Τον 1ο αι. π.Χ. ο γεωγράφος Στράβων παρατήρησε ότι η χερσόνησος νότια της Αθήνας όπου βρίσκεται ο Πειραιάς ήταν στο παρελθόν νησί. Η ιδέα ήταν γνωστή στην προφορική παράδοση της αρχαίας Αθήνας ενώ σώζεται και στην ετυμολογία του αθηναϊκού επινείου. Έτσι, σήμερα, μια ομάδα γεωλόγων και αρχαιολόγων από την Ελλάδα και τη Γαλλία επιχείρησαν να την εξετάσουν όχι με γνώμονα την παράδοση αλλά την επιστημονική τεκμηρίωση.

Και τα αποτελέσματά τους επιβεβαίωσαν τον Στράβωνα! Η μελέτη των γεωλογικών δειγμάτων που συλλέχθηκαν από περιοχές γύρω από τον Πειραιά και η ραδιοχρονολόγηση που επιχειρήθηκε έδειξε ότι, ενώ πριν από 8.000 χρόνια η περιοχή ήταν μια χερσόνησος όμοια με τη σημερινή, 6.000 χρόνια πριν η στάθμη του νερού ανέβηκε τόσο ώστε να καταστεί ο Πειραιάς νησί. Μόλις πριν από 4.000 χρόνια, προσχώσεις από τον Κορυδαλλό και τον Κηφισό ξεκίνησαν να μετατρέπουν τη θαλάσσια περιοχή μεταξύ του νησιού και της «αττικής ακτής» σε μια αβαθή υδάτινη λωρίδα με αμμώδη βυθό. Μέχρι και την εποχή της αθηναϊκής ηγεμονίας, το νερό είχε δώσει τη θέση του σε μια θαμνώδη έκταση με χαρακτηριστικά βάλτου ενώ ο Πειραιάς είχε πάψει να αποτελεί νησί για 2.000 χρόνια.

Πώς λοιπόν εξηγείται ότι η προφορική παράδοση που ανέφερε ο Στράβων διέσωσε μια τόσο μακρινή πραγματικότητα; Εδώ οι επιστήμονες προτείνουν δύο λύσεις: είτε οι Αθηναίοι ήταν πάρα πολύ καλοί στη διάσωση της παράδοσης είτε ο Στράβων ήταν πολύ έξυπνος. Αναλύοντας το όνομα μιας περιοχής και συνδυάζοντάς το με την οξυδέρκεια που χαρακτηρίζει έναν σωστό παρατηρητή έφτασε με τη λογική σε ένα συμπέρασμα με το οποίο συμφωνεί η επιστήμη 2000 χρόνια μετά.