Σημαντικά στοιχεία για την μορφή του Κάστρου των Παλαιών φέρνει στο φως ο κύκλος εργασιών συντήρησης και αποκατάστασης που διενεργούνται από την 7η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, στο πεδίο του ΕΣΠΑ 2007-2013. Στο πλαίσιο του παραπάνω έργου αποκαλύπτονται σταδιακά θαμμένα τμήματα του τείχους προγενέστερων περιόδων, καθώς και άφθονα κινητά ευρήματα, τα οποία προσθέτουν σημαντικές πληροφορίες στο παζλ της αρχαιολογικής γνώσης. Οι εργασίες που διενεργούνται από την 7η ΕΒΑ θα διαρκέσουν έως το 2013 και εκτιμάται ότι θα αποκαλύψουν σταδιακά και άλλα εξίσου σημαντικά δεδομένα.

Τα νέα στοιχεία για το Κάστρο των Παλαιών προκύπτουν στη ΒΑ και τη ΝΔ πλευρά του, όπου προβλέπονται, σύμφωνα με τη μελέτη, εργασίες συντήρησης και αποκατάστασης.

Συγκεκριμένα, κατά τις διερευνητικές εργασίες δυτικά της πρώην καπναποθήκης Παπάντου, η οποία μετατρέπεται σε Μουσείο Ιστορίας της πόλης, αποκαλύφθηκε, παράλληλα με την οδό Φερών, τείχος μήκους 65 μέτρων και ύψους από 1 έως 4 μέτρα, όπου έχει γίνει χρήση αρχαίου υλικού, αλλά δεν λείπουν και οι μεταγενέστερες επεμβάσεις. Σε απόσταση 18 μέτρων από τη βόρεια απόληξη του παραπάνω ευρήματος, εντοπίστηκε πύλη πλάτους 1 μέτρου και εκατέρωθεν της πύλης επισημάνθηκαν λείψανα τοιχοποιΐας, που ανήκουν σε πύργο. Στην πορεία του τείχους προς νότον εντοπίστηκαν, επίσης, λείψανα πύργου. Κατά τις διερευνητικές εργασίες στον παραπάνω χώρο, αποκαλύφθηκε το παλαιοχριστιανικό τείχος, πλάτους 2 μέτρων, ενισχυμένο με χωματόκτιστο τοίχο πλάτους 0,70 μ. πιθανόν κατά την οθωμανική περίοδο.

Κατά τις διερευνητικές εργασίες στη ΒΑ πλευρά του τείχους, περισυλλέχτηκε άφθονη κεραμική παλαιοχριστιανικής, βυζαντινής, μεταβυζαντινής και οθωμανικής περιόδου, θραύσματα λυχναριών και ακέραιος λύχνος με παράσταση αλόγου στο δίσκο. Επίσης βρέθηκαν τμήματα γλυπτών και θραύσματα από αρχιτεκτονικά μέλη. Ξεχωριστή θέση, μεταξύ των προαναφερθέντων, κατέχει τμήμα άμβωνα διακοσμημένο με τη λεγόμενη διάτρητη τεχνική, το οποίο έχει ομοιότητες με τον άμβωνα της βασιλικής Αγίου Δημητρίου Φθιωτίδων Θηβών και προφανώς ανήκει στον άμβωνα της παρακείμενης στο τείχος παλαιοχριστιανικής βασιλικής.

Σημαντικά δεδομένα

Εξίσου σημαντικά ευρήματα προκύπτουν και στις εργασίες που πραγματοποιούνται στη νοτιοδυτική πλευρά του Κάστρου των Παλαιών.

Συγκεκριμένα, στη δυτική πλευρά του Κάστρου των Παλαιών, επί της οδού Λαχανά, και απέναντι από την είσοδο του συγκροτήματος Τσαλαπάτα, υπάρχει πύργος και εκατέρωθεν αυτού διακρίνονται υπολείμματα της παλαιοχριστιανικής οχύρωσης.

Το δυτικό τμήμα του τείχους εκτείνεται νότια μέχρι το ύψος της οδού Αγίων Θεοδώρων και καλύπτει το ανατολικό όριο της ανασκαφής του Δημ. Θεοχάρη. Στο βόρειο άκρο του δυτικού τμήματος σώζονται λείψανα των δύο πλάγιων πλευρών πύργου, ο οποίος σήμερα είναι υποστυλωμένος, και εφάπτεται στο παλαιοχριστιανικό τείχος και στο νότιο άκρο διατηρείται πύργος διαστάσεων 6×6 μ.

Οι αποχωματώσεις για την αποκάλυψη θαμμένων τμημάτων του τείχους, έφεραν στο φως μεγάλο τμήμα του οχυρωματικού περιβόλου, συνολικού μήκους 85 μέτρων, που εκτείνεται από την οδό Αγίων Θεοδώρων έως την οδό Δοϊράνης και είναι εμφανής η χρήση αρχαίου υλικού. Σε απόσταση 55 μέτρων νότια του προαναφερθέντος πύργου, αποκαλύφθηκε ένας ακόμη πύργος, ο οποίος είναι συνδεδεμένος με το τείχος και ενισχύεται με αντηρίδα.

Στη δυτική, εξάλλου, πλευρά του τείχους, στο ύψος της οδού Αγίων Θεοδώρων, διενεργήθηκε διερευνητική τομή, μέσω της οποίας αποκαλύφθηκε η δυτική όψη του τείχους. Στη διάρκεια της έρευνας που διενεργήθηκε, περισυλλέχτηκαν μεγάλες ποσότητες κεραμικής παλαιοχριστιανικής και βυζαντινής περιόδου.

Όλα τα δεδομένα που προκύπτουν από τις διερευνητικές εργασίες που πραγματοποιούνται, σε συνάρτηση με την εικόνα που ήδη υπάρχει με βάση τα ευρήματα στο χώρο της πρώην υπερτοπικής αγοράς, αλλά και τα σωζόμενα τμήματα του Κάστρου, διαπιστώνονται οι οικοδομικές φάσεις του τείχους, κατά χρονολογική σειρά.

Όπως αναφέρει στο σημείο αυτό η κ. Ασπασία Ντίνα, Επίