Δημοσιεύσεις
από Γεωργία Κακούρου-Χρόνη τ. Επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης
  Free Member
Ακαδημαϊκός ο Άγγελος Δεληβορριάς
Mια σύντομη καταγραφή της προσφοράς του
View all

Τον συναντούσα στο σπίτι της Άννας Σικελιανού· ήταν γείτονες. Εκεί απέναντι στον αργαλειό, δίπλα στον παλιό κομμό του Άγγελου Σικελιανού, με τη Μινού να γουργουρίζει στα πόδια του και από το αυλιδάκι, μια σταλιά τόπος, που άπλωνε με τα φυτά που έτρεφε η αγάπη της Άννας, τρύπωνε η μυρουδιά του γιασεμιού. Οι συζητήσεις τους απλές, καθημερινές με τις έγνοιες κυρίως του Άγγελου Δεληβορριά που τις ακούμπαγε εκεί, στη φιλόξενη γωνιά της Άννας, όπως παιδί στην παραμυθητική ποδιά της μάνας του.

Οι έγνοιες του Άγγελου θα ήταν φυσικά και προσωπικές, αλλά όχι τόσες και τέτοιες που να κάνει κουβέντα γι’ αυτές. Στην ερώτηση «Tι κάνεις, Άγγελε;», η απάντηση ήταν «Kαλά, αλλά το Μουσείο…». Το Μουσείο Μπενάκη, σαράντα ένα χρόνια, περισσότερο σπίτι από το σπίτι του.

Και τι δεν μας χάρισε ο Άγγελος Δεληβορριάς: το «Μουσείο Μπενάκη» της οδού Κουμπάρη, γιατί είναι κι αυτό πια ένα νέο Μουσείο. Το κοινό το διαπίστωσε, όταν άνοιξε πάλι τις πύλες του το 2000, ύστερα από τη σχεδόν δεκαετή ανακαίνισή του. «Νέο» το καθιστά βεβαίως ο σύγχρονος τρόπος έκθεσης των συλλογών του, οι συνθήκες συντήρησης των έργων του, η εκπαιδευτική του πολιτική, ο διπλασιασμός των χώρων του, το ωραίο εστιατόριο με την πανοραμική θέα στην πόλη, το πωλητήριο, το ευγενέστατο προσωπικό, η διεύρυνση του ωραρίου, αλλά κυρίως ο χαρακτήρας του. Το Μουσείο Μπενάκη, έτσι όπως το ήθελε ο Διευθυντής του, μας έμαθε να διαβάζουμε λιγότερο και να βλέπουμε περισσότερο. Να «βλέπουμε» τη γοητευτική αφήγηση της ιστορίας του ελληνισμού, από τα προϊστορικά χρόνια έως σήμερα, η οποία προβάλλει με τρόπο σαφή και ευσύνοπτο –με τα λόγια του οραματιστή της– «τη διάρκεια και την αντοχή, τη συνοχή και τη συνέχεια, τη φαντασία και την εκφραστική δύναμη ως βασικά συστατικά της ελληνικής συμμετοχής στο ιστορικό γίγνεσθαι της ανθρωπότητας».

«Κτήριο της Οδού Πειραιώς». Ας αναλογιστούμε μόνο τις αναδρομικές εκθέσεις των έργων των Eλλήνων δημιουργών –και αυτών της διασποράς– που μας έμαθαν τους καλλιτέχνες μας και λειτούργησαν ως ανοιχτά μαθήματα ιστορίας της τέχνης όχι μόνο για τους ειδικούς αλλά και για τον απλό επισκέπτη. Το αίθριο, που μας εκπλήσσει κάθε φορά με μια διαφορετική πρόταση, μαζί με το πωλητήριο και το εστιατόριο, λειτούργησαν σαν μια αγορά ενδυναμώνοντας τον κοινωνικό ρόλο του Μουσείου. Και πάνω απ’ όλα το Μουσείο ανέτρεψε τον χαρακτήρα της οδού Πειραιώς, η οποία από βιομηχανικός άξονας της πόλης κατέστη σιγά σιγά πολιτισμική αρτηρία της.

