Εργαλεία και κατασκευές που συγκλονίζουν με την τελειότητά τους ακόμη και σήμερα κι αναδεικνύουν το εύρος δημιουργίας του αρχαιοελληνικού κόσμου, φιλοξενούνται στην πολύ ενδιαφέρουσα έκθεση στο Τελλόγλειο Ίδρυμα Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, στη Θεσσαλονίκη.
Τα δάνεια και τα αντιδάνεια μεταξύ των λαών σε μια τόσο μεγάλη διάρκεια χρόνου, εξακολουθούν να θεωρούνται χρήσιμοι οδηγοί για το παρόν και το μέλλον, ενώ ο επισκέπτης έρχεται σε επαφή με την ελληνική τεχνολογία από την αρχαιότητα έως τη σύγχρονη εποχή. Η έκθεση με τίτλο «Ελλάδα και Τεχνολογία-Μία διαχρονική προσέγγιση», θα μείνει ανοιχτή για το κοινό μέχρι 11 Ιανουαρίου, επιχειρώντας ένα ταξίδι στον χώρο και στον χρόνο. Όλα τα εκθέματα είναι αντίγραφα των πρωτότυπων και προέκυψαν μέσα από την ερευνητική προσπάθεια και τη συνεργασία Ελλήνων και ξένων επιστημόνων.
Κολποσκόπιο του Δίου: Το χάλκινο κολποσκόπιο, πιστό αντίγραφο του οποίου είναι το έκθεμα που βρέθηκε από τον καθηγητή Δημ. Παντερμαλή το καλοκαίρι το 1993 στην ανασκαφή του Δίου και χρονολογείται πιθανότατα στον 2ο αιώνα π.Χ. Έχει μήκος περίπου 220 χιλιοστά και αποτελείται από έναν άξονα, το μεγαλύτερο τμήμα του οποίου έχει μορφή κοχλία και καταλήγει σε διακοσμημένη λαβή σχήματος Τ, αλλά και δύο έμβολα που ανοιγοκλείνουν κι ένα τρίτο που είναι προσαρμοσμένο στο μέσο του κανόνα. Οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι αποτελούσε πολύτιμο όργανο στα χέρια των γυναικολόγων, οι οποίοι κατέβαλαν μικρότερη προσπάθεια από ό,τι οι σημερινοί, για να εισέλθουν με αυτό στον κόλπο της γυναίκας και να πραγματοποιήσουν τη γυναικολογική εξέταση.
Φορητό ηλιακό ρολόι των Φιλίππων: Το φορητό αυτό ηλιακό ρολόι βρέθηκε στους Φιλίππους Καβάλας και χρονολογείται ανάμεσα στο 250 και 350 μ.Χ., ενώ πιθανός εμπνευστής του είναι ο γεωγράφος, χαρτογράφος, αστρονόμος και μαθηματικός, Ίππαρχος. Είναι ένα από τα μοναδικά σε αξία σωζόμενα ηλιακά ρολόγια και από τα λίγα φορητά της αρχαιότητας. Μετρά κατά προσέγγιση γεωγραφικά πλάτη, αζιμούθια και ζενίθια απόστασης αστέρων. Αποτελείται από τρεις αρθρωτούς δακτυλίους, από τους οποίους ο μεσαίος έχει δύο χωριστούς ημιδακτυλίους και φέρει επιγραφές με τα ονόματα των μηνών και τεσσάρων πόλεων: Αλεξάνδρεια, Ρόδος, Ρώμη και Ουιέννη (Βιέννη). Ήταν κατασκευασμένο έτσι ώστε να χρησιμοποιείται σε διαφορετικά, αλλά καθορισμένα γεωγραφικά πλάτη μόνο αυτών των πόλεων, ενώ επιπλέον εντόπιζε τις συντεταγμένες του ήλιου ή κάποιου αστέρα.
