Ο «Άρης» ήταν ένα μπρίκι θρύλος. Ήταν το πλοίο του Τσαμαδού, του σπουδαίου αγωνιστή της επανάστασης του 1821, που έπεσε ηρωικά στο «υγρό» πεδίο της μάχης. Το μπρίκι, του οποίου το ακρόπρωρο σώζεται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, ήταν το… μοντέλο του ζωγράφου Βολανάκη στο έργο του «Η έξοδος του Άρη». Στην περίφημη ελαιογραφία, που αναπαριστά τη διέλευση του πλοίου ανάμεσα από 57 εχθρικά πολεμικά και την έξοδό του από τον όρμο του Ναβαρίνου, μετά τη μάχη της Σφακτηρίας, κατά την οποία εξέπνευσε ο Τσαμαδός.

Ο «Άρης» είχε ναυπηγηθεί το 1818 στη Βενετία με το όνομα «Αλέξανδρος Α’». Το 1821, ο πλοιοκτήτης Τσαμαδός έριξε το σκαρί στον ελληνικό αγώνα με το όνομα «Άρης». Το 1833 το ξύλινο πλοίο μετονομάστηκε σε «Αθηνά» και το 1879 επανήλθε στο αρχικό, ένδοξο, όνομα «Άρης» με το οποίο παροπλίστηκε το 1921.

Έκτοτε, αναπαύεται στα νερά του Σαρωνικού. Σε μια πανηγυρική τελετή και ίσως κατ’ αντιστοιχίαν με το «χους ην και εις χουν απελεύσει», ο «Άρης» «κοιμήθηκε» για πάντα στο υγρό στοιχείο για το οποίο είχε γεννηθεί. Το 1921, στον παροπλισμό του και με αφορμή τα 100 χρόνια από την επανάσταση του 1821, το μπρίκι ποντίστηκε από την τότε κυβέρνηση στον κόλπο του Σκαραμαγκά.

Το κουφάρι, έναν αιώνα τώρα, βυθισμένο στη λάσπη του Σαρωνικού, σε βάθος μόλις 17 μέτρων ανάμεσα στη Σαλαμίνα και την Αμφιάλη, δέχεται τα απόνερα των περαστικών πλοίων και αντιστέκεται στο χρόνο… Για τρία χρόνια έγινε αντικείμενο μελέτης από καταδύτες, ιδιώτες και του Πολεμικού Ναυτικού, και ερευνητές της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων. Μόλις την προηγούμενη εβδομάδα, οι «επισκέπτες» άφησαν και πάλι τον Άρη στη γαλήνη του βυθού έως ότου ξεκινήσει, μέσα στο 2020, η νέα φάση της έρευνας, που προβλέπει ανέλκυσή του.

«Ήταν ευτυχής συγκυρία το ότι ποντίστηκε σε σημείο συχνής διέλευσης πλοίων. Τα απόνερα σηκώνουν λάσπη και η λάσπη θωρακίζει τον κορμό. Γι’ αυτό και σώθηκε μεγάλο κομμάτι του. Ό,τι ήταν έξω από τη λάσπη, αποσυντέθηκε» εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καταδύτης Κώστας Θωκταρίδης, ο οποίος συμμετείχε στην πρώτη φάση των ερευνών, που ξεκίνησαν με πρωτοβουλία του Πολεμικού Ναυτικού.

«Η πρώτη προσέγγιση, πριν από περίπου τρία χρόνια, έγινε με καταδύσεις. Εντοπίστηκε το κουφάρι με σόναρ και στη συνέχεια έπεσαν οι δύτες και το φωτογράφισαν. Η δουλειά συνεχίστηκε ρομποτικά. Τηλεχειριζόμενο βαθυσκάφος, εξοπλισμένο με κάμερες υψηλής ευαισθησίας -κάτι σαν drone, αλλά υποθαλάσσιο- κατέγραψε λεπτομέρειες του ναυαγίου» σημειώνει ο κ. Θωκταρίδης.

