Περισσότερα από 19.000 αντικείμενα αρχαιολογικής αξίας και άλλα έργα τέχνης ανακτήθηκαν στο πλαίσιο παγκόσμιας επιχείρησης σε 103 χώρες, που είχε ως στόχο την εξάρθρωση διεθνών κυκλωμάτων διακίνησης αρχαιοτήτων και έργων τέχνης, όπως ανακοίνωσε η Europol.

Στο πλαίσιο της συντονισμένης αυτής επιχείρησης συνελήφθησαν 101 ύποπτοι και άνοιξαν 300 υποθέσεις έρευνας. Το κύκλωμα διακινούσε αρχαιότητες και έργα τέχνης παράνομα αποσπασμένα από χώρες σε εμπόλεμη κατάσταση, ή προερχόμενα από κλοπές σε μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους. Στα αντικείμενα που κατασχέθηκαν περιλαμβάνονται νομίσματα από διαφορετικές ιστορικές περιόδους, αρχαία αντικείμενα, κεραμική, όπλα ιστορικής αξίας, πίνακες και απολιθώματα. Κατασχέθηκαν επίσης αντικείμενα που διευκόλυναν τη δράση των εγκληματιών, όπως ανιχνευτές μετάλλων.

Τα παραπάνω είναι αποτέλεσμα της παγκόσμιας επιχείρησης ATHENA II, με επικεφαλής τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τελωνείων (WCO) και την INTERPOL. Η επιχείρηση πραγματοποιήθηκε ταυτόχρονα με την επιχείρηση PANDORA IV με επίκεντρο την Ευρώπη, την οποία συντόνισαν η Ισπανική Πολιτοφυλακή (Guardia Civil) και η Europol στο πλαίσιο του EMPACT, ενός πολυετούς κύκλου Πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με στόχο την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος και των εγκληματικών πρακτικών σε διεθνές επίπεδο. Για τυπικούς λόγους, οι λεπτομέρειες για τις δύο επιχειρήσεις που διενεργήθηκαν το φθινόπωρο του 2019 δημοσιοποιήθηκαν μόλις τώρα.

Παράνομο εμπόριο μέσω διαδικτύου

Οι δυνάμεις επιβολής του νόμου έδωσαν ιδιαίτερη προσοχή στην παρακολούθηση των διαδικτυακών αγορών και των ιστότοπων πωλήσεων, καθώς το Διαδίκτυο αποτελεί σημαντικό μέρος του παράνομου εμπορίου πολιτιστικών αγαθών.

Κατά τη διάρκεια της επονομαζόμενης «εβδομάδας περιπολίας στον κυβερνοχώρο» και υπό την ηγεσία των Ιταλών Καραμπινιέρι (Arma dei Carabinieri), αστυνομικοί και τελωνειακοί εμπειρογνώμονες μαζί με την Europol, την INTERPOL και το WCO χαρτογράφησαν ενεργούς στόχους και ανέπτυξαν πακέτα πληροφοριών. Ως αποτέλεσμα, κατασχέθηκαν 8.670 αντικείμενα πολιτιστικής αξίας που προορίζονταν για διαδικτυακή πώληση. Ο αριθμός αντιπροσωπεύει το 28% του συνολικού αριθμού των αντικειμένων που ανακτήθηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της διεθνούς επιχείρησης.

Στα σημαντικότερα σημεία της επιχείρησης συγκαταλέγονται τα εξής:

–Το Αφγανικό τελωνείο κατέσχεσε στο αεροδρόμιο της Καμπούλ 971 αντικείμενα πολιτιστικής αξίας τα οποία επρόκειτο να σταλούν στην Κωνσταντινούπολη.

–Η Ισπανική Εθνική Αστυνομία (Policia Nacional) σε συνεργασία με την Κολομβιανή Αστυνομία (Policia Nacional de Colombia) ανέκτησε στο αεροδρόμιο Μπαράχας της Μαδρίτης ορισμένα πολύ σπάνια προ-Κολομβιανά αντικείμενα παράνομα αποκτηθέντα μέσω λαθρανασκαφών στην Κολομβία. Στα αντικείμενα περιλαμβάνονται μια μοναδική χρυσή προσωπίδα Τumaco, χρυσά ειδώλια και αντικείμενα αρχαίας κοσμηματοτεχνίας. Τρεις διακινητές συνελήφθησαν στην Ισπανία, ενώ κατά τη διάρκεια κατ’ οίκον ερευνών στη Μπογκοτά, οι αρχές της Κολομβίας εντόπισαν και κατέσχεσαν ακόμη 242 προ-Κολομβιανά αντικείμενα, ίσως τη μεγαλύτερη ομάδα αρχαιοτήτων που έχει κατασχεθεί ποτέ στη χώρα.