Βυζαντινός αστρολάβος: Ο αστρολάβος είναι ένα από τα πιο διαδεδομένα όργανα του Μεσαίωνα στον κόσμο των Αράβων και των Λατίνων. Ο συγκεκριμένος αποτελεί σπάνιο δείγμα οργάνου, όχι μόνο για τη βυζαντινή προέλευση, αλλά και για τις δύο επιγραφές που φέρει. Η μία είναι έμμετρη και αναφέρεται στις γενικές χρήσεις του οργάνου, στο όνομα και στην εθνικότητα του κατασκευαστή -Σέργιος Πρωτοσπαθάριος από την Περσία-, ενώ στην άλλη αναγράφεται ότι το όργανο κατασκευάστηκε το 1062. Πάνω στην αράχνη είναι χαραγμένα κυκλικά τα ονόματα των 12 αστερισμών, ενώ 14 προκαθορισμένα αστέρια υποδεικνύονται από τους δείκτες της. Σε καθέναν από τους τρεις δίσκους έχει χαραχτεί κι από ένα τοπωνύμιο (Ρόδος, Βυζάντιο, Ελλήσποντος), το κλίμα, ο αριθμός των ωρών της μεγαλύτερης ημέρας και το γεωγραφικό πλάτος του. Με τον αστρολάβο μπορούμε να υπολογίσουμε τις γωνιαίες αποστάσεις δύο αντικειμένων, το ύψος των αστέρων, του ήλιου, μπορούμε να προσδιορίσουμε την εποχή, τη διάρκεια της ημέρας, τον μεσημβρινό ενός τόπου, την ανατολή και δύση ενός αστέρα κ.ά. Το αντίγραφο της φωτογραφίας χρονολογείται το 1.026 μ.Χ.
Ξυλουργικός τόρνος: Ο ξυλουργικός τόρνος θεωρείται το αρχαιότερο μηχάνημα της ξυλουργικής και χρησιμοποιήθηκε από τους τεχνίτες για την τόρνευση ξύλινων στοιχείων. Το συγκεκριμένο ομοίωμα ανήκει στην κατηγορία των τοξοτών τόρνων, οι οποίοι χρησιμοποιήθηκαν από τους αρχαίους Έλληνες και τους Ρωμαίους. Οι πηγές αναφέρουν ότι ο τόρνος χρησιμοποιήθηκε σαν εργαλείο από τους Αιγύπτιους τουλάχιστον από το 1.300 π.Χ. Παράλληλα, έχουν διασωθεί γραφικές αποτυπώσεις που παριστάνουν τεχνικούς ήδη στη Μεσοποταμία και την αρχαία Αίγυπτο να χειρίζονται ένα είδος τόρνου, δηλαδή μιας «μηχανής» που περιστρέφει (με τη μυϊκή δύναμη του βοηθού, συνήθως δούλου) το προς επεξεργασία αντικείμενο και ο χειριστής (μάστορας) να επεμβαίνει στη μορφή του αντικειμένου και να το διαμορφώνει.
Υδραυλικός τηλέγραφος: Πρόκειται για τον τρόπο επικοινωνίας που χρησιμοποιήθηκε στην αρχαία Ελλάδα και ονομαζόταν φρυκτωρία. Εφευρέθηκε τον 4ο αιώνα π.Χ. από τον Αρκάδα στρατηγό Αινεία τον Τακτικό. Σύμφωνα μ αυτόν, γέμιζαν έναν κάδο με νερό. Στον απέναντι λόφο υπήρχε ένας ακριβώς ίδιος κάδος με την ίδια βρύση στη βάση του κάδου. Οι δύο κάδοι είχαν μια ράβδο η οποία επέπλεε πάνω στο νερό και είχε χαραγμένους πάνω της διάφορους κωδικούς. Κάθε φορά που ήθελαν να στείλουν ένα σήμα, ανύψωναν έναν πυρσό και οι δύο σταθμοί (πομπός και δέκτης) άνοιγαν τις βρύσες τους την ίδια στιγμή. Το νερό έβγαινε με τον ίδιο ρυθμό και όταν η επιφάνειά του νερού στον σταθμό του πομπού έφθανε στον κωδικό που ήθελαν να στείλουν, κατέβαζαν τον πυρσό και έκλειναν τη βρύση. Τότε μπορούσε ο δέκτης να διαβάσει τον κωδικό του σήματος πάνω στη ράβδο. Αυτός μετά μετέδιδε το μήνυμα στον επόμενο στη σειρά σταθμό κ.ο.κ.
