Οι ανασκαφές που διενεργήθηκαν στην καρδιά της Νεκρόπολης της Ιτάνου απέδωσαν λίγο λιγότερους από 70 τάφους, σε έκταση 123 τ.μ., σε χώρο όπου η Γαλλική Σχολή Αθηνών είχε προηγουμένως πραγματοποιήσει έρευνες πεδίου το καλοκαίρι του 1950.

Για την «Ύστερη Κλασική και Ελληνιστική Νεκρόπολη της Ιτάνου» θα μιλήσουν ο καθηγητής Didier Viviers και η καθηγήτρια Aθηνά Τσιγγαρίδα σε διάλεξη που διοργανώνει το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης τη Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2020 και ώρα 19:00.

Η διάλεξη θα πραγματευθεί τη χρονολογική ακολουθία αυτού του τομέα της νεκρόπολης (7ος−1ος αι. π.Χ.) και την οργάνωση του ταφικού τοπίου της περιοχής, με ιδιαίτερη έμφαση στην Ύστερη Κλασική και Ελληνιστική περίοδο. Θα επικεντρωθεί περαιτέρω σε εξέχουσες ταφικές συστάδες διαφορετικών περιόδων χρήσης, οι οποίες αντανακλούν την πολιτιστική ταυτότητα της πόλης, περιστασιακά συνδεόμενη με την επιρροή της Δυναστείας των Λαγιδών.

Τέλος, θα παρουσιαστούν οι εργασίες αποκατάστασης που έχουν διενεργηθεί σε αυτόν τον τομέα, ούτως ώστε τα αποτελέσματα των ανασκαφών να είναι διαθέσιμα στους επισκέπτες της περιοχής.

Η διάλεξη, που θα δοθεί στα αγγλικά, πραγματοποιείται στο πλαίσιο του Κύκλου Αρχαιολογικών Διαλέξεων με θέμα την Κρήτη που διοργανώνει το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης από τον Δεκέμβριο του 2019 έως και τον Δεκέμβριο του 2020.

Είσοδος ελεύθερη.

Για τους ομιλητές

Η Καθηγήτρια Αθηνά Τσιγγαρίδα έλαβε πτυχίο Κλασικής Αρχαιολογίας και πτυχίο Βυζαντινών Σπουδών από το Ελεύθερο Πανεπιστήμιο Βρυξελλών (Universite libre de Bruxelles – ULB) και ολοκλήρωσε τη διδακτορική της διατριβή στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης με την Υποτροφία Cecil Rhodes. Διδάσκει Ελληνική Αρχαιολογία και Ιστορία της Τέχνης στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο Βρυξελλών (ULB). Η έρευνά της εστιάζει στην Αρχαϊκή και Κλασική Ελλάδα, κυρίως στους τομείς της αρχαίας ελληνικής κεραμικής, των πολιτιστικών αλληλεπιδράσεων σε όλο τον Μεσογειακό κόσμο και της πρόσληψης της κλασικής τέχνης στην Ευρώπη του 19ου αιώνα. Συνδιηύθυνε ένα διεθνές ερευνητικό πρόγραμμα με τίτλο «Κεραμική στις αρχαίες κοινωνίες. Παραγωγή, διανομή και χρήσεις», καθώς και ένα ερευνητικό πρόγραμμα σε συνεργασία με την Καθηγήτρια Ειρήνη Λαιμού (Οξφόρδη) με τίτλο «Πέραν της πόλεως. Συλλογικές τελετουργίες και οικοδόμηση κοινωνικής ταυτότητας στην Πρώιμη Ελλάδα (12ος-6ος αιώνας π.Χ.)». Μεταξύ άλλων θεμάτων, ανέλαβε επίσης μια μελέτη σχετικά με τις Βρετανικές και Βελγικές συλλογές αρχαιοτήτων του 19ου αιώνα σε συνεργασία με την Καθηγήτρια Donna Kurtz (Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης). Ως αρχαιολόγος πραγματοποίησε ανασκαφές και έρευνες πεδίου στην Ελλάδα (Σίφνος και Κρήτη) και στη Συρία (Απάμεια). Σήμερα, συνδιευθύνει (με τον Didier Viviers) τις ανασκαφές, τα έργα αποκατάστασης και τις μελέτες του ανασκαφικού υλικού στην Ίτανο (Ανατολική Κρήτη).

