Δημοσιεύσεις
από Γεωργία Κακούρου-Χρόνη τ. Επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης
  Free Member
Συνομιλία με τον Στέφανο Δασκαλάκη
Ο απόηχος της συνάντησης
View all

«Φθορά από τη μοίρα της γης, φθορά από τη μοίρα των ανθρώπων» (Γιώργος Σεφέρης)

Στην Κουμαντάρειο Πινακοθήκη Σπάρτης-Παράρτημα της Εθνικής Πινακοθήκης η έκθεση «Η γενιά του ’80 – Σύγχρονη ελληνική ζωγραφική από τη Συλλογή Σωτήρη Φέλιου» (19 Ιουλίου έως 18 Νοεμβρίου 2013) πρόσφερε τη σπάνια ευκαιρία της συνομιλίας με τον Στέφανο Δασκαλάκη (16 Οκτωβρίου). Με τη συμβολή της μνήμης, αλλά κυρίως της αίσθησης, που, έστω και για λίγο, επέτυχε να καταστήσει ένα πολυπληθές ακροατήριο «Εν», χωρίς να καταργεί τις μοναδικότητες, μεταφέρεται ο απόηχος αυτής της συνάντησης για τις φίλες και τους φίλους που απουσίαζαν και ρωτούν επίμονα.

Ο ζωγράφος, ο καλλιτέχνης γενικότερα, είναι μυθοποιημένος. Ο Στέφανος Δασκαλάκης μας συστήθηκε ως ένας από εμάς, απομυθοποιώντας τον καλλιτέχνη, αλλά με μια σπάνια ειλικρίνεια, αυθεντικότητα και αμεσότητα που τελικά δημιούργησε τον μύθο του καλλιτέχνη που μας αρέσει να στοχαζόμαστε.

Πήραμε την οδό της δημιουργίας από την αρχή· από τότε που ο μικρός Στέφανος βρέθηκε στη Νεάπολη, ακολουθώντας τις μετακινήσεις του δημοσίου υπαλλήλου πατέρα του. Η θάλασσα, μεγάλη αγάπη (ο ζωγράφος εξάλλου γεννήθηκε στον Πειραιά) δεν ανήκει στη θεματολογία του. Δεν ανήκει; Ήχοι, χρώματα, μυρουδιές, εικόνες· όλα δουλεύουν υποδόρια και ανασύρονται μεταμορφωμένα στην επιφάνεια του πίνακα. Όπως συνέβη με τις νεκρές φύσεις που αποπνέουν την υγρασία, την πάχνη, την παρουσία του χρόνου που ο ζωγράφος ανάγνωσε κάποτε σε ρημαγμένα σπίτια της Τρίπολης και μετά από χρόνια αναγνώρισε στους πίνακές του.

Όπως αναγνωρίζουμε εμείς τις συνομιλίες του με τους αγαπημένους του δασκάλους, τον Πουσέν, τον Σαρντέν, τον Γουίστλερ. Κάθε πίνακας του Δασκαλάκη ανακαλεί εκείνες τις εύφορες αναζητήσεις στα μεγάλα μουσεία. Τα σακιά του (πρώτη έκθεση, 1982) φουσκώνουν σαν τα μανίκια των φλαμανδών ζωγράφων και επιδεικνύουν την ικανότητά του στην απόδοση όλων των τόνων του γκρι. Έργα που επαινούνται από τον Τσαρούχη.