«Μουσείο Ισλαμικής Τέχνης». Ο Άγγελος Δεληβορριάς, με την ίδρυση του Μουσείου, κι εδώ πρωτοπόρος, συνέβαλε στον διάλογο με τον ισλαμικό κόσμο και τον διευκόλυνε εμπλουτίζοντάς τον με μαρτυρίες που, μέσα από την αισθητική απόλαυση, συντελούν στην ανάδειξη της σημασίας του και στην κατανόησή του. Η θέση του Μουσείου, δίπλα από το αρχαίο νεκροταφείο του Κεραμεικού, την αρχαία Αγορά, το Κέντρο Μελέτης Νεώτερης Κεραμεικής-Ίδρυμα Oικ. Γ. Ψαρόπουλου και τις δυο εβραϊκές Συναγωγές, ενισχύει τον πολυπολιτισμικό αυτό διάλογο. Εξάλλου ο διάλογος των πολιτισμών συντελείται στο ίδιο το νεοκλασικό κτήριο με τα θεμέλιά του να ακουμπούν στο αρχαίο τείχος της Αθήναςπου έχει αναδειχθεί μουσειολογικά· στα θεμέλια του Μουσείου το τείχος και στη γειτνίασή του με τον ουρανό η βεράντα με την ωραιότερη θέα προς το ιστορικό κέντρο της πόλης.

«Πινακοθήκη Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα». Με τον καλύτερο τρόπο αξιοποιήθηκε η δωρεά του μεγάλου κοσμοπολίτη ζωγράφου. Με σεβασμό διατηρήθηκε ως είχε η κατοικία του στον πέμπτο όροφο και το εργαστήρι του στο δώμα. Στους πρώτους ορόφους ξετυλίγεται η πνευματική και καλλιτεχνική ζωή της χώρας από τη Μικρασιατική Καταστροφή έως τη δικτατορία του 1967. Ο Άγγελος Δεληβορριάς κατάφερε να συνακούγονται ισόρροπα όλες οι φωνές που, πολλές φορές και εν τη αντιθέσει τους, συνέθεσαν το πρόσωπο της Ελλάδας κατά το μεσοπόλεμο. Είναι το Μουσείο που απαιτεί την αφοσιωμένη μελέτη μας προκειμένου να κατανοήσουμε και να αξιοποιήσουμε την προσφορά του.

«Οικία Δέλτα». Το Μουσείο Μπενάκη στέγασε το Τμήμα των Ιστορικών Αρχείων στο σπίτι αυτό που έζησε η Πηνελόπη Δέλτα είκοσι πέντε χρόνια –από το 1916 έως την ημέρα που αυτοκτόνησε, όταν τα ναζιστικά στρατεύματα έμπαιναν στην Αθήνα– και έγραψε τα βιβλία που ενθάρρυναν τη φιλαναγνωσία μας στα παιδικά μας χρόνια. Το κέλυφός του περικλείει ένα ολόκληρο σύμπαν. Είναι ο χώρος που κρατά συμπυκνωμένο τον χρόνο, γιατί, όπως επισημαίνει ο Gaston Bachelard, στο βιβλίο του «Η ποιητική του χώρου», ενώ πιστεύουμε ότι αναγνωρίζουμε τον εαυτό μας μέσα στον χρόνο, στην ουσία είναι ο χώρος που κρατά τον χρόνο.

«Εργαστήριο Γιάννη Παππά». Ο Γιάννης Παππάς κληροδότησε στο Μουσείο Μπενάκη τα έργα γλυπτικής και ζωγραφικής που βρίσκονταν στην κατοχή του και που μαρτυρούν την καλλιτεχνική του πορεία από το 1930 έως το τέλος της ζωής του μαζί με τον χώρο στον οποίο δημιουργήθηκαν, στην ωραία μονοκατοικία στην περιοχή Ζωγράφου. Μια «μονογραφία» που εμπλουτίζει και τον στόχο που έχει τεθεί από την Πινακοθήκη Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα.

«Μουσείο Παιχνιδιών». Ένας πύργος ίδιος με παραμύθι, που από στιγμή σε στιγμή προσμένεις να προβάλουν ιππότες και πριγκίπισσες από τα γοτθικόσχημα ανοίγματά του· ο πύργος στο Παλαιό Φάληρο, που κληροδότησε στο Μουσείο Μπενάκη η τελευταία του κληρονόμος, Βέρα Κουλούρα, είναι έτοιμος να υποδεχτεί το κοινό. Όχι μόνο τα παιδιά, κι ας μοιάζει να απευθύνεται κυρίως σ’ αυτά, αφού το παιδικό παιχνίδι αποτελεί αντικείμενο μελέτης επιστημόνων πολλών ειδικοτήτων. Πυρήνας του Μουσείου η συλλογή της Μαρίας Αργυριάδη που αριθμεί περίπου 20.000 παιχνίδια, από την αρχαιότητα έως τη δεκαετία του 1970, από την Ελλάδα και το εξωτερικό, που δωρήθηκαν από την ίδια στο Μουσείο Μπενάκη.

