Εισαγωγή

Στο πλαίσιο ερευνητικού προγράμματος του Orange Coast College των ΗΠΑ κατά την περίοδο 2012-2018, για τον εντοπισμό πιθανών αρχαιολογικών δομών στο υπέδαφος της περιοχής Παλικής της N. Κεφαλληνίας, με τη χρήση μη καταστροφικών μεθόδων έρευνας πεδίου (μέθοδος Γεωραντάρ – GPR) και εξοπλισμού (GPS) υψηλής ακρίβειας για τον προσδιορισμό των θέσεων μέτρησης, πραγματοποιήθηκε γεωφυσική διερεύνηση, η οποία επικεντρώθηκε σε τρεις κυρίως τοποθεσίες: 1) Λόφος Κρίκελος, 2) Λόφος Σγουρός και γ) Λόφος Σχοινοβούνι ή Βουνί Κοντογενάδας (εικ. 1).

Για τη βέλτιστη οργάνωση των γεωφυσικών εργασιών υπαίθρου προηγήθηκε γεωλογική και αρχαιολογική επισκόπηση, καθώς και φωτογράφιση των περιοχών έρευνας (καλοκαίρι 2012 και 2013). Παρ’ όλα αυτά ο σχεδιασμός του καννάβου και η πραγματοποίηση οδεύσεων (τομές Γεωραντάρ) έγινε με αρκετές δυσκολίες, λόγω της ακανθώδους και πυκνής βλάστησης που κάλυπτε το μεγαλύτερο τμήμα των τριών περιοχών έρευνας.

Κάθε έτος, η Ερευνητική Ομάδα ενημέρωνε την τοπική Εφορεία Αρχαιοτήτων, με την οποία είχε υπογράψει πρωτόκολλο συνεργασίας, για τα αποτελέσματα της επεξεργασίας των γεωφυσικών δεδομένων υπαίθρου, ενώ στο τέλος του προγράμματος υπέβαλε πλήρη φάκελο με όλα τα στοιχεία των ερευνών, καθώς και τις ακριβείς συντεταγμένες των θέσεων των σημαντικότερων ευρημάτων και των σημάνσεων επί του εδάφους των μεγαλύτερων ταφικών μνημείων.

Μεθοδολογία

Η γεωφυσική έρευνα πραγματοποιήθηκε με το αυτοκαταγραφικό γεωραντάρ SIR-3000 του αμερικανικού οίκου GSSI και με αντένα συχνότητας ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων 400 Mhz για τη διερεύνηση μέχρι το βάθος των 5-6 μ., ενώ σε κάποιες επιλεγμένες θέσεις στον λόφο «Σχοινοβούνι» Κοντογενάδας χρησιμοποιήθηκε και η αντένα των 100 Mhz προκειμένου να διεισδύσουμε σε ακόμη μεγαλύτερα βάθη.

Η επεξεργασία των δεδομένων υπαίθρου έγινε με ειδικό λογισμικό (με τη χρήση band pass filtering ψηφιακών φίλτρων, κυλιόμενου μέσου όρου και κατά περίπτωση ενίσχυση του σήματος), ενώ οι οδεύσεις του γεωραντάρ (γεωφυσικές τομές) τοποθετήθηκαν με ακρίβεια πάνω στον τοπογραφικό χάρτη κάθε περιοχής.

Αποτελέσματα

Λόφος Κρίκελος – Περιοχή Ι.Ν. Αναλήψεως

Περιφερειακά του ερειπωμένου ναού της Αναλήψεως, του οποίου η επιμήκης διάσταση δεν συμπίπτει με τον συνήθη προσανατολισμό των ορθόδοξων ναών (Ανατολή – Δύση), πραγματοποιήθηκαν 30 τομές με μέγιστο βάθος έρευνας τα 6 μ. και καθορίστηκαν τα σημεία εντοπισμού υπεδαφικών δομών αρχαιολογικού ενδιαφέροντος.

Ενδεικτικά αναφέρεται το βορειοδυτικό τμήμα όπου απαντούν πολύ ισχυρές ανακλάσεις και ένα υπεδαφικό κενό (σημείο που τέμνεται η 1η και 8η γεωφυσική τομή) καθώς και ο παράπλευρος αγροτικός δρόμος (τομή 23), όπου οι ανακλάσεις σχετίζονται με ανθρώπινες κατασκευές (κτίρια ή τοίχους) (εικ. 2, 3).

