Δημοσιεύσεις
από Γεωργία Κακούρου-Χρόνη τ. Επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης
  Free Member
Αντώνης Κιούσης, «Το Διεθνές»
Ο Αντώνης Κιούσης, το δηλώνει ευθύς εξαρχής, δεν είναι συγγραφέας
View all

«Το Διεθνές» είναι ο τίτλος του βιβλίου του Αντώνη Κιούση που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Στεφανίδη (2020) σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων· με φωτογραφίες που παρακολουθούν τη ζωή του συγγραφέα παράλληλα με τις λέξεις, από την Οξύλιθο, την αφετηρία, έως την επιστροφή στον ίδιο πάλι τόπο. Ο Αντώνης Κιούσης, το δηλώνει ευθύς εξαρχής, δεν είναι συγγραφέας· κι αυτό είναι το πρώτο και, εικάζω, το τελευταίο του βιβλίο, γιατί φιλοδοξία του δεν είναι η συγγραφή.

Ας αναλογιστούμε ένα από εκείνα τα οικογενειακά τραπέζια –που εύχομαι να επιβιώνουν και σήμερα– όπου όλη η ευρύτερη οικογένεια, παππούδες, γιαγιάδες, θείοι και θείες κάθονται σ’ ένα γιορτινό τραπέζι που κρατάει ώρες καθώς το φαγητό γίνεται πρόφαση για αφηγήσεις· κυρίως του παππού. Όλες οι ιστορίες γνωστές, γιατί επαναλαμβάνονται σε ανάλογες περιπτώσεις, αλλά κάθε φορά ακούγονται με το ίδιο ενδιαφέρον λες κι είναι πρωτάκουστες· σαν τα παραμύθια που, όταν είμαστε παιδιά, θέλαμε να επαναλαμβάνονται τα ίδια και τα ίδια σαν να μην τα χορταίναμε.

Η Μαρία, λοιπόν, η εγγονή, προσφέρει στον παππού ένα μπλε τετράδιο για να γράψει τις ιστορίες του, να μην σκορπίσουν, όταν ο παππούς δεν θα είναι εκεί στο γιορτινό τραπέζι για να τις αφηγείται. Το κείμενο αυτού του «Τετραδίου» που τελειώνει με τη φράση «Ευχαριστώ για τα ωραία ταξίδια που μου προσφέρατε. Υγεία να έχετε» διαβάζουμε σ’ αυτό το βιβλίο. 

Μόνο που τα ταξίδια τα προσφέρει σε μας ο Αντώνης Κιούσης. Και τι ταξίδια …. διεθνή! Δέκα χρόνια στη θάλασσα: Ατλαντικός, Κούβα, Βενεζουέλα, Αρούμπα, Κουρασάο, Χιούστον, Τέξας, Φιλαδέλφεια, Μαντράς, Νέα Ορλεάνη, διώρυγα του Παναμά, Νέα Υόρκη, Μόντρεαλ, Χάλιφαξ, Αδριατική, Κίνα, Ιαπωνία, Περσικός, Αυστραλία, Φιλιππίνες, Σουμάτρα, Σιγκαπούρη, Ρότερνταμ. Μετά στην Κύμη συνιδιοκτήτης του καφεζαχαροπλαστείου το «Διεθνές» που ανταποκρινόταν πλήρως στο όνομά του, εξαιτίας της προϊστορίας του Αντώνη Κιούση στη θάλασσα, αλλά και γιατί ο χώρος κατέστη τόπος όπου γνώρισε «τόσους και τόσους φίλους». Ακολούθησε το ταξί «μ’ ένα σωρό πελάτες όλων των εθνικοτήτων». Ο τίτλος λοιπόν του βιβλίου ανταποκρίνεται σε μια διεθνικιστική επαγγελματική σταδιοδρομία που διήρκεσε σαράντα τέσσερα χρόνια· και συνεχίζεται, γιατί έως σήμερα ο Αντώνης Κιούσης εργάζεται συστηματικά στα κτήματά του και γεύεται, μαζί με φίλους και γνωστούς, τα αγαθά της ευβοϊκής γης.  

Ένα πυκνογραμμένο κείμενο που όπως είναι δομημένο σε κεφάλαια με τους οικείους τίτλους διαβάζεται και με τη ροή μικρών αυτοτελών αφηγήσεων, όπως αυτές που με κάποια αφορμή θα ξετυλίγονταν στο γιορτινό τραπέζι. «Αν είχα ταλέντο συγγραφέα, θα έφτιαχνα βιβλία σε συνέχειες», γράφει ο ίδιος. Κι ακριβώς τα μικρά ευσύνοπτα αυτά στιγμιότυπα ζωής χαράσσονται στο χαρτί με μια ιδιότυπη αυτονομία, αλλά ταυτόχρονα με χρονική ακολουθία από την αρχή έως το τέλος. Μια αυτοβιογραφία; Και ναι και όχι, γιατί το λακωνικό αυτό κείμενο θα απαιτούσε ένα νέο χαρακτηρισμό. Είναι ενδεικτικό του ύφους του οι μονολεκτικές σχεδόν αναφορές σε γεγονότα που θα μπορούσαν να απλωθούν σε πολλές σελίδες ή εκείνες σε φίλους που μόνο το όνομα ή μια κουβέντα αρκεί για να υπονοήσουν αλάθητα τα υπόλοιπα. Ένα παράδειγμα από την αντάμωσή του με τον Μανώλη Γλέζο: «λεβεντιά ήταν, απλός και ωραίος».

