Barry Β. Powell, Ian Morris (επιμ.), A New Companion to Homer, Εγχειρίδιο Ομηρικών Σπουδών, εκδόσεις Παπαδήμα, Αθήνα 2009, 929 σελ.
ISBN 978-960-206-571-6

Τα ομηρικά έπη, η Ιλιάδα και η Οδύσσεια, αποτέλεσαν ίσως τα σημαντικότερα λογοτεχνικά δημιουργήματα της ιστορίας. Συντεθειμένα τον 8ο αιώνα π.Χ. άσκησαν τεράστια επιρροή στους αρχαίους Έλληνες, που τα θεωρούσαν βάση της θεωρητικής τους παιδείας, και στους Ρωμαίους, που υιοθέτησαν την ελληνική πνευματική κληρονομιά, για να αποτελέσουν σημείο αναφοράς για τους σοφούς της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, της Δύσης και των συναφών πολιτισμών, ακόμη και εκείνου του αραβικού κόσμου. Από πλευράς περιεχομένου, τα έπη αποτελούν ένα παράθυρο σε έναν μυθικό κόσμο θεών, ηρώων και πράξεων που αποτέλεσαν παράδειγμα πολλών διηγήσεων κατά τα μεταγενέστερα χρόνια αλλά και τροφοδότησαν τη φαντασία των ανθρώπων για μια νοερή ανάπλαση της μακρινής αρχαιότητας.

Η ανάπτυξη της αρχαιολογίας κατά τον 19ο αιώνα και ειδικά οι αποκαλύψεις του Ερρίκου Σλήμαν στις Μυκήνες και την Τροία έδειξαν ότι τα έπη έκρυβαν άφθονες πολιτισμικές επιρροές που κάποτε ταυτίστηκαν με αυτούσια ιστορικά στοιχεία. Σήμερα γνωρίζουμε ότι το περιβάλλον τους είναι συναφές αλλά όχι ταυτόσημο με το περιβάλλον της Ανατολικής Μεσογείου κατά τα ύστερα μυκηναϊκά χρόνια, ενώ το κείμενό τους αναπαράγει σε πολλές περιπτώσεις εκφραστικές μορφές που ανάγονται στη Μεσοποταμία της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού (π.χ. το Έπος του Γκιλγκαμές). Σε γενικές γραμμές, τα έπη θέτουν προβλήματα που αγγίζουν διάφορους τομείς της λογοτεχνίας (δημιουργική γραφή, συγκριτική λογοτεχνία, αφηγηματολογία) αλλά και την αρχαιολογία, την ιστορία, τη γλωσσολογία, τη λαογραφία ακόμη και τη θεολογική παράδοση (αν αναλογιστούμε ότι η σύνθεση των ομηρικών επών είναι σχεδόν σύγχρονη με εκείνη της Βίβλου, ενώ τα πολιτιστικά στοιχεία αντιμετωπίζονται αντίστοιχα και στις δύο συνθέσεις).

Την ανάγκη για συνολική μελέτη του ομηρικού έργου εξυπηρετεί το σύγγραμμα των Barry Powell και Ian Morris που κυκλοφόρησε πρόσφατα μεταφρασμένο στα ελληνικά από τις εκδόσεις Παπαδήμα. Το πρωτότυπο έκανε την εμφάνισή του το 1997 (Leiden, Koninklijke Brill) και χρειάστηκαν πάνω από δέκα χρόνια για να κυκλοφορήσει η ελληνική του έκδοση (2009), σε μετάφραση των Μ. Σκέμπη, Φ. Πέτικα και Μ. Μουρατίδη. Η επιμέλεια είναι του καθ. Α. Ρεγκάκου ενώ συνέβαλαν οι καθ. Μ. Τιβέριος και Κ. Τσαντσάνογλου, καθώς και οι Μ. Αραποπούλου και Μ. Χρίτη.