Στην κορυφή του Κρίκελου εντοπίστηκε υπόγεια αποθήκη (δεξαμενή) βάθους 5 μ., με ορθογώνιο στόμιο, λαξευμένη μέσα στο ασβεστολιθικό του υπόβαθρο (εικ. 4α). Ενώ, κατά τη διάρκεια της επισκόπησης εντοπίστηκε στις παρειές του λόφου αρχαίο πηγάδι, με λαξευμένο ορθογώνιο ασβεστολιθικό στόμιο και καθαρό πόσιμο νερό (εικ. 4β).

Τέλος, η γεωφυσική έρευνα που επεκτάθηκε σε μεγάλο τμήμα περιφερειακά του λόφου αποκάλυψε και άλλα σημεία υπεδαφικού αρχαιολογικού ενδιαφέροντος καθώς και θέσεις ύπαρξης μεταλλικών αντικειμένων.

Λόφος Σγουρός

Κατά την προκαταρκτική φάση της επισκόπησης και των διερευνητικών γεωφυσικών μετρήσεων στον λόφο Σγουρό, που βρίσκεται βορειοδυτικά του Κρίκελου, εντοπίστηκαν αρκετά σημεία αρχαιολογικού ενδιαφέροντος και ως εκ τούτου ενσωματώθηκε στον σχεδιασμό της Ερευνητικής Ομάδας για την πραγματοποίηση πιο εκτεταμένης γεωφυσικής έρευνας στην περιοχή, κατά τα έτη 2015-16.

Η γενική εικόνα που δημιουργείται από τη γεωγραφική διάταξη της αξιολόγησης των γεωφυσικών δεδομένων είναι η υπεδαφική ανάπτυξη επάλληλων τειχών, περιφερειακά της κορυφής του λόφου Σγουρού, αλλά και άλλων κατασκευών αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Όμως η ισοπέδωση της περιοχής (με μπουλντόζες) για καλλιεργητική χρήση του χώρου έχει καταστρέψει σημαντικό τμήμα αυτών των τειχών, τα απομεινάρια των οποίων εντοπίζονται από το γεωραντάρ σε μικρό βάθος μέσα στο έδαφος και σε απόμερα τμήματα της περιοχής.

Η πρόσβαση στην κορυφή του λόφου ήταν αρχικά αδύνατη λόγω της ιδιαίτερα πυκνής και ακανθώδους βλάστησης και ως εκ τούτου, ήταν πρακτικά αδύνατη η επισκόπησή του και πολύ περισσότερο η πραγματοποίηση γεωφυσικών μετρήσεων.

Όμως έπειτα από την πυρκαγιά που εκδηλώθηκε το 2018, η οποία κατέστρεψε ολοσχερώς την πυκνή και ακανθώδη βλάστηση της ευρύτερης περιοχής και κατέστησε προσβάσιμη την κορυφή του λόφου, διαπιστώθηκε η ύπαρξη επίγειων δομών μεγάλου ενδιαφέροντος γύρω από το τριγωνομετρικό σημείο αναφοράς της ΓΥΣ, όπως είναι π.χ. η ύπαρξη τριών εισόδων λαξευμένων στον ασβεστολιθικό βράχο (εικ. 6).

Λόφος Σχοινοβούνι ή Βουνί Κοντογενάδας

Κατά την επισκόπηση της περιοχής εντοπίστηκαν πολύ σημαντικά επιφανειακά ευρήματα αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, όπως π.χ. ένα πατητήρι σταφυλιών λαξευμένο στον βράχο, κτίσματα με λαξευμένα σκαλοπάτια εισόδου και λαξευμένες λεκάνες στο εσωτερικό δάπεδο (εικ. 7α, β, γ), καθώς επίσης και ανοιγμένοι ταφικοί θάλαμοι.

Από την αξιολόγηση των γεωφυσικών δεδομένων διαπιστώθηκε ότι ο λόφος «Σχοινοβούνι» ή Βουνί της περιοχής της Κοντογενάδας είναι μια περιοχή ιδιαίτερα σημαντικού αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, αφού εντοπίστηκαν στο υπέδαφος πολλά έγκοιλα (κενά ή μπαζωμένα) τα οποία, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, αντιστοιχούν σε ταφικούς θαλάμους. Μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις το πλάτος των ταφικών θαλάμων φτάνει τα 4 και 5 μ., ενώ η οροφή τους βρίσκεται σε μικρό βάθος (20-40 εκ.). Οι θέσεις των 10 κυριότερων σημείων έχουν προσδιοριστεί με GPS υψηλής ακρίβειας (±1 εκ.), αλλά και έχουν σημανθεί επί του εδάφους.

