Είναι η υπέρκομψη «Παριζιάνα» της Κνωσού γυναίκα-αντικείμενο;
Η συγγραφέας διατρέχει τη μακρά περίοδο από την Προϊστορία ως την ιστορική εποχή αξιοποιώντας κριτικά το υλικό της εικονογραφίας και τα συμπεράσματα της Εθνολογίας. Καθοριστική είναι η φρέσκια ματιά της φεμινιστικής ανθρωπολογίας που αναδεικνύει την κοινωνική ταυτότητα των γυναικών, παραμερίζοντας την αξιωματική θέση ότι η βιολογία τους τις καθορίζει. Συζητείται ως παντελώς αστήρικτη η θεωρία περί μητριαρχίας και η παρερμηνεία των γυναικείων παλαιολιθικών ειδωλίων που την ενθάρρυνε. Την αυθαίρετη υπόθεση της γυναικοκρατίας αντικαθιστά μια κοινωνία με «μητριστικά» χαρακτηριστικά που διακρίνεται για τη συλλογικότητα, την τελετουργική της διάσταση και τη συγκρότησή της με βάση τα γένη. Γυναικοκρατία δεν συνεπάγεται ούτε καν η μητρογραμμική γενεαλόγηση. Μια «μητριστικού» χαρακτήρα κοινωνία ερμηνεύει την εξάπλωση των γυναικείων ειδωλίων και στη Νεολιθική εποχή, όταν η καλλιέργεια του εδάφους, η κατασκευή εργαλείων, η εφεύρεση της αγγειοπλαστικής και η επινόηση της υφαντικής συμβάλλουν στην αυξημένη κοινωνική σπουδαιότητα της γυναίκας. Στην Παλαιοανακτορική Κρήτη, προς το παρόν λανθάνουν οι συνθήκες που δημιουργούν πατριαρχικούς θεσμούς: η εξάλειψη των γενών και η εμφάνιση συγκεντρωτικού κράτους και ισχυρής πολεμικής τάξης. Τη χαρακτηριστική γονιμική εικονογραφία της Προανακτορικής εποχής αντικαθιστούν τα ειδώλια λατρευτών στα ιερά κορυφής. Η τυποποιημένη ενδυμασία και κόμμωση των γυναικών συμβολίζει την ομαδική κοινωνική τους ταυτότητα και την ταυτότητα του γένους τους. Το ταξικά οργανωμένο κοινωνικό σύστημα είναι φανερό σε τοιχογραφίες της Κνωσού και της Θήρας από τη Νεοανακτορική περίοδο. Αυτό δηλώνουν και οι ενδυματολογικές διαφοροποιήσεις των ειδωλίων στα ιερά κορυφής. Με εξαίρεση το γυμνό στήθος που προβάλλει από το ανοιχτό περικόρμιο και συνδέεται αποκλειστικά με θρησκευτικές και τελετουργικές παραστάσεις, η κομψή και πολυτελής γυναικεία ενδυμασία μπορεί να ερμηνευτεί ως μια πρώτη εξάρτηση της γυναίκας από τον άντρα, καθώς τώρα τα γνωρίσματα της μητρότητας δίνουν τη θέση τους στη γυναίκα ως αντικείμενο της αντρικής ερωτικής διάθεσης. Αντίστοιχη ενδυματολογική φροντίδα επιδεικνύουν όχι μόνο οι θνητές των τοιχογραφιών αλλά και οι θεότητες της πλαστικής ή της σφραγιδογλυφίας.Τον 15ο αιώνα π.Χ., διαπιστώνεται η εισβολή μιας αντρικής θεότητας με πολεμικά χαρακτηριστικά στο χώρο της λατρείας γυναικείων θεοτήτων. «Επιφαινόμενες» θεότητες αναγνωρίζονται και στα ειδώλια με υψωμένα χέρια, και ένα σαφές πολυθεϊστικό σύστημα καθιστά παρωχημένη την άποψη περί «μοναδικής» λατρείας της Μητέρας-Θεάς. Νέα έμφαση αποδίδεται στα στοιχεία της εξουσίας και στη διάθεση για επιβλητικότητα που διέπει την ανακτορική τελετουργία. Από τις πινακίδες της Γραμμικής Β πληροφορούμαστε την ύπαρξη άνακτος, στρατιωτικής ηγεσίας και αρχόντων. Οι ταφικές λάρνακες πιστοποιούν τον αυστηρό διαχωρισμό των φύλων, αναθέτοντας στις γυναίκες το θρήνο του νεκρού. Από τον επάνω όροφο των ανακτόρων, οι γυναίκες των τοιχογραφιών παρακολουθούν τις εκδηλώσεις στους χώρους με δημόσιο χαρακτήρα. Θεατές απέναντι στα κοινωνικοπολιτικά δρώμενα θα παραμείνουν για αιώνες.