Άλλες δύο επιχειρήσεις εντοπισμού και καταγραφής ναυαγίων, όπως εκείνη του Άρη, εξελίχθηκαν στις νήσους Λαγούσες, βορειοδυτικά της Αίγινας, και στον όρμο Λακκίου της Λέρου, για τα αντιτορπιλικά «Ύδρα» και «Β. Όλγα» αντίστοιχα. Το πρώτο βυθίστηκε τον Απρίλιο του 1941 κατά τη διάρκεια σφοδρής επίθεσης γερμανικών αεροσκαφών. Αντίστοιχη μοίρα είχε και το δεύτερο. Βυθίστηκε τον Σεπτέμβριο του 1943 σε μαζική επιδρομή γερμανικών Junkers Ju 87, ή -όπως έμειναν στην ιστορία- «στούκας». Το «Ύδρα», μάλιστα, που βρίσκεται σε μεγαλύτερο βάθος (70 μ.) από τα υπόλοιπα (στα 32 μ. αναπαύεται το «Β. Όλγα»), διατηρείται σε καλύτερη κατάσταση. «Έγινε μεγάλη έρευνα, ακόμα και σε απόσταση εκατό μέτρων πέριξ του ναυαγίου, και εντοπίσαμε νέα ευρήματα. Φινιστρίνια, κατάρτια, ακόμα και τα γράμματα της πλώρης… Απ’ όσο γνωρίζω, στη δεύτερη φάση της επιχείρησης αναμένεται να γίνει ανέλκυση τμημάτων και των τριών σκαφών», λέει ο κ. Θωκταρίδης.

Το εχθρικό χτύπημα είναι οικεία αιτία της βύθισης ενός πλοίου εν καιρώ πολέμου. Όπως η ελληνική, έτσι και οι ιστορίες όλων των χωρών του κόσμου, που ενεπλάκησαν σε πόλεμο, είναι γεμάτες από τέτοιες απώλειες. Αλλά τα ναυάγια είναι συνήθη και σε περιόδους ειρήνης. Από κακή συντήρηση, από ατύχημα ή ανθρώπινο λάθος. Ο βυθός του πλανήτη είναι διάσπαρτος από κουφάρια πλοίων. Υπολογίζονται σε περισσότερα από τρία εκατομμύρια. Από αυτά, 342 «φιλοξενούνται» στις ελληνικές θάλασσες. «Βρετανικός» (21.11.1916 – 30 νεκροί), «Χειμάρρα» (19.1.1947 – 383 νεκροί), «Ηράκλειον» (8.12.1966 – 277 νεκροί), «Χρυσή Αυγή» (23.2.1983 – 28 νεκροί), «Δύστος» (29.12.1996 – 20 νεκροί), «Εξπρές Σάμινα» (26.9.2000 – 81 νεκροί) ήταν τα έξι φονικότερα ναυάγια του 20ού αιώνα, που καταχωρήθηκαν στις ζοφερές σελίδες της ιστορίας του Αιγαίου.

Συνήθως, αξιομνημόνευτο καθιστά ένα ναυάγιο ο αριθμός των ζωών που παίρνει μαζί του. Για τους επαγγελματίες καταδύτες, όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά… «Για εμάς, η σημαντικότητα ενός ναυαγίου δεν συνίσταται μόνο στις ζωές που αυτό στοιχίζει. Η άγνωστη ιστορία που αποκαλύπτεται σε κάθε έρευνα, είναι αυτή που κάνει το ναυάγιο σημαντικό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο “Βρετανικός”, ένα ναυάγιο του 1916, που σώζεται σχεδόν ατόφιο στο βυθό του Αιγαίου! Το φαντάζεστε; Ένας και πλέον αιώνας! Στη συντήρησή του βοήθησε το σημείο όπου ναυάγησε. Είναι πολύ δύσκολο. Το κουφάρι βρίσκεται στα 117 μέτρα στον κάβο Ντόρο, σε κοίλωμα ανάμεσα στη Τζια και τη Μακρόνησο. Κάθε φορά που βουτάμε στον Βρετανικό, ανακαλύπτουμε και κάτι καινούργιο. Αυτό το καινούργιο, βέβαια, μπορεί να είναι και μια φωτογραφία, που φυλάγεται σε κάποιο σπίτι συγγενή ανθρώπου που είχε σχέση με το πλοίο…» εξηγεί ο κ. Θωκταρίδης.

