Σε ανακοίνωσή του για το πόρισμα Ρακιντζή για την κλοπή στην Εθνική Πινακοθήκη, το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού αναφέρει ότι τα αποτελέσματα της έκθεσης θα αξιοποιηθούν πλήρως, όπως άλλωστε και τα αποτελέσματα της ΕΔΕ που διενεργήθηκε από τις υπηρεσίες του ΥΠΠΟΤ.

«Η πορισματική έκθεση του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, συμπληρωματικά προς την οποία λειτουργούν όσα διαπιστώνονται στο πόρισμα της ΕΔΕ του ΥΠΠΟΤ, αποτελεί τη βάση των εισηγήσεων των αρμοδίων οργάνων για την απόδοση πειθαρχικών ευθυνών όπου αυτές εντοπίζονται». Και καταλήγει το Υπουργείο Πολιτισμού πως «η απόδοση των ευθυνών θα γίνει σύμφωνα με όσα ορίζει η ισχύουσα νομοθεσία».

Υπενθυμίζεται πως στις 9 Ιανουαρίου, άγνωστοι εισέβαλλαν στην Πινακοθήκη και έκλεψαν τρία έργα, ένα από αυτά το «Γυναικείο Κεφάλι» του Πικάσο.

Ο πίνακας είχε δωριθεί στην Πινακοθήκη από τον ίδιο τον καλλιτέχνη, ο οποίος το φιλοτέχνησε το 1939.

Οι άγνωστοι εισέβαλαν στο κτίριο παραβιάζοντας ένα παράθυρο στην πίσω πλευρά, ενώ ο φύλακας δεν πρόλαβε να ενεργήσει.

Πόρισμα για την κλοπή στην Πινακοθήκη

Διάτρητο φαίνεται ότι είναι το σύστημα ασφαλείας της Εθνικής Πινακοθήκης όπως προκύπτει από το πόρισμα του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης Λέανδρου Ρακιντζή το οποίο συνετάχθη μετά την κλοπή έργων μεγάλης αξίας από το κτίριο της πινακοθήκης τον περασμένο Ιανουάριο. Στο πόρισμα το οποίο έχει, ήδη, σταλεί στον υπουργό Πολιτισμού, Παύλο Γερουλάνο, μεταξύ άλλων γίνεται λόγος για άδειες μπαταρίες στο σύστημα ασφαλείας, φθαρμένες κασέτες στις κάμερες, απουσία εκπαίδευσης για το προσωπικό ασφαλείας ενώ η τελευταία αναβάθμιση του συστήματος έγινε το 2000.

Στην έκθεση αναφέρεται ότι:

Οι φύλακες δεν έχουν περάσει από ειδική εκπαίδευση

Επικοινωνούν μεταξύ τους μέσω προσωπικών κινητών καθώς δεν υπάρχει ενδοεπικοινωνία

Δεν υπάρχει online σύνδεση με το υπουργείο Πολιτισμού ή την αστυνομία

Ο συναγερμός χτυπά συχνά χωρίς να υπάρχει πραγματικό πρόβλημα επειδή έχουν λήξει οι μπαταρίες και δεν έχουν αντικατασταθεί

Οι κασέτες πολλές φορές δεν καταγράφουν τα συμβάντα επειδή χρησιμοποιούνται συνεχώς χωρίς να αντικαθίστανται λόγω έλλειψης χρημάτων.