«Μέντης. Κέντρο διατήρησης παραδοσιακών τεχνικών κλωστοϋφαντουργίας». Από τις πιο παλιές βιοτεχνίες της Ελλάδας, ιδρύθηκε στο Ναύπλιο το 1861
και μεταφέρθηκε στην Αθήνα, όπου και η μεγάλη της αγορά, από τη βασιλική φρουρά έως αργότερα τη Δόρα Στράτου, επιπλοποιούς, υποδηματοποιούς, κοσμηματοπώλες κ.ά. Εξαιρετική ποιότητα και γνώση στα «μαλλιά, φλος, κρόσσια, μετάξια, νήματα, ψιλικά» όπως αναγραφόταν και στην ταμπέλα του καταστήματος του Όθωνα Σ. Μέντη. Το Μουσείο έχει επινοήσει ήδη ευφάνταστους τρόπους προβολής του «Μέντη» και έχει θέσει εκπαιδευτικούς στόχους «διατήρησης των παραδοσιακών τεχνικών που σχετίζονται με την επεξεργασία των νημάτων, την υφαντική και την κεντητική». Ο Άγγελος Δεληβορριάς χαιρέτησε την αξιοποίηση αυτού του ιστορικού χώρου σαν μια ένεση αισιοδοξίας ειδικά αν συνυπολογίσει κανείς ότι η δαπάνη της ανακαίνισης καλύφθηκε από ανώνυμο δωρητή που δεν επιθυμεί να δει το όνομά του γραμμένο σε πινακίδες.

«Το σπίτι του Patrick και της Joan Leigh Fermor». Το σπίτι του Sir Patrick Leigh Fermor, του γνωστού διεθνώς ως Paddy και για τους πολλούς φίλους του στη Μάνη και την Κρήτη κυρ-Μιχάλη. Πρόκειται για τρία πετρόκτιστα κτήρια στο Καλαμίτσι, κοντά στην Καρδαμύλη, περιτριγυρισμένα με κυπαρίσσια, ελιές, σκίνα, δάφνες, τα γηγενή άνομβρα φυτά της μανιάτικης γης. Η κατοικία, σύμφωνα με την επιθυμία του δωρητή, θα χρησιμοποιείται για τη φιλοξενία λογοτεχνών και ερευνητών. Ο σερ Πάτρικ Λι Φέρμορ επιστρέφει με τον πιο γενναιόδωρο τρόπο την ελληνική φιλοξενία. Το Μουσείο Μπενάκη ήδη με την έκθεση «Γκίκας – Fermor – Craxton: 3 τόποι, 3 δημιουργοί» (17.10.2014 – 10.01.2015), με την οποία μας σύστησε τους τρεις φίλους, μας προϊδεάζει για τις δυνατότητες της Πινακοθήκης Χατζηκυριάκου-Γκίκα και για τις πολύπτυχες προσεγγίσεις που προτίθεται να μας προτείνει στη γνωριμία μας με δημιουργούς που άφησαν ευδιάκριτα τα ίχνη τους στον τόπο μας.

H σύντομη αυτή καταγραφή, εν είδει καταλόγου, δεν αποκαλύπτει το μέγεθος της προσφοράς του Άγγελου Δεληβορριά, γιατί δεν μπορεί να συμπεριλάβει τους νέους δρόμους στη σκέψη, τις γνώσεις, τις εμπειρίες, τα βιώματα, τα συναισθήματα, την απόλαυση, την αυτοεξέλιξη που συντελείται σιγά σιγά στον κάθε επισκέπτη. Όσο και να νομίζεις ότι έχεις εξοικειωθεί με τα εκθέματα, κάθε φορά σε προσμένει μια νέα αποκάλυψη. Πώς και δεν είχες παρατηρήσει τα παιχνίδια του φωτός στο Εργαστήριο του Γιάννη Παππά; Τώρα συνειδητοποίησες την πορεία μιας μηχανής στη βιοτεχνία του Μέντη από την Προύσα στην Ελλάδα· την Ελλάδα που επινοούσε και παρήγε. Στην Πινακοθήκη Γκίκα, όπως και στο κεντρικό κτήριο, το βιβλίο είναι πολυσέλιδο· σιγουρεύεις τον βιβλιοδείχτη σου και επιστρέφεις· και μόλις τελειώσεις, αρχίζεις την «ανάγνωση» πάλι από την αρχή. Μπορώ μόνο να επιβεβαιώσω το γεγονός ότι τα εκπαιδευτικά προγράμματα του Μουσείου, τα πρώτα στην Ελλάδα τη δεκαετία του 1980, κατέστησαν μουσειόφιλους πολλά παιδιά σημερινό πια ενήλικο κοινό ανάμεσά τους και τα παιδιά μου.