Ποντίζουν τα πλοία όταν γεράσουν;

Ωστόσο, όταν δεν «φεύγουν» πριν από την ώρα τους, τα πλοία, όπως και οι άνθρωποι, έχουν προσδόκιμο ζωής. Η διάρκεια ζωής ενός πλοίου εξαρτάται από τη συντήρησή του. Όσο καλύτερα συντηρείται, τόσο πιο μακρύς είναι ο επιχειρησιακός του βίος. Όταν ένα σκαρί γερνά, στέλνει σήμα. Κάποτε, όταν ναυπηγική και τεχνολογία δεν κατέγραφαν και… άλματα εξέλιξης, τα πλοία κρατιούνταν στις θάλασσες ακόμα και αιώνα. Όπως ο «Άρης» του Τσαμαδού…

Όμως, όταν ένα πλοίο δεν βυθιστεί και εξαντλήσει το χρόνο ζωής του, πού πηγαίνει; Πού καταλήγουν, όταν γερνούν, τα πλοία που «οργώνουν» τις θάλασσες; «Βάσει νόμου και κανονισμού, τα εμπορικά οδηγούνται στην Ινδία, την Τουρκία ή το Πακιστάν, όπου διαλύονται. Ο πλοιοκτήτης, αντί ενός καλού αντιτίμου, τα πουλάει σε εκείνον που θα τα πάει για διάλυση. Έτσι, έχει ένα κίνητρο για να κάνει τη διαδικασία. Και ο αγοραστής έχει το δικό του κέρδος. Μιλάμε για τόνους λαμαρίνας. Αλλά τα πράγματα αλλάζουν. Τώρα πια τα σύγχρονα πλοία, σωληνώσεις, περίβλημα κ.λπ. κατασκευάζονται από ανακυκλώσιμα υλικά, οπότε αξιοποιούνται διαφορετικά» εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο διευθυντής του τομέα Μελέτης Πλοίου και Θαλασσίων Μεταφορών της σχολής Ναυπηγών Μηχανολόγων Μηχανικών του Μετσόβιου Πολυτεχνείου, καθηγητής Γιώργος Ζαραφωνίτης.

Πρακτική όχι συνήθης, αλλά υπαρκτή, είναι και η πόντιση ενός γερασμένου πλοίου για περιβαλλοντικούς, ακόμη και τουριστικούς λόγους, προκειμένου δηλαδή να δημιουργηθεί ένας τεχνητός ύφαλος, που θα λειτουργήσει ως πόλος δημιουργίας θαλάσσιας πανίδας, αλλά και καταδυτικού τουρισμού. Για το λόγο αυτόν, τον προηγούμενο μήνα (Δεκέμβριος 2019), η κυπριακή κυβέρνηση προχώρησε στη βύθιση δύο πλοίων σε καταδυτικό πάρκο -προστατευόμενη θαλάσσια περιοχή- μόλις δύο χιλιόμετρα από την ακτή της Λάρνακας. Καταδυτικά πάρκα υπάρχουν και στην Ελλάδα, αλλά η ιστορία αποκαλύπτει και σε αυτή την περίπτωση το ελληνικό… δαιμόνιο. Δεν είναι λίγοι οι δήμοι που ερίζουν για την αξιοποίησή τους…

Όσο για το πού καταλήγουν τα πολεμικά πλοία, ο «Άρης» είχε την τύχη που όριζαν τα δεδομένα της εποχής. Κάποτε, τα παροπλισμένα πολεμικά ποντίζονταν για τιμητικούς λόγους. Απογυμνώνονταν από τα βλαβερά για το περιβάλλον υλικά τους και όταν έμενε σκέτη η λαμαρίνα, βυθίζονταν και χρησιμοποιούνταν ως στόχοι σε ασκήσεις του ΠΝ. Μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, δημιουργήθηκε ο Οργανισμός Ανέλκυσης Ναυαγίων (ΟΑΝ), προκειμένου να αξιοποιούνται τα μέταλλα των πλοίων. Ήταν η εποχή της απόλυτης ξηρασίας σε σίδηρο, μετά τον πόλεμο κατά τον οποίο ό,τι υπήρχε διαθέσιμο στην αγορά μετατράπηκε σε όπλα και άρματα. Από το 1945 έως το 1958 ο ΟΑΝ «έκανε χρυσές δουλειές». Καθάριζε τα μικρά βάθη από τα ναυάγια του πολέμου και εξασφάλιζε το επιθυμητό για τη χώρα μέταλλο. Ώσπου μία συμφωνία της Ελλάδας με τη Ρωσία «άνοιξε» το δρόμο συναλλαγής των δύο χωρών σε σίδηρο και ο ΟΑΝ κατέστη μη απαραίτητος και ως εκ τούτου ανενεργός.

