Τη λήξη της ανασκαφικής περιόδου του 2013 της αρχαιολογικής αποστολής του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου, στη θέση Μεσόροτσος στο Πραστιό της Πάφου, ανακοίνωσε το Τμήμα Αρχαιοτήτων Κύπρου. Οι ανασκαφές διήρκησαν από τις 11 Ιουλίου μέχρι τις 11 Αυγούστου 2013 υπό τη διεύθυνση του δρος Andrew McCarthy, Βοηθού Καθηγητή του Τμήματος Ιστορίας, Κλασικών Σπουδών και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου και Διευθυντή του Αμερικανικού Ινστιτούτου Κυπριακών Αρχαιολογικών Ερευνών (CAARI). Στο ανασκαφικό πρόγραμμα συνεργάζονται ειδικοί από διάφορες χώρες και φοιτητές.

Η αρχαιολογική θέση απλώνεται γύρω από ένα επιβλητικό βραχώδες έξαρμα στην κοιλάδα του ποταμού Διάριζου με εντυπωσιακή θέα τόσο προς τη θάλασσα όσο και προς τα βουνά. Η τοποθεσία του στην κοιλάδα και η εγγύτητά του σε πλούσιες φυσικές πηγές πιθανώς συνέβαλαν στη μακροζωία της θέσης. Κατά την έκτη περίοδο ανασκαφών η ομάδα διερεύνησε τέσσερις περιοχές, αποκαλύπτοντας αρχαιολογικά κατάλοιπα που χρονολογούνται στη Νεολιθική, Χαλκολιθική, Πρώιμη και Μέση Εποχή του Χαλκού και την Ύστερη Ρωμαϊκή και Μεσαιωνική περίοδο.

Τα νεολιθικά κατάλοιπα φανερώνουν μια σειρά από φάσεις κατοίκησης με κτήρια οικιστικού χαρακτήρα και περιοχές όπου διεξάγονταν διάφορες δραστηριότητες που χρονολογούνται από την Ακεραμική Νεολιθική μέχρι και την πρώιμη Χαλκολιθική περίοδο. Μια άλλη ανασκαφική τομή φανέρωσε εντυπωσιακή στρωματογραφία με ενδείξεις που χρονολογούνται στην Πρωτοκυπριακή Ι-ΙΙ περίοδο. Στη φάση αυτή χρονολογείται σειρά ημικυκλικών κατασκευών κτισμένων πάνω σε απλές αναβαθμίδες.

Τα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα φανερώνουν ότι οι κάτοικοι αυτού του αρχαίου αγροτικού οικισμού άλλαζαν αρχιτεκτονικούς ρυθμούς, εισήγαγαν νέο είδος κεραμικής και άρχισαν να εξελίσσουν ραγδαία την κοινωνική τους οργάνωση από τις αρχές της Μέσης Εποχής του Χαλκού μέχρι την εγκατάλειψη της θέσης πριν από τις αρχές της Ύστερης Εποχής του Χαλκού. Η εξέλιξη αυτή στην αρχιτεκτονική έφτασε στο απόγειό της με την κατασκευή ενός μεγάλων διαστάσεων τοίχου (1,5 μ. πλάτος) που διαχώριζε δύο αναβαθμίδες και πιθανόν να συνδεόταν με κυρτή ράμπα ή κλίμακα που σε κάποιο μεταγενέστερο στάδιο επιχωματώθηκε. Περισσότερα στοιχεία για την κατασκευή αυτή θα έλθουν στο φως με τη συνέχιση των ανασκαφικών ερευνών.

Πάνω στο βραχώδες έξαρμα εντοπίστηκαν κατάλοιπα που χρονολογούνται στην Ύστερη Ρωμαϊκή, τη Βυζαντινή και Φράγκικη περίοδο, ενώ το 2013 διανοίχθηκε διερευνητική τομή στο ψηλότερο σημείο του εξάρματος για ανεύρεση αρχιτεκτονικών καταλοίπων που να συνδέονται με τις περιόδους αυτές. Στην τομή αποκαλύφθηκε ένα καλά κτισμένο κτήριο σε συνδυασμό με κινητά ευρήματα που βρέθηκαν στο δάπεδο. Το κτίσμα αυτό μάλλον δεν είναι ένα απλό παρεκκλήσι αφού με αυτό συνδέονται αντικείμενα καθημερινής χρήσης και οικιστικού χαρακτήρα που υποδηλώνουν πιο μόνιμη κατοίκηση. Πιθανόν το κτήριο αυτό να ήταν ερημητήριο ή κάποιου είδους εκκλησιαστική οικία, η οποία κατέρρευσε κάποια στιγμή τον 13ο ή 14ο αιώνα και συνεπώς εγκαταλείφθηκε.

Η ανάβαση στο έξαρμα αυτό θα πρέπει να ήταν όσο δύσκολη είναι και σήμερα, καθιστώντας τον χώρο αυτό απομονωμένο αλλά και ιδιαίτερα στρατηγικό και ορατό. Σε κάθε περίπτωση, οι έρευνες στη θέση αυτή ανοίγουν ένα νέο κεφάλαιο στη μακρά ιστορία του αγροτικού αυτού οικισμού.