Οδόμετρο κατά τον Βιτρούβιο: Τo οδόμετρο θεωρείται ο πρόδρομος του σημερινού κοντέρ, του οργάνου που μετρά τη χιλιομετρική απόσταση, ενώ εφευρέτης του ήταν ο μεγαλύτερος μαθηματικός της αρχαιότητας, ο Αρχιμήδης. Το συγκεκριμένο οδόμετρο που παρουσιάζεται στην έκθεση, είναι του Ρωμαίου αρχιτέκτονα και μηχανικού Βιτρούβιου, κατασκευάστηκε τον 1ο αιώνα π.Χ. και είναι μηχανισμός που προσαρμοζόταν στους τροχούς μιας άμαξας και κατέγραφε την απόσταση που αυτή είχε διανύσει. Περιλαμβάνει ξύλινους οδοντωτούς τροχούς κι αυτή είναι η βασική του διαφορά από το οδόμετρο που περιγράφει ο Ήρωνας, το οποίο χρησιμοποιεί ατέρμονες κοχλίες.
Υδραυλικό ρολόι του Κτησίβιου: Ο Κτησίβιος, όπως κι ο Αρχιμήδης, κατασκεύαζαν ρολόγια με ιδιοφυείς και πολύπλοκους μηχανισμούς. Το συγκεκριμένο κατασκευάστηκε από τον Κτησίβιο τον 3ο αιώνα π.Χ. και αποτελείται από έναν συνδυασμό δοχείων, εφοδιασμένων με ρυθμιζόμενους ελεγκτές ροής του νερού, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται η επιθυμητή ανύψωση του πλωτήρα στο τελευταίο δοχείο. Ο πλωτήρας έχει έναν δείκτη, ο οποίος υποδεικνύει την ακριβή ώρα πάνω σε περιστρεφόμενο τύμπανο, που αλλάζει θέση ανάλογα με την ημερομηνία ώστε να εξασφαλίζεται η ακριβής διαίρεση των 12 ημερήσιων ωρών. Ο χειριστής, μια φορά την ημέρα το τροφοδοτεί με νερό και τοποθετεί το τύμπανο με τις ώρες στη σωστή του ημερομηνία. Ήταν το πρώτο ρολόι που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί τη νύχτα ή όταν η μέρα ήταν νεφελώδης και βασίστηκε στην αρχή της κλεψύδρας.
Κοχλίας του Αρχιμήδη: Πρόκειται για μια μηχανή άντλησης του νερού από μία χαμηλή στάθμη σε μία ψηλότερη, η οποία αποδίδεται στον Αρχιμήδη και χρονολογείται στον 3ο αιώνα π.Χ. Οι πηγές αναφέρουν ότι την εφηύρε ο Αρχιμήδης στη διάρκεια ενός ταξιδιού του στην Αίγυπτο για να διευκολύνει τους αγρότες στην άντληση του νερού. Αποτελείται από ξύλινη κυλινδρική δοκό, πάνω στην οποία είναι προσαρτημένα ξύλινα πετάσματα, με τέτοιον τρόπο, ώστε να σχηματίζουν έλικα. Με την περιστροφή του κοχλία, το νερό από το κάτω μέρος του έλικα παρασύρεται σταδιακά προς τα πάνω, ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι ο κοχλίας του Αρχιμήδη -με κάποιες τροποποιήσεις- χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα στην Αίγυπτο, στην Ινδία και αλλού.
