Η ερωτική και γονιμική μαγεία αποτελεί τμήμα ενός συνόλου πεποιθήσεων, πρακτικών και εκφορών, που στηρίζεται στη μεταφορική και αναλογική σκέψη, διέπεται από μια λογική του αισθητού και του συγκεκριμένου και παρεμβαίνει στη συμβολική κοσμική τάξη προκειμένου να επιφέρει κάποια απτά αποτελέσματα.

Η γυναικεία γονιμότητα στον ελλαδικό χώρο νοείται και εκφέρεται κυρίως μέσα από το μεταφορικό σχήμα της φυτικής γονιμότητας και αναπαραγωγής. Νοείται μάλιστα ως «εξημερωμένη», «γεωργημένη» φυτική γονιμότητα. Το σχήμα της γεωργημένης φυτικής γονιμότητας επισημαίνεται παντού, στα τραγούδια της αγάπης, στα γονιμικά σύμβολα του γάμου, στα γαμήλια έθιμα. Η γυναίκα αποκαλείται «χωράφι», ενώ η λέξη «σπόρος» δηλώνει το σπέρμα και το τέκνο.

Σε περίπτωση ακληρίας, η γονιμότητα αναζητείται στο χώρο της φύσης. Το νερό υποβάλλει εδώ την εικόνα μιας γονιμοποιού δύναμης. Λαϊκές και λόγιες μαιευτικές αντιλήψεις συνδέουν τη γονιμότητα της γυναίκας με την υγρασία της μήτρας. Η άτεκνη, προκειμένου να «ξυπνήσει» τη δική της γονιμότητα, βοσκούσε το γρασίδι ή σερνόταν πάνω στα χόρτα λέγοντας «φάε μουνί χορτάρ’». Το «τρυποπέρασμα» είναι μια μαγική τελετουργική πράξη, κατά την οποία η άτεκνη «διαβαίνει» μέσα από τη σχισμάδα ενός δέντρου.

Άλλος τρόπος αντιμετώπισης της ατεκνίας ήταν η προσφυγή «εις τα όξω», τις μαΐστρες, τις μάγισσες που έχουνε βότανα και ξέρουν ξόρκια και λυσίματα για τ’ αμπόδεμα και τα μάγια. Από τα πιο διαδεδομένα μαγικά συλληπτικά ήταν το κρεμμύδι και η σκόνη από αποξηραμένες βδέλλες. Την ίδια βασική λογική εξυπηρετούν πλύσεις, αχνίσματα και υποκαπνισμοί .

Η γυναικεία γονιμότητα στον ελλαδικό χώρο νοείται επίσης και μέσα από το μεταφορικό σχήμα της παρασκευής ψωμιού. Το έθιμο θέλει η άτεκνη να τρώει ψωμί από νέο φούρνο. Σε πολλές κοινότητες οι ιερείς δεν δέχονταν πρόσφορο για τη λειτουργία από άτεκνη. Η άρνηση ισχύει και για την περίπτωση της πόρνης και της παλλακής.

Ο άντρας δεν φέρει ποτέ την ευθύνη για την ατεκνία. Δεν εμφανίζεται στείρος αλλά «δεμένος» με μαγικά μέσα, εμποδισμένος, ανίκανος. Η κατάδεση γίνεται από εχθρικό πρόσωπο και έχει στόχο το ζευγάρι ή και μόνο τη νύφη. Στην ερωτική μαγεία χρησιμοποιείται και το αίμα της περιόδου που έχει ιδιαίτερη δύναμη και είναι αμφίσημο. Οι άντρες, αντίθετα, για να μαγιοποτίσουν την αγαπημένη τους, χρησιμοποιούν σπέρμα το οποίο μαραίνουν στον ήλιο. Αντίστροφα, η μαγεία που δημιουργεί μίση ή έχθρα χρησιμοποιεί ουσίες που διαλύουν ή βλάπτουν: αλάτι, γλώσσα φιδιού, κόπρανα, αίμα από σφαγμένα ζώα, χώμα από πρόσφατη ταφή κ.ά.

Η μαγική πράξη βασίζεται στη δημιουργία ενός υποκατάστατου αυτού που επιθυμεί κανείς να ελέγξει. Η ομοιότητα εκλαμβάνεται ως ταυτότητα και δημιουργεί την αίσθηση της επαφής και της κυριαρχίας. Οι ουσίες που χρησιμοποιούνται (αίμα, σπέρμα, τρίχες του ηβαίου) είναι σύμβολα της σεξουαλικής πράξης και του πόθου, αλλά αποτελούν ταυτόχρονα και μέρος της οντολογικής πραγματικότητας της πράξης. Επιπλέον, ενσαρκώνουν υλικά και συγκεκριμένα μια σχέση αλλά και μια πρόθεση. Η «απομίμηση» αυτή συνδυάζεται συχνά με τις ανάλογες επωδές, οι οποίες συνιστούν επιτελεστικές εκφορές σε χρόνο προστακτικής, όπου η αναπαράσταση ενός πράγματος ή μιας κατάστασης σημαίνει και την πραγματοποίησή του.