Κατά την τελευταία τριετία (2017-2020) η τοπική Εφορεία Αρχαιοτήτων έχει προχωρήσει στην ανασκαφή δύο ταφικών μνημείων και αναμένεται η δημοσίευση της μελέτης των ευρημάτων (εικ. 8).

Στην κορυφή αυτού του λόφου απαντά λιθοσωρός, όπου και εντοπίστηκε ένα κενό (πιθανή υπόγεια στοά ιδιαίτερου ενδιαφέροντος). Παρά το γεγονός ότι οι ανωμαλίες του εδάφους (βαθιά άροση) και η ακανθώδης βλάστηση δεν μας επέτρεψαν να πραγματοποιήσουμε πιο πυκνό δίκτυο μετρήσεων, από τα στοιχεία της έρευνας διαπιστώνεται ότι περιφερειακά του λιθοσωρού εμφανίζονται υπεδαφικές δομές (ισχυρές ανακλάσεις), με σαφή παράλληλο προσανατολισμό και ως εκ τούτου η συγκεκριμένη τοποθεσία εξακολουθεί να διατηρεί αυξημένο το επιστημονικό ενδιαφέρον μας.

Συμπεράσματα-Προτάσεις

Η παρούσα έρευνα δεν έφερε μόνο στο φως για πρώτη φορά τόσο σημαντικές πληροφορίες, αλλά κυρίως παρέχει την επιστημονική τεκμηρίωση της ύπαρξης σημαντικών αρχαιολογικών ευρημάτων στην περιοχή της Παλικής της Ν. Κεφαλληνίας και ειδικότερα στις τρεις επιμέρους τοποθεσίες των λόφων Κρίκελου, Σγουρού και Σχοινοβούνι.

Σε όλες τις γεωφυσικές τομές (πρωτογενή στοιχεία μετρήσεων υπαίθρου) που υπεβλήθησαν στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Κεφαλληνίας έχουν σημειωθεί (με έλλειψη) τα σημεία όπου υπάρχουν αυξημένες πιθανότητες να βρίσκονται θέσεις αρχαιολογικού ενδιαφέροντος. Η μέθοδος του GPR που χρησιμοποιήθηκε προσφέρει πολύ υψηλή ανάλυση και εξαιρετικά πυκνή καταγραφή του υπεδάφους, σε αντίθεση με τις άλλες έρευνες, και μπορεί να καταγράψει την παραμικρή διακύμανση μέσα στο υπέδαφος. Γι’ αυτό και είναι σκόπιμο να μην αγνοήσει κανείς ακόμη και τα αναφερόμενα ως «πιθανά σημεία ενδιαφέροντος», πέραν εκείνων που με σαφήνεια χαρακτηρίζονται ως «σημεία αρχαιολογικού ενδιαφέροντος» ή εκείνων που συνοδεύονται με λεπτομερέστερη περιγραφή της δομής τους.

Η ερευνητική μας ομάδα έχει εγγράφως προτείνει στην Εφορεία την πραγματοποίηση διερευνητικών αρχαιολογικών τομών σε επιλεγμένα σημεία ενδιαφέροντος, ιδιαίτερα των ταφικών θαλάμων και του λιθοσωρού, ώστε να διαπιστωθεί η αρχαιολογική σημασία αυτών των ευρημάτων.

Σε κάθε περίπτωση ο αριθμός των ευρημάτων είναι τέτοιος που επιβάλλει την άμεση λήψη μέτρων φύλαξης του συγκεκριμένου χώρου και τη δρομολόγηση συστηματικής ανασκαφικής δραστηριότητας για την ανάδειξη και την προστασία τους.

Ειρήνη Βαλλέρα-Rickerson
Καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης, Orange Coast College

Robert Rickerson
Αρχιτέκτων

Πέτρος Αχιλλεόπουλος
Δρ Γεωλογίας

Ξενοφών Μπαφίτης
Δρ Γεωφυσικής