Σφαίρα του Αιόλου: Η σφαίρα του Αιόλου, την οποία περιγράφει αναλυτικά ο Ήρων στο έργο του «Πνευματικά» (1ος αιώνας π.Χ.), θα μπορούσε πολύ εύκολα να θεωρηθεί ως ο πρόδρομος της ατμομηχανής. Πάνω σε ένα θερμαινόμενο δοχείο τοποθετείται μία σφαίρα με δύο ακροφύσια. Η σφαίρα επικοινωνεί με το δοχείο με δύο στρόφιγγες. Ο ατμός που παράγεται στο δοχείο, διοχετεύεται μέσα από σωλήνες στη σφαίρα και στη συνέχεια εκτοξεύεται με πίεση από τα ακροφύσια, προκαλώντας την περιστροφή της σφαίρας. Η μηχανή αυτή ονομάζεται αιολόσφαιρα ή Αιόλου Πύλη κι όπως η σύγχρονη ατμομηχανή, αξιοποιεί την πίεση του ατμού για την παραγωγή κινητήριας δύναμης.
Μηχανισμός των Αντικυθήρων: Είναι πασίγνωστος και πρόκειται για έναν αναλογικό υπολογιστή εκπληκτικής τεχνολογίας. Κατασκευάστηκε πριν από 2.000 χρόνια και βρέθηκε στις ακτές των Αντικυθήρων σε ένα αρχαίο ναυάγιο από σφουγγαράδες της Σύμης. Χρησιμοποιούνταν για τον ακριβή υπολογισμό της θέσης του Ήλιου, της Σελήνης και πιθανώς των πλανητών, στον ουρανό. Υπολόγιζε τις φάσεις της Σελήνης, προέβλεπε εκλείψεις και προσδιόριζε την ημερομηνία τέλεσης των αρχαίων στεφανιτών αγώνων. Στις εξωτερικές πλάκες και στο εσωτερικό του έφερε αστρονομικές, γεωγραφικές και τεχνολογικές επιγραφές. Χάρη στις καινοτόμες τεχνικές διεύρυνσης που χρησιμοποιήθηκαν, διαβάστηκαν κείμενα χαμένα για πάνω από 2.000 χρόνια, ενώ όλες οι επιγραφές είναι γραμμένες με ελληνικούς χαρακτήρες. Είναι τόσο σημαντικός για την εξέλιξη της τεχνολογίας όσο και η ακρόπολη για την εξέλιξη της αρχιτεκτονικής.
Κινητό αυτόματο θέατρο του Ήρωνα: Σε αντίθεση με αυτό που λέει το όνομά του, η κατασκευή αυτή δεν είναι παρά ένας κινητός ναός, αφιερωμένος στον θεό Διόνυσο που κατασκευάστηκε από τον Ήρωνα (γύρω στο 50 μ.Χ.) έναν σπουδαίο Έλληνα μηχανικό και γεωμέτρη. Ο κινητός αυτός ναός, ήταν μετρίου μεγέθους που είχε τη δυνατότητα να μετακινείται αυτόματα εκτελώντας διάφορες κινήσεις και να στέκεται σε προκαθορισμένες θέσεις, μπροστά ή πίσω, ή ακόμη και να παραμένει ακίνητος, αλλά και τα είδωλα πάνω σε αυτόν κινούνται όλα από μόνα τους.
Αντλία του Κτησίβιου: Η εμβολοφόρος αντλία του Κτησιβίου (3ος αιώνας π.Χ.) θεωρείται μία από τις σημαντικότερες μηχανολογικές εφευρέσεις για την άντληση νερού, η οποία βρίσκει εφαρμογές εδώ και 23 αιώνες. Για πολλούς είναι κάτι αντίστοιχο με το σημερινό πυροσβεστικό μηχάνημα με διπλή αντλία.

Πηγή: Έθνος, Μ. Ριτζαλέου (22/11/08)