Παρανείλιο φυτό που οι Αιγύπτιοι επεξεργάζονταν ήδη από την 3η χιλιετία, ο πάπυρος δεν τους προμήθευε μόνο με γραφική ύλη αλλά και με τροφή, φάρμακα, καραβόπανα κ.ά. Ακόμη και πλοία κατασκεύαζαν οι Αιγύπτιοι από κορμούς παπύρων. Από την εξαγωγή του στη Βύβλο της Φοινίκης (12ος-11ος αιώνας π.Χ.) προέρχεται η ελληνική λέξη «βύβλος, βιβλίο». Δώρο της άμμου είναι οι πάπυροι που σώθηκαν κυρίως από την Αίγυπτο και, σε πολύ μικρότερο ποσοστό, από την Παλαιστίνη και τη Μεσοποταμία. Στην Ευρώπη το σπουδαιότερο παπυρικό εύρημα είναι οι 800 περίπου κύλινδροι από έπαυλη στο Herculaneum (Ηράκλειο), που θάφτηκε κάτω από τη λάβα του Βεζούβιου το 79 μ.Χ. Ελληνικοί πάπυροι βρέθηκαν στο περσικό Κουρδιστάν, το Αφγανιστάν, στο δρόμο που συνδέει την Αντιόχεια με τη Μεσοποταμία (Δούρα-Ευρωπός) και σε σπηλιές γύρω από τη Νεκρά Θάλασσα. Ο πάπυρος του Δερβενίου (γύρω στο 350 π.Χ.) θεωρείτο ως το αρχαιότερο δείγμα ελληνικής γραφής σε πάπυρο μέχρι την ανακάλυψη παπύρινου κύλινδρου σε τάφο του 5ου αιώνα π.Χ. στη Δάφνη της Αττικής. Ορόσημο για την αιγυπτιολογία υπήρξε η εκστρατεία του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο. Στην ομάδα επιστημόνων που τον συνόδευε οφείλεται η ανεύρεση, το 1799, της τρίγλωσσης στήλης της Ροζέττας. Σταθμό για τη μελέτη των παπύρων αποτελεί η δεκαετία 1870-1880, όταν οι αιγύπτιοι γεωργοί μεταφέρουν μεγάλες ποσότητες εύφορου χώματος προκειμένου να επεκτείνουν τις καλλιεργήσιμες εκτάσεις. Η απογύμνωση της γης έφερε στην επιφάνεια χιλιάδες παπύρους. Μόνον η Οξύρρυγχος έδωσε γύρω στους 3.500. Την αθρόα ανεύρεση παπύρων ακολούθησε η έκδοση και μελέτη τους με αποτέλεσμα την ίδρυση μιας αυτοτελούς πλέον επιστήμης, της παπυρολογίας.