Σήμερα, οι εναλλακτικές για τον έσχατο προορισμό ενός πολεμικού πλοίου ποικίλλουν. Το σίγουρο είναι ότι δεν προορίζεται για διάλυση. Οι μερικές χιλιάδες ευρώ που θα μπορούσαν να προκύψουν από μία τέτοια επιλογή θα ήταν μάλλον πενιχρό όφελος για το Πολεμικό Ναυτικό, που προτιμά να αξιοποιεί διαφορετικά το υλικό του, όταν αυτό περνά στην… ιστορία.

Η πρακτική των τελευταίων 30-40 χρόνων θέλει το παροπλισμένο πολεμικό πλοίο να αξιοποιείται πολλαπλώς. Μπορεί να διατηρείται ως δότης για εύχρηστο υλικό (προσφέρει ανταλλακτικά σε άλλα πλοία), να παραμένει απείραχτο σε κάποιον ναύσταθμο (συνήθως στην Κρήτη ή τη Σαλαμίνα) έως ότου κριθεί απαραίτητο να ενεργοποιηθεί εκ νέου είτε να δοθεί για προσφορά ή πώληση (υπό ειδικές συνθήκες) ή παροχή στρατιωτικής βοήθειας σε άλλη χώρα. Στο παρελθόν υπήρξαν ανενεργά πλοία που χρησιμοποιήθηκαν από το Ναυτικό ή το Πυροβολικό ως στόχοι για τον έλεγχο της αποτελεσματικότητας των βλημάτων. Προοπτική για ένα πλοίο σε παροπλισμό θα μπορούσε να είναι η μετατροπή του σε μουσείο, όπως συνέβη με το θωρηκτό «Αβέρωφ» και το αντιτορπιλικό «Βέλος». Τέλος, ένα πολεμικό πλοίο θα μπορούσε να δοθεί ως δωρεά σε κάποια χώρα, ύστερα από αίτημά της. Το πλοίο «Αετός» αποτελεί το αντιπροσωπευτικότερο δείγμα μια τέτοιας περίπτωσης. Επρόκειτο για το αντιτορπιλικό συνοδείας USS «Frank O. Slater» (DE-766), που κατασκευάστηκε κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στα ναυπηγεία της Τάμπα στη Φλόριντα των ΗΠΑ, καθελκύστηκε τον Φεβρουάριο του 1944 και την 1η Μαΐου του ίδιου έτους εντάχθηκε επιχειρησιακά στο αμερικανικό Ναυτικό, όπου παρέμεινε έως τις 26 Σεπτεμβρίου του 1947, οπότε τέθηκε εκτός υπηρεσίας.

Την 1η Μαρτίου του 1951 το σκάφος παραδόθηκε στο τότε ελληνικό Βασιλικό Ναυτικό, στο πλαίσιο της αμερικανικής βοηθείας προς τη χώρα, της γνωστής ως «Δόγμα Τρούμαν», και μετονομάστηκε σε «Αετός» (D-01). Είναι το πλοίο που το ελληνικό κοινό γνώρισε από την ταινία «Η Αλίκη στο Ναυτικό». Στο ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό παρέμεινε για 40 ολόκληρα χρόνια. Στις 5 Ιουλίου του 1991 υπεστάλη η σημαία του και αποσύρθηκε από την ενεργό υπηρεσία. Τότε, κατέφθασε στην Ελλάδα μία ομάδα Αμερικανών βετεράνων αξιωματικών, που είχαν υπηρετήσει στο πλοίο κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και ζήτησαν από το ελληνικό υπουργείο την επιστροφή του στην Αμερική, όπου θα λειτουργούσε ως μουσείο. Όπερ και εγένετο. Σήμερα, ο «Αετός» «λέει» την ιστορία του σε όσους τον επισκέπτονται στο Όλμπανι της Νέας Υόρκης.