–Η έρευνα μιας μοναδικής υπόθεσης διαδικτυακής πώλησης οδήγησε στην κατάσχεση 2.500 αρχαίων νομισμάτων από την Πολιτειακή Αστυνομική Δύναμη της Αργεντινής (Policia Federal Argentina), τη μεγαλύτερη ομάδα του είδους που έχει κατασχεθεί ποτέ, με τη δεύτερη μεγαλύτερη κατάσχεση να επιτυγχάνεται από την Κρατική Αστυνομία της Λετονίας (Latvijas Valsts Policija), με 1.375 αντικείμενα.

–Αστυνομικές δυνάμεις από έξι ευρωπαϊκές χώρες ανέφεραν επίσης την κατάσχεση 108 ανιχνευτών μετάλλου, δείχνοντας ότι η παράνομη απόσπαση αρχαιοτήτων στην Ευρώπη συνεχίζεται ακόμα.

Προστατεύοντας την πολιτιστική μας κληρονομιά

Είναι η δεύτερη φορά που η Europol, η INTERPOL και το WCO ενώνουν τις δυνάμεις τους για να αντιμετωπίσουν το παράνομο εμπόριο πολιτιστικών αγαθών. Δεδομένης της παγκόσμιας φύσης αυτής της επιχείρησης, μια 24ωρη επιχειρησιακή μονάδα συντονισμού (OCU) διευθυνόταν από κοινού από το WCO, την INTERPOL και την Europol. Εκτός από τη βοήθεια για την ανταλλαγή πληροφοριών και την έκδοση ειδοποιήσεων, η OCU πραγματοποίησε επίσης ελέγχους σε διάφορες διεθνείς και εθνικές βάσεις δεδομένων, όπως η βάση δεδομένων της INTERPOL σχετικά με κλεμμένα έργα τέχνης και το Ευρωπαϊκό Σύστημα Πληροφοριών της Europol.

«Το οργανωμένο έγκλημα έχει πολλά πρόσωπα. Η εμπορία πολιτιστικών αγαθών είναι ένα από αυτά: δεν είναι μια λαμπερή επιχείρηση που διευθύνεται από κομψούς “τζέντλεμεν” πλαστογράφους, αλλά αφορά διεθνή δίκτυα εγκληματιών. Δεν μπορούμε να την εξετάσουμε ξεχωριστά από την καταπολέμηση της διακίνησης ναρκωτικών και όπλων: γνωρίζουμε ότι ασχολούνται οι ίδιες ομάδες, επειδή η δράση αποφέρει πολλά χρήματα. Δεδομένου ότι είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο που επηρεάζει κάθε χώρα του πλανήτη, είναι ζωτικής σημασίας να συνεργαστούν όλες οι αρχές επιβολής του νόμου για την καταπολέμησή του. Η Εuropol, στο ρόλο της ως Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Επιβολής του Νόμου, υποστήριξε τις χώρες της ΕΕ που εμπλέκονται σε αυτήν την παγκόσμια επιχείρηση καταστολής χρησιμοποιώντας τις δυνατότητές της για να εντοπίσει τα πανευρωπαϊκά δίκτυα πίσω από αυτές τις κλοπές.» δήλωσε η Κάθριν Ντε Μπολ, Εκτελεστική Διευθύντρια της Europol.

«Η επιχειρησιακή επιτυχία των τελωνείων και των συνεργατών τους στην επιβολή του νόμου προσφέρει απτή απόδειξη ότι η διεθνής εμπορία αντικειμένων πολιτιστικής αξίας καλά κρατεί και αγγίζει όλες τις ηπείρους. Συγκεκριμένα, συνεχίζουμε να λαμβάνουμε αποδείξεις ότι οι παράνομες αγορές στο διαδίκτυο ως σύνολο αποτελούν ένα από τα κύρια μέσα για αυτό το έγκλημα. Ωστόσο, οι διαδικτυακές συναλλαγές αφήνουν πάντα ένα ίχνος και τα τελωνεία, η αστυνομία και άλλοι συνεργαζόμενοι φορείς έχουν δημιουργήσει αποτελεσματικούς μηχανισμούς για την πρόληψη του διασυνοριακού παράνομου εμπορίου», δήλωσε ο δρ Κούνιο Μικουρίγια, Γενικός Γραμματέας του WOC.

«Ο αριθμός συλλήψεων και αντικειμένων δείχνει την κλίμακα και την παγκόσμια εμβέλεια του παράνομου εμπορίου πολιτιστικών αντικειμένων, όπου κάθε χώρα με πλούσια κληρονομιά αποτελεί πιθανό στόχο», δήλωσε ο Γενικός Γραμματέας της INTERPOL Γιούργκεν Στοκ, προσθέτοντας: «Εάν, στη συνέχεια, λάβουμε υπόψη τα σημαντικά χρηματικά ποσά που εμπλέκονται και τη μυστικότητα των συναλλαγών, αυτό δίνει επίσης ευκαιρίες για νομιμοποίηση εσόδων από άλλες παράνομες δραστηριότητες και απάτη, καθώς και χρηματοδότηση δικτύων οργανωμένου εγκλήματος».