Ένα ταξίδι που αρχίζει στα οκτώ του, ανήμερα του Σταυρού, στις 14 Σεπτεμβρίου του 1946. Τότε που το «αδελφοκτόνο μίσος» σκότωσε μέσα στο σπίτι τους τη μάνα του που είχε αγκαλιασμένα για να τα προστατεύσει τα τέσσερά της παιδιά, κι ένα επτά μηνών στην κοιλιά της. «Η τραγωδία μας. Όσα δεν μας έκαναν οι Γερμανοί, καταφέραμε και τα διαπράξαμε μόνοι μας – ο ένας έβγαζε τα μάτια του άλλου». Τα καράβια, το καφεζαχαροπλαστείο, το ταξί και τώρα τα κτήματα, αποτελούν μικρά φτασίματα ενός Γολγοθά που ξεκινά τότε με όλα τα «αγριοκαίρια» ουσιαστικά και μεταφορικά, με τρύπια άρβυλα, κι όχι πάντα κι αυτά φορεμένα, για να κουβαλήσουν ξύλα και κάρβουνο που ξέβραζε η θάλασσα και το ποτάμι· για να κάνουν χιλιόμετρα αγώγια κάθε μέρα· να χτίζουν σπίτια, στάβλους κι εκκλησιές για να μπορέσουν να μπαρκάρουν. Και κάθε σταθμός με τη δική του επώδυνη ανηφόρα. 

Κι όμως σ’ όλη αυτή την «ιστορία» που μοιάζει να ακούς, κι όχι να διαβάζεις, το επιμύθιο που σου μένει είναι η καλοσύνη των ανθρώπων. Όχι πως ξεχνιούνται οι θηριωδίες, ο φθόνος, το μίσος, η εκδικητική χωρίς λόγο συμπεριφορά, αλλά η ίδια η γραφίδα –προέκταση της καρδιάς του Αντώνη Κιούση– καταφέρνει ό,τι ο ίδιος και η αδελφή του Φαλιά, όταν τους περόνιαζε η βροχή τα κόκαλα: «Εκείνο που δεν θα ξεχάσω ποτέ είναι πως φρόντιζε ο ένας τον άλλον, πως ζέσταινε η ψυχή μας τα παγωμένα βράδια του χειμώνα κι άντεχε να περνά μπροστά από το κοιμητήριο όπου λίγα χρόνια πριν είχαμε αποχαιρετήσει τη μάνα μας».

Αυτό μας μαθαίνει κι εμάς· να αντέχει η ψυχή μας και να στέκεται στην καλοσύνη των ανθρώπων που έχει τη δύναμη να πολεμά, να εναντιώνεται στο κακό· κι αν δεν το καταβάλει, να το αποδυναμώνει έτσι που να μη στέκεται εμπόδιο στον ανήφορο που τάζει ο άνθρωπος στη ζωή για τον εαυτό του.

Ο επίλογος του βιβλίου με τον τίτλο «Φυλαχτό και πυξίδα ζωής» γραμμένος από τον Γιώργο Κιούση, γιο του Αντώνη, επικεντρώνεται στο χειρόγραφο, στο ανορθόγραφα γραμμένο κείμενο του μπλε Τετραδίου, και με το ίδιο ειλικρινές και εξομολογητικό ύφος αποδίδει τις οφειλές γιου προς πατέρα· «καμπανάκι αφύπνισης» το κείμενο, «φυλαχτό» και «πυξίδα», που βοηθά τον γιο να επανακαθοδηγείται σε κάθε του βήμα. 

Κοιτάζω την ταλαιπωρημένη φωτογραφία του εξωφύλλου· «Περιμένοντας να δέσουμε» ο τίτλος της. Ένα χαμόγελο γλυκό της προσμονής· και μάτια που λοξοκοιτάνε σ’ αυτά που έφυγαν, σ’ αυτά που έρχονται. Ένα πρόσωπο γεμάτο, ξέχειλο από συναισθήματα που γέρνουν στην μεριά του αγαθού. Είθε να είμαστε έτοιμοι την πάσα ώρα να δέσουμε κι εμείς πριν την αναχώρηση για το μεγάλο, το τελευταίο ταξίδι. Χαίρομαι που μαθήτευσα στις σελίδες αυτού του βιβλίου.

Και είναι βέβαιο, κρίνοντας από το αποτέλεσμα, ότι με την ίδια, κι ακόμη μεγαλύτερη, χαρά μορφοποίησαν το μπλε Τετράδιο στο καλαίσθητο αυτό βιβλίο: ο Γιώργος Κιούσης, η Φωτεινή Στεφανίδη, ο Δημήτρης Παπακώστας, η Βάνα Παναγιώτου. Τι ωραίο αντίδωρο στα πολλά δώρα του Αντώνη Κιούση!

Γεωργία Κακούρου Χρόνη

Αντώνης Κιούσης, «Το Διεθνές». Το εξώφυλλο της έκδοσης.