Βασικό προτέρημα του New Companion είναι η πολυσχιδής θεματολογία του όσο και η δομή του, καθώς αγγίζει συνολικά την προβληματική που θέτουν τα ομηρικά έργα. Αυτό γίνεται με τη συμβολή των μεγαλύτερων ίσως επιστημόνων που σχετίζονται με το θέμα. Έτσι, ο ίδιος ο Ian Morris είναι ο συγγραφέας του άρθρου «Ο Όμηρος και η Εποχή του Σιδήρου», όταν ο Αnthony Snodgrass γράφει για τον Όμηρο και την αρχαιοελληνική τέχνη, η Sarah Morris για τη σχέση του Ομήρου με την Εγγύς Ανατολή και ο John Bennet για τον Όμηρο και την Εποχή του Χαλκού. Αυτά όμως είναι ορισμένα μόνο από τα άρθρα που απαρτίζουν το τέταρτο μέρος του Εγχειριδίου, το οποίο έχει τίτλο «Οι Κόσμοι του Ομήρου». Προηγούνται άλλα τρία μέρη, με θέματα «Η Χειρόγραφη Παράδοση και η Ιστορία της Ερμηνείας», «Η Γλώσσα του Ομήρου» και «Ο Όμηρος ως Λογοτεχνία», το καθένα από τα οποία αποτελείται από επτά ή οκτώ ειδικά άρθρα.

Παράλληλα, δεν θα πρέπει να παραλείψουμε να τονίσουμε τη χρονική συγκυρία της εποχής που κυκλοφόρησε το New Companion, καθώς τότε υπάρχει μια σταθερότητα στα επιστημονικά δεδομένα. Τα πρώτα τρία τέταρτα του 20ού αιώνα χαρακτηρίζονται από μια σειρά συνεχών αποκαλύψεων που άλλαζαν συνεχώς τα δεδομένα της επιστήμης σχετικά με τον κόσμο του Αιγαίου κατά την Υστεροχαλκή Εποχή αλλά και τους λεγόμενους Σκοτεινούς Αιώνες. Η σταδιακή αποκάλυψη του μινωικού κόσμου, των αιγαιακών υστεροχαλκών αλφαβήτων —και ειδικά η αποκρυπτογράφηση της Γραμμικής Β— αλλά και η διατύπωση θεωριών, όπως η λεγόμενη «oral-formulaic hypothesis» του Milman Parry, άλλαζαν συνεχώς τα δεδομένα με τα οποία πορευόταν η επιστήμη για την εξήγηση θεωρητικών κυρίως προβλημάτων, με κυριότερο το λεγόμενο Ομηρικό Ζήτημα. Επίσης, μια πολύ σημαντική αλλαγή όμως είναι εκείνη της κατεύθυνσης που πήραν οι ομηρικές σπουδές, καθώς η αρχαιολογική προσέγγιση άρχισε σταδιακά να εγκαταλείπεται προς μια πιο ανθρωποκεντρική άποψη που ευνοούσε τη γλωσσολογία και την ιστορία του πολιτισμού – πρβλ. και το ακόμη νεότερο σύγγραμμα A Cambridge Companion to Homer (επιμ. Robert Fowler, Cambridge 2004). Σχετική προς όλα τα παραπάνω είναι και η αλλαγή στην ποιότητα της παιδείας του κοινού, που δεν διαβάζει οπωσδήποτε τον Όμηρο στα ελληνικά, όπως κατεξοχήν γινόταν παλαιότερα.

Σε αυτές τις ανάγκες λοιπόν στέκεται για να καινοτομήσει το New Companion, σε σχέση με παλαιότερα έργα όπως το Α Companion to Homer των Wace και Stubbings (Λονδίνο 1962, ελληνική μτφ. Γιατρομανωλάκης κ.ά., Αθήνα 1984) που, παρά την επιστημονική του αρτιότητα, οι εξελίξεις της εποχής κατά την οποία κυκλοφόρησε στάθηκαν μοιραίες για την εγκυρότητά του.

Όσο για την ελληνική μετάφραση, η έκδοση και ο σχολιασμός είναι ικανοποιητικές έως εξαιρετικές. Θετικό σημείο και η χρήση των μεταφράσεων του Δ.Ν. Μαρωνίτη και της Ο. Κομνηνού-Κακριδή για τα ομηρικά παραθέματα. Το μοναδικό αρνητικό ίσως σημείο είναι η απουσία σημειώματος-επιλόγου του επιμελητή με συνοπτική αναφορά των νεότερων εξελίξεων, και σχετικής βιβλιογραφίας, δεδομένης της μεσολάβησης 10 χρόνων από το αγγλόφωνο έργο.

Σε γενικές γραμμές η ελληνική έκδοση του New Companion εξυπηρετεί με τον καλύτερο τρόπο τις ανάγκες που δημιουργούν οι εξελίξεις στις ομηρικές σπουδές, όπως άλλωστε και το πρωτότυπο, που έχει τις προδιαγραφές να παραμένει έγκυρο για πολλά χρόνια ακόμη.

Ζέτα Ξεκαλάκη
Δρ Αρχαιολογίας, Πανεπιστήμιο Liverpool
zetaxekalaki@gmail.com