Εις το βουνό ψηλά εκεί ένας αρχαίος ναός πρόκειται να κτισθεί εκ νέου. Η περίπτωση δεν θα ήταν πρωτοφανής αν το υλικό που χρησιμοποιούνταν ήταν αυθεντικό. Στην αναστήλωση του ιερού της Μητέρας των Θεών Αυτόχθονος, όμως, στο Βέρμιο, στη θέση Λευκόπετρα, θα χρησιμοποιηθούν μόνον εκμαγεία, παρ΄ ότι τα αρχαία αρχιτεκτονικά μέλη σώζονται σε ικανό ποσοστό. Αλλά ένας πλαστός ναός μέσα στην ερημιά ποια σκοπιμότητα μπορεί να εξυπηρετεί; Το ερώτημα απασχόλησε επί μακρόν το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο όπου συζητήθηκε η σχετική πρόταση, τελικώς όμως η απόφαση ήταν υπέρ της ανακατασκευής- αν και κατά πλειοψηφία. Δύο βασικοί λόγοι ήταν αυτοί που έσπρωξαν το ΚΑΣ να συμφωνήσει στη «ρεπλίκα», όπως τη χαρακτήρισαν κάποια από τα μέλη του. Ο πρώτος έχει να κάνει με την ευπάθεια του φυσικού λίθου από τον οποίον είναι κατασκευασμένο το μνημείο, στις καιρικές συνθήκες και κυρίως στις μεγάλες διακυμάνσεις της θερμοκρασίας από την ημέρα στη νύκτα. Επιπλέον η θέση του επάνω στο βουνό, μακριά από κάθε κατοικημένη περιοχή, το καθιστά ευάλωτο σε βανδαλισμούς και, ακόμη χειρότερα, υποψήφιο θύμα κλοπής. Όπως μάλιστα αναφέρθηκε, θα μπορούσε να το «σηκώσουν» ολόκληρο χωρίς κανείς να το αντιληφθεί. Οι μόνοι άλλωστε που θα βλέπουν το αρχαίο σκηνικό θα είναι οι διερχόμενοι από την Εγνατία οδό.
Στη συζήτηση πάντως διαφάνηκε καθαρά η διάσταση της φιλοσοφίας περί τα μνημεία, μεταξύ των αρχαιολόγων οι οποίοι πρεσβεύουν τη διατήρηση της αυθεντικότητας του αρχαίου και από την άλλη των αρχιτεκτόνων και μηχανικών, που τάσσονται υπέρ της εικόνας. «Η σχέση μορφής και ύλης είναι ένα θέμα που θα πρέπει να συζητηθεί από αυτό το Συμβούλιο» είπε η γενική γραμματέας του ΥΠΠΟ κυρία Λίνα Μενδώνη δίνοντας το έναυσμα στα μέλη του να λάβουν θέση (αν και ορισμένοι μόνο ανταποκρίθηκαν). «Το μνημείο έχει νόημα όταν διατηρεί την αυθεντικότητα της ύλης του» υποστήριξε η ίδια.
«Ένα μνημείο δεν είναι μόνο ιστορικό ντοκουμέντο αλλά και έργο τέχνης» αντέκρουσε ο αναστηλωτής του και αναπληρωματικό μέλος του ΚΑΣ κ. Γεώργιος Καραδέδος , αν. καθηγητής Αρχιτεκτονικής στο ΑΠΘ. «Είναι ψεύτικο. Αίρεται ένα μεγάλο μέρος της σημασίας του ως μνημείου», είπε με τη σειρά του ο καθηγητής Αρχαιολογίας κ. Πάνος Βαλαβάνης. « Ας το δούμε όπως τη συνένωση του υπουργείου Πολιτισμού με τον Τουρισμό» έκλεισε τη συζήτηση χαριτολογώντας ο καθηγητής Αρχαιολογίας κ. Νίκος Σταμπολίδης.
Τελικώς αποφασίστηκε η αναστήλωση των τεσσάρων κιόνων της πρόσοψης και μέρους αυτής με εκμαγεία των αυθεντικών, που φέρουν σε όλη τους την επιφάνεια ρωμαϊκές επιγραφές. Δύο από τους κίονες εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Βέροιας. Το ιερό χρονολογείται στην ελληνιστική εποχή και η διάρκεια της χρήσης του ήταν ως τον 4ο αιώνα μ.Χ. Η αποκάλυψή του έγινε το 1965, ενώ πρόσφατες ανασκαφές έφεραν στο φως βωμό και αποθέτη. Τα ευρήματα δεν έχουν ακόμη ανακοινωθεί.
Πηγή: Το Βήμα, Μ. Θερμού, 29/1/10