Η κατάρρευση του Οίκου των Μονομάχων τον Νοέμβριο του 2010 στην Πομπηία πυροδότησε συζητήσεις για μια πιθανή ιδιωτικοποίηση του αρχαιολογικού χώρου. Στο τραπέζι έπεσε πρόταση «ανοίγματος» της Πομπηίας για διαφημιστικούς και εμπορικούς σκοπούς με αντάλλαγμα τη χρηματοδότηση της συντήρησης και αποκατάστασης των μνημείων της. Το ιταλικό οικονομικό φύλλο Il Sole 24 Ore όπως και η Wall Street Journal υποστήριξαν για κάποιο διάστημα αυτήν και αντίστοιχες προτάσεις.

Την κατάρρευση του Οίκου των Μονομάχων ακολούθησαν άλλα περιστατικά που μαρτυρούν τον άμεσο κίνδυνο που διατρέχει η Πομπηία – ανάμεσα σε αυτά φθορές σημειώθηκαν σε σημαντικές νωπογραφίες. Τμήμα τοίχου κοντά στην Οικία του Ηθικολόγου κατέρρευσε λίγες εβδομάδες αργότερα. Ο υπουργός Πολιτισμού Σάντρο Μπόντι είχε δηλώσει τότε στην Corriere della Sera ότι μεταξύ του Σεπτεμβρίου του 2003 και του Φεβρουαρίου του 2010 υπήρξαν 16 καταρρεύσεις στην Πομπηία. Ο Μπόντι παραιτήθηκε υπό την πίεση των κατηγοριών ότι δεν έδειξε το απαιτούμενο ενδιαφέρον για την προστασία των αρχαιολογικών θησαυρών της χώρας και ειδικά όσον αφορούσε το συγκεκριμένο χώρο.

Επί μισόν αιώνα σχεδόν, δεν υπήρξε καμία πρόβλεψη για ολοκληρωμένο πρόγραμμα συντήρησης της Πομπηίας. Στα τέλη του 2011, πέντε μόνο διορισμένοι υπάλληλοι ήταν υπεύθυνοι για τη συντήρηση ολόκληρης της αρχαίας πόλης. Για τη δεινή κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει η Πομπηία έχουν αναφερθεί καθυστερήσεις λόγω γραφειοκρατικών κωλυμάτων και ασυνεννοησία ή και διαμάχες μεταξύ των υπεύθυνων φορέων, ωστόσο η έλλειψη κονδυλίων παραμένει το κυρίως πρόβλημα.

Η Εθνική Ένωση Αρχιτεκτόνων της Ιταλίας έκρουσε πρόσφατα τον κώδωνα του κινδύνου: «Ένα χρόνο μετά την κατάρρευση του Οίκου των Μονομάχων δεν έχει ληφθεί κανένα συγκεκριμένο μέτρο… Υπάρχει μια συνεχής έλλειψη μόνιμου προσωπικού συντήρησης, που αποτελεί και τον μόνο τρόπο διάσωσης του χώρου. Πολύ φοβούμαστε ότι τους ερχόμενους μήνες θα σημειώνονται ολοένα πιο συχνά και σοβαρά περιστατικά».

Καμία πτυχή της ανθρώπινης ζωής και του πολιτισμού δεν μπορεί να μείνει απρόσβλητη από τις «ύπουλες» μεθόδους του κερδοσκοπικού συστήματος. Αντί να διατηρείται για τις επόμενες γενιές, όμως, ο μοναδικός αυτός παγκοσμίως αρχαιολογικός χώρος, εξαιτίας της κυβερνητικής αδιαφορίας και της εμπορικής εκμετάλλευσης, φαίνεται πως έχει παραδοθεί σε μια καλπάζουσα φθορά και απαξίωση.