφατα, πάντως, κάτι φαίνεται να αλλάζει, με τη μνήμη του Ιόλα να αποκαθίσταται. Ένα ντοκιμαντέρ της Μηχανής του Χρόνου, μια βιογραφία του Νίκου Σταθούλη από την «Οδό Πανός» (2012) κι ένα κείμενο του Χρήστου Παρίδη στη LiFO περιγράφουν τον εκλιπόντα από το 1987 «μαικήνα» ως θύμα κακής δημοσιότητας, ειδικά από την φίλα προσκείμενη στο κατεστημένο της δεκαετίας του ‘80 εφημερίδα «Αυριανή» . Ο Παρίδης μάλιστα δεν διστάζει να κατονομάσει μορφές-θρύλους της τότε πολιτικής σκηνής  όπως η Μελίνα Μερκούρη για το «άδειασμα» του πληθωρικού Ιόλα. Τον περασμένο Μάρτιο, στη γκαλερί Πολ Κάσμιν της Νέας Υόρκης, η έκθεση με τίτλο «Αλέξανδρος ο Μέγας» τίμησε την προσφορά του Ιόλα μέσα από έργα των Βίκτορ Μπράουνερ, Τζόρτζιο ντε Κίρικο, Γουίλιαμ Κόπλεϊ, Τζόζεφ Κορνέλ, Μαξ  Ερνστ, Λούτσιο Φοντάνα, Αλέν Ζακέ, Ρέι Τζόνσον, Μαρίνας Καρέλλα, Ιβ Κλάιν, Les Lalanne, Ρενέ Μαγκρίτ, Ρομπέρτο Μάτα, Ζιλ Ολίτσκι, Μαν Ρέι, Εντ Ρούσα, Νίκι ντε Σεν-Φαλ, Χάρολντ Στήβενσον, Τάκι, Ντόροθι Τάνινγκ, Paul theK, Jean Tinguely, και φυσικά, του Άντυ Γουόρχολ. Επι Ελληνικού εδάφους πάλι, η βίλα του Ιόλα άνοιξε για πρώτη φορά για το κοινό με αφορμή παράσταση με θέμα τη ζωή του. Έχει αλλάξει τόσο το πώς ορίζουμε την ηθική; Έχουμε γίνει πιο ανοιχτόμυαλοι, τουλάχιστον κάποια μέρη της κοινωνίας;  Ή μήπως η παρούσα κρίση σε όλα τα επίπεδα μας αναγκάζει να βρούμε νέους ήρωες ;

Στις 8 Ιουνίου 2014 κλείνουν 27 χρόνια από τον θάνατο του Ιόλα. Αυτή τη φορά όμως φαίνεται ότι τα πράγματα είναι διαφορετικά για την υστεροφημία του ανθρώπου που είχε δηλώσει ότι είναι γεννημένος πρωταγωνιστής (και όχι κομπάρσος) . Ο αποδιοπομπαίος τράγος της δεκαετίας του 80 γίνεται φοίνικας και αναγεννιέται για να ανακαλυφθεί ξανά από τις γενιές που καθορίζουν το μέλλον.