Νέα τροπή παίρνει η υπόθεση της επιστροφής αρχαίου οκτάδραχμου, το οποίο δεσμεύτηκε από την Ιντερπόλ στην Ελβετία, πριν να αποδοθεί σε συλλέκτη που το αγόρασε σε δημοπρασία.

Τα μέλη των διεθνών δικτύων αρχαιοκαπήλων, που προώθησαν το σπάνιο νόμισμα στο εξωτερικό, είχαν επαφές με το κύκλωμα που εξαρθρώθηκε στη Χαλκιδική τον περασμένο Μάρτιο.

Αυτό αποκαλύφθηκε από τον κατηγορούμενο ως εγκέφαλο της σπείρας αρχαιοκαπήλων 66χρονος εκτελωνιστή όταν ρωτήθηκε από τον πρώτο ειδικό ανακριτή Θεσσαλονίκης, που ασχολείται με τη διερεύνηση της υπόθεσης.

«Είχε γίνει μία συνάντηση με κάποιους στην Ελλάδα, στην οποία εμφανίστηκε το συγκεκριμένο νόμισμα. Εγώ δεν γνώριζα τίποτε γι’ αυτό ούτε έμαθα στη συνέχεια την κατάληξή του», φέρεται να είπε ο κατηγορούμενος κατά τη διάρκεια της απολογίας του, μετά την οποία κρίθηκε προφυλακιστέος

Οι δικαστικές αρχές της Θεσσαλονίκης και των Σερρών, όπου διερευνώνται οι δύο ξεχωριστές δικογραφίες, θεωρούν πως τα στοιχεία που έχουν στα χέρια τους για την επιστροφή του αρχαίου νομίσματος στην Ελλάδα ισχυροποιούνται, ενώ παράλληλα εκτιμούν πως έτσι ξετυλίγεται το κουβάρι, προκειμένου οι ελληνικές διωκτικές αρχές να φτάσουν στην απόδοση ποινικών ευθυνών σε εκπροσώπους διεθνών οίκων δημοπρασιών, ορισμένοι εκ των οποίων βρίσκονται πίσω από μεγάλες υποθέσεις αρχαιοκαπηλίας.

Άλλωστε, για πρώτη φορά μετά την εξάρθρωση του κυκλώματος της Χαλκιδικής, συνομιλίες που καταγράφηκαν από τον «κοριό» της ΕΥΠ αλλά και απολογίες κατηγορουμένων οδηγούν σε συγκεκριμένους εκπροσώπους διεθνών οίκων δημοπρασιών, οι οποίοι διαπραγματεύονταν την αγορά ελληνικών αρχαίων αντικειμένων από τους αρχαιοκάπηλους.

Η αποκάλυψη του 66χρονου για το ασημένιο οκτάδραχμο έχει προκαλέσει κινητοποίηση τόσο στις δικαστικές αρχές των Σερρών, που χειρίζονται τη δικογραφία της κλοπής του, όσο και στο αρμόδιο νομικό τμήμα του υπουργείου Πολιτισμού, που έχει αναλάβει την υπόθεση επαναπατρισμού του νομίσματος. «Με αυτό το στοιχείο ενισχύονται ουσιαστικά οι ισχυρισμοί μας ότι το νόμισμα κλάπηκε από τη χώρα μας και προωθήθηκε στο εξωτερικό», παρατήρησαν. Σύμφωνα με την εφημερίδα «Μακεδονία», στο πλαίσιο της ανακριτικής έρευνας δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο ο 66χρονος να κληθεί να καταθέσει στον ανακριτή Σερρών λεπτομέρειες για τη συγκεκριμένη συνάντηση, προκειμένου να φωτίσει περισσότερο την υπόθεση, ανοίγοντας το δρόμο για την ολοκλήρωση της δικογραφίας.

Κατηγορούμενοι διεθνούς φήμης

Το ασημένιο αρχαίο νόμισμα είναι ιδιαίτερα σπάνιο, καθώς πρόκειται για οκτάδραχμο, του οποίου η κοπή χρονολογείται στα 480 π.Χ. και αντίγραφό του δεν υπάρχει σε προθήκη μουσείου. Ανήκει στο βασίλειο της Βισαλτίας και επισημαίνεται η εκτίμηση πως κόπηκε από έναν δυνάστη με το όνομα Μοσσής.

Τέθηκε σε δημόσια διαδικτυακή δημοπρασία από τον ελβετικό οίκο το Σεπτέμβριο του 2009. Όπως αποκάλυψε η «Μακεδονία της Κυριακής», αστυνομικοί του τμήματος δίωξης αρχαιοκαπηλίας της ασφάλειας Θεσσαλονίκης δέχτηκαν ανώνυμη καταγγελία, που συνοδευόταν και από δύο φωτογραφίες του νομίσματος.

Ο καταγγέλλων ενημέρωνε για τη δημοπρασία, επισημαίνοντας πως το νόμισμα βρέθηκε στην περιοχή μεταξύ Νέου Πετριτσίου και Βυρώνειας Σερρών κατά τη διάρκεια λαθρανασκαφής και προωθήθηκε στη συνέχεια σε διεθνή κυκλώματα αρχαιοκαπήλων. Την περίοδο εκείνη, παρότι η δημοπρασία ολοκληρώθηκε και το νόμισμα πουλήθηκε αντί του ποσού των 116.000 ελβετικών φράγκων (80.000 ευρώ), η Ιντερπόλ το δέσμευσε.

Παράλληλα η εισαγγελία Σερρών ζήτησε τη συνδρομή των ελβετικών αρχών και άσκησε ποινική δίωξη σε βάρος των υπευθύνων του οίκου δημοπρασιών της Ζυρίχης, από τις ανακρίσεις των οποίων αποκαλύφθηκε η σκοτεινή διαδρομή του νομίσματος. Πίσω από τους πωλητές εμφανίστηκαν δύο off shore εταιρείες με έδρα τον Άγιο Βικέντιο και τον Παναμά και μία εταιρεία εμπορίας αρχαιοτήτων στην Ελβετία με υπεύθυνο έναν Καναδό λιβανέζικης καταγωγής, ο οποίος έχει αντιμετωπίσει κατηγορίες για αρχαιοκαπηλία σε Αίγυπτο και Ηνωμένες Πολιτείες.

Μετά τα στοιχεία αυτά το ελβετικό ομοσπονδιακό δικαστήριο κατέληξε τον περσινό Δεκέμβριο πως το νόμισμα ήταν προϊόν λαθρανασκαφής, αποφασίζοντας ότι έπρεπε να δοθεί στην Ελλάδα, με την επισήμανση όμως ότι πρέπει να προηγηθεί καταδικαστική απόφαση σε βάρος των υπευθύνων, όπως ορίζει το ελβετικό δίκαιο. Στο επόμενο διάστημα ο ανακριτής Σερρών, που έχει στα χέρια του τις ανακριτικές ενέργειες των Ελβετών, αναμένεται να καλέσει σε απολογία τους εμπλεκόμενους.