Σταθήκαμε σ’ αυτή την αναφορά. Είναι τόσο ευπρόσδεκτος στη συντροφιά μας κάθε φορά ο Γιάννης Τσαρούχης. Τι έχει κρατήσει ο Στέφανος Δασκαλάκης από την εννιάχρονη συνομιλία του με τον Γιάννη Τσαρούχη; «Του έκανα θελήματα – φέρε αυτό, να του πάω εκείνο. Δεν δίδασκε ο Τσαρούχης, όπως το εννοούμε σήμερα. Δεν σου έδειχνε αυτό ή εκείνο. Έβλεπες όμως! Και, όπως υποστήριζε και ο ίδιος, οι καλοί κλέβουν. Τον Τσαρούχη όσο χαιρόσουν να τον βλέπεις να ζωγραφίζει, άλλο τόσο χαιρόσουν να τον ακούς να μιλάει. Τι μου έλεγε; Ποτέ δεν σκέφτηκα να κρατήσω σημειώσεις. Ούτε ότι θα προσπαθούσα να ανακαλέσω όσα έλεγε και ότι θα τα είχα ξεχάσει. Αλλά ξεχνάμε αλήθεια; Μέσα μας μένει η ουσία των πραγμάτων».

Από τα σακιά, στις νεκρές φύσεις, στους «ασάρωτους οίκους», στον άνθρωπο. Από τον Πειραιά, στη Σχολή Καλών Τεχνών, στη Λυών, στο Παρίσι. Από το φυσικό φως, στο γιορταστικό φως του μεσημεριού, στο μυστηριακό φως του απόβραδου, στο τεχνητό φως του Εργαστηρίου. Διαδρομές πολλές και ποικίλες που διασταυρώνονται, που συμπλέκονται και που, για την ώρα, συναντώνται στον άνθρωπο· στην Άνθρωπο καλύτερα, που θα έλεγε και η Ζωή Καρέλλη.

Η Ιωάννα, η Άννα, η Άννα με τα γάντια, μας θωρούν κατάματα, με ολόφωτο πρόσωπο· και όσο κρατάμε τα μάτια μας στα δικά τους νιώθουμε να βλέπουν μέσα μας. Απέναντί μας στέκει το πρόσωπό τους και μας διαβάζει· αυτή κι εκείνη και την άλλη πτυχή μας που είχαμε καιρό να αναλογιστούμε. Ως να ανιχνεύουμε πινελιά πινελιά και να φτάνουμε στην άδεια επιφάνεια του καμβά, εκεί που ο ζωγράφος ετοιμάζεται να οριοθετήσει τη σύνθεσή του, να «γεωμετρήσει» τον χώρο του με σχήματα, που πιστοποιούν την αφαίρεση που προηγείται πολύ πριν εμείς αντικρίσουμε ό,τι αποκαλούμε παραστατική ζωγραφική.

Και σε όλα αυτά τα αλλεπάλληλα στρώματα χρώματος αναγνωρίζουμε εκείνη την εναγώνια προσπάθεια –από αίμα και δάκρυα, για να αποδοθεί έμπνοη η σάρκα, να επιτευχθεί το ανέφικτο– του Κλωντ στο Δημιούργημα του Ζολά ή πιο πριν του Φρενχόφερ στο Άγνωστο Αριστούργημα του Μπαλζάκ, όπου η εμμονή στην τελειότητα και στο απόλυτο αφήνει το έργο ημιτελές και νεκρό τον ζωγράφο.

Η σύλληψη –το ηδονικό και αγωνιώδες ταξίδι για την πραγμάτωσή της– και η ύλη· η νόηση, χωρίς να καταδυναστεύει τις αισθήσεις· η όραση, η αφή· το χρώμα, το φως· η ισορροπία ανάμεσα στα όρια και η δοκιμασία πέρα των ορίων. Κατανοούμε γιατί ο Δασκαλάκης θα θυμηθεί ότι οι βυζαντινοί αγιογράφοι υπέγραφαν «Χειρ…».

Με τον πικρό, απλό επειδή είναι πολύ παιδεμένος, δραματικό και εύρυθμο στίχο του Σεφέρη διαβάζουμε τη ζωγραφική του Στέφανου Δασκαλάκη.

Δρ Γεωργία Κακούρου-Χρόνη

Επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης

Ο Στέφανος Δασκαλάκης συνομιλεί με το κοινό στην Κουμαντάρειο Πινακοθήκη Σπάρτης-Παράρτημα της Εθνικής Πινακοθήκης.
1 / 2