Ο Καθηγητής Didier Viviers είναι Πρόεδρος (Secrétaire perpétuel) της Βασιλικής Ακαδημίας Επιστημών, Γραμμάτων και Καλών Τεχνών του Βελγίου και καθηγητής στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο των Βρυξελλών (Université libre de Bruxelles – ULB), του οποίου υπήρξε Πρύτανης από τον Δεκέμβριο του 2010 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2016. Σήμερα είναι Γενικός Γραμματέας της Διεθνούς Ακαδημαϊκής Ένωσης (Union académique internationale − UAI), η οποία ιδρύθηκε το 1919, και περιλαμβάνει περισσότερες από εκατό Aκαδημίες 63 χωρών από όλες τις ηπείρους, Είναι, επίσης, πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Réseau français des instituts d’études avancées (RFIEA – Γαλλία) και πολλών άλλων βελγικών ιδρυμάτων, καθώς και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Casa de Velázquez (Μαδρίτη) και διαφόρων βελγικών και διεθνών επιστημονικών επιτροπών.

Ως ιστορικός και αρχαιολόγος του αρχαίου ελληνικού κόσμου, πρώην μέλος και Αναπληρωτής Καθηγητής της Γαλλικής Σχολής στην Αθήνα, ο Didier Viviers διδάσκει αρχαία ελληνική ιστορία και αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο των Βρυξελλών (ULB), έχοντας προηγουμένως υπηρετήσει ως επισκέπτης καθηγητής σε αρκετά ευρωπαϊκά πανεπιστήμια. Η έρευνά του εστιάζεται στην ελληνική Μεσόγειο κατά την πρώτη χιλιετία π.Χ., την οποία εξετάζει με τη βοήθεια διαφόρων πηγών: της αρχαιολογίας, της επιγραφικής και της ιστορίας της τέχνης. Τα κυριότερα πεδία του επιστημονικού του ενδιαφέροντος είναι η ιστορία των κρητικών πόλεων, που αποτέλεσε αντικείμενο της διδακτορικής του διατριβής, η ιστορία της έρευνας και της εθνικής κληρονομιάς, η ελληνική αστική ιστορία και η οικονομία των ελληνικών πόλεων, με ιδιαίτερη έμφαση στην κοινωνική θέση των τεχνιτών, ο ρόλος τους στην ελληνική οικονομία ή οι αστικές ταυτότητες και η χρήση των υπογραφών. Ως αρχαιολόγος πραγματοποίησε ανασκαφές σε πολλές αρχαιολογικές θέσεις στην Ελλάδα (Δελφούς, Θάσο, Ίτανο) και τη Συρία (Απάμεια). Σήμερα είναι διευθυντής των Βελγικών Ανασκαφών στην Απάμεια (Συρία) και συνδιευθυντής (με την Αθηνά Τσιγγαρίδα) των ανασκαφών στην Ίτανο (Κρήτη). Μεταξύ άλλων δημοσιεύσεων, είναι συγγραφέας ενός βιβλίου για τα εργαστήρια γλυπτικής στην αρχαϊκή Αθήνα και ενός βιβλίου για τον Γάλλο αρχαιοδίφη Antoine Galland. Το τελευταίο βιβλίο του δημοσιεύθηκε το 2018: Χρήσεις και προκλήσεις της αρχαιολογικής κληρονομιάς. Μεταξύ της επιστήμης και της πολιτικής (Usages et enjeux des patrimoines archéologiques. Entre science et politique).