Αλλά ακόμη και να μπορούσαν να καταγραφούν όλες οι προσωπικές μαρτυρίες, πάλι δεν θα είχαμε την εικόνα του Διευθυντή του Μουσείου. Το βιογραφικό του σημείωμα είναι πάντα λιτό. Αναφέρεται στις λαμπρές του σπουδές στην Ελλάδα, στη Γερμανία, στην Αγγλία, στα ερευνητικά προγράμματα που εκπόνησε στις Ηνωμένες Πολιτείες, στις εκθέσεις που πρόβαλαν την Ελλάδα στο εξωτερικό, στην πολύχρονη διεύθυνση του Μουσείου, στη διδασκαλία του στο πανεπιστήμιο, στις ανακοινώσεις του και στα δημοσιεύματά του, στις τιμητικές διακρίσεις που έτυχε στη διάρκεια της καριέρας του από Έλληνες και ξένους αποδέκτες του έργου του. Το πληρέστερο βιογραφικό του βέβαια καταθέτει το κεντρικό κτήριο του Μουσείου και η Πινακοθήκη Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα, γιατί και τα δυο αυτά Μουσεία αποκαλύπτουν το εύρος και το βάθος των γνώσεών του που εκτείνονται από την αρχαιότητα έως τα νεότερα χρόνια· και όλα μαζί τα αποκτήματα του Μουσείου Μπενάκη αποδεικνύουν έναν ικανότατο μάνατζερ που κατέκτησε την εμπιστοσύνη και την αγάπη χορηγών και κοινού.  

Ακόμη κι αυτά τα βιογραφικά παραλείπουν, ωστόσο, να μας γνωρίσουν τον άνθρωπο Άγγελο Δεληβορριά. Τον πόνο του για την εξέλιξη του Μουσείου που συνδυάστηκε, εξαιτίας της κρίσης, με απολύσεις που δεν μπορεί να αντέξει. Τις μάχες του με την εκάστοτε εξουσία που δήθεν ενισχύει τον πολιτισμό, έναν πολιτισμό που τις περισσότερες φορές αγνοεί, και που δεν είχε, και δεν έχει, χαράξει μια εθνική πολιτισμική πολιτική. Την αφοσίωσή του στους φίλους, την παρουσία του στις προσωπικές τους στιγμές, τη συμπαράστασή του σε ανθρώπους που γνώρισε στα πρώτα χρόνια της σταδιοδρομίας του και που θα βρει τον χρόνο να ενθαρρύνει την όποια τους προσπάθεια, με λόγια και με έργα. Την επιβράβευση στα βουρκωμένα του μάτια για το μικρό, σε σύγκριση με το δικό του μεγάλο έργο, που οι φίλοι του και συνεργάτες του επιτυγχάνουν. Ο Άγγελος Δεληβορριάς είναι πάντα εκεί και δεν αφήνει τίποτα στη μέση.

Το ενδιαφέρον του για το Αμύκλαιο, ιερό του Απόλλωνα στις Αμύκλες, ελάχιστα χιλιόμετρα από τη Σπάρτη, ξεκίνησε μαζί με την αρχαιολογική του καριέρα, όταν υπηρετούσε στην Αρχαιολογική Υπηρεσία της Λακωνίας (1966-1969)· πιάνει πάλι το νήμα το 2005 με μια πλειάδα αναγνωρισμένου κύρους συνεργατών. Θεωρεί το ιερό «ως το πλέον εντυπωσιακό αλλά και αινιγματικό αρχιτεκτόνημα του τέλους της αρχαϊκής εποχής» και ευελπιστεί στη δημοσίευση των συνολικών αποτελεσμάτων της ανασκαφής και στην ανάδειξη του αρχαιολογικού χώρου.

Η Ολομέλεια της Ακαδημίας Αθηνών εξέλεξε ως τακτικό μέλος της τον Άγγελο Δεληβορριά, Καθηγητή Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και πρώην Διευθυντή του Μουσείου Μπενάκη, στις 9 Ιουνίου 2016. Η απόφασή της τον τιμά, αλλά και την τιμά. Ολόθερμα τον συνοδεύουν οι ευχές μας.

 

Δρ Γεωργία Κακούρου-Χρόνη

 

Σημείωση: Ευχαριστώ τον δρα Σταύρο Βλίζο, καθηγητή στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο και συνεργάτη του Άγγελου Δεληβορριά στην ανασκαφή του Αμύκλαιου, για τη φωτογραφία του Άγγελου Δεληβορριά στο ιερό του Απόλλωνα.

Ο Άγγελος Δεληβορριάς στο ιερό του Απόλλωνα (Αμύκλαιο). Φωτ.: Δρ Σταύρος Βλίζος.
1 / 5