Η αιγυπτοβρετανική αρχαιολογική αποστολή του Ανώτατου Συμβουλίου Αρχαιοτήτων της Αιγύπτου και του Ιδρύματος Έρευνας του Νέου Βασιλείου ταυτοποίησε τον τάφο του φαραώ Τούθμωση Β’, τον τελευταίο βασιλικό τάφο της 18ης Δυναστείας που παρέμενε άγνωστος στους αρχαιολόγους. Η ταυτοποίηση κατέστη δυνατή έπειτα από ανασκαφή και μελέτη του Τάφου C4, ενός μεγάλου χώρου λαξευμένου στον φυσικό βράχο στη λεγόμενη Κοιλάδα C (Wadi C), στο Θηβαϊκό Όρος, περίπου 2,4 χλμ. δυτικά της Κοιλάδας των Βασιλέων, στο Λούξορ. Σύμφωνα με τον Σερίφ Φάτι, υπουργό Τουρισμού και Αρχαιοτήτων της Αιγύπτου, αυτός είναι ο πρώτος βασιλικός τάφος που αποκαλύπτεται στο Λούξορ μετά τον θρυλικό εντοπισμό του τάφου του Τουταγχαμών από τον Χάουαρντ Κάρτερ το 1922.

Ο δρ Μοχάμεντ Ισμαήλ Χάλεντ, γενικός γραμματέας του Ανώτατου Συμβουλίου Αρχαιοτήτων, εξήγησε ότι η αποστολή αποκάλυψε την είσοδο και τον κύριο διάδρομο του τάφου τον Οκτώβριο του 2022. Η ομάδα αρχικά πίστευε ότι ο τάφος ανήκε σε κάποια βασιλική σύζυγο της εποχής των Τουθμωσιδών (υποπεριόδου της 18ης Δυναστείας, περ. 15ος αι. π.Χ.), λόγω της εγγύτητάς του με τον τάφο συζύγων του φαραώ Τούθμωση Γ’ αλλά και εκείνου που είχε κατασκευαστεί για τη βασίλισσα Χατσεψούτ ως βασιλική σύζυγο του Τούθμωση Β’, πριν ανέβει στον θρόνο ως φαραώ και τελικά ταφεί στην Κοιλάδα των Βασιλέων. Ωστόσο, κατά τη διάρκεια των συνεχιζόμενων ανασκαφών, νέα αρχαιολογικά ευρήματα επιβεβαίωσαν ότι ο τάφος ανήκει στον Τούθμωση Β’. Τα στοιχεία δείχνουν επίσης ότι η ταφή του οργανώθηκε από την ίδια τη Χατσεψούτ, η οποία ήταν ταυτόχρονα σύζυγος και ετεροθαλής αδελφή του.

Ο δρ Χάλεντ επιβεβαίωσε ότι θραύσματα αλαβάστρινων αγγείων που βρέθηκαν στον τάφο φέρουν επιγραφές που αναφέρουν τον Τούθμωση Β’ ως «αποθανόντα βασιλέα», μαζί με το όνομα της Χατσεψούτ ως Μεγάλης Βασιλικής Συζύγου του. Τα στοιχεία αυτά θεωρήθηκαν καθοριστικά για την ταυτοποίηση του τάφου. Ο γενικός γραμματέας χαρακτήρισε επίσης την αρχαιολογική αυτή εξέλιξη ως μία από τις σημαντικότερες αρχαιολογικές ανακαλύψεις των τελευταίων ετών. Τα αντικείμενα που βρέθηκαν στον τάφο προσφέρουν πολύτιμες νέες γνώσεις για την ιστορία της  αρχαιολογικής αυτής θέσης και τη βασιλεία του Τούθμωση Β’.

Να σημειωθεί ότι αυτή είναι η πρώτη φορά που βρίσκονται κτερίσματα που ανήκουν στον συγκεκριμένο βασιλιά.

Ο Μοχάμεντ Αμπντέλ-Μπάντι, επικεφαλής του Τομέα Αιγυπτιακών Αρχαιοτήτων στο Ανώτατο Συμβούλιο Αρχαιοτήτων και επικεφαλής της αιγυπτιακής πλευράς της αποστολής, δήλωσε ότι ο τάφος βρέθηκε σε κακή κατάσταση λόγω πλημμύρας που συνέβη λίγο μετά τον θάνατο του βασιλιά. Το νερό πλημμύρισε τον τάφο, γεγονός που ανάγκασε την αρχαιολογική ομάδα να ανακτήσει και να αποκαταστήσει πεσμένα τμήματα επιχρίσματος, ορισμένα από τα οποία φέρουν ίχνη μπλε επιγραφών, κίτρινων αστεριών που συμβολίζουν τον ουρανό, καθώς και αποσπάσματα από το Βιβλίο του «Αμντουάτ» – ένα από τα σημαντικότερα θρησκευτικά κείμενα που χρησιμοποιούνταν στους βασιλικούς τάφους της αρχαίας Αιγύπτου. Όσο για τα αντικείμενα που συνόδευαν τον βασιλιά, οι αρχικές μελέτες υποδηλώνουν ότι μετά την πλημμύρα η πλειοψηφία τους είχε μεταφερθεί αλλού, ήδη από την αρχαιότητα.

Ο δρ Πιρς Λίδερλαντ, επικεφαλής της βρετανικής πλευράς της αποστολής, τόνισε ότι ο τάφος έχει απλή αρχιτεκτονική, η οποία αργότερα επηρέασε τη διαμόρφωση των βασιλικών τάφων της 18ης Δυναστείας. Ο τάφος περιλαμβάνει έναν διάδρομο καλυμμένο με λευκό επίχρισμα, ο οποίος οδηγεί στον ταφικό θάλαμο. Το δάπεδο του κύριου διαδρόμου βρίσκεται περίπου 1,4 μέτρα ψηλότερα από τον ταφικό θάλαμο, κάτι που υποδηλώνει ότι χρησιμοποιήθηκε για τη μεταφορά των κύριων αντικειμένων του τάφου, συμπεριλαμβανομένου του σώματος του Τούθμωση Β’, μετά τη ζημιά που προκλήθηκε από την πλημμύρα. Ο δρ Λίδερλαντ επιβεβαίωσε ότι η αποστολή θα συνεχίσει την αρχαιολογική της έρευνα στην περιοχή, ένα έργο που διαρκεί εδώ και δύο χρόνια, με την ελπίδα να αποκαλύψει περισσότερα σχετικά με αυτόν τον χώρο και να εντοπίσει τυχόν χαμένα αντικείμενα του τάφου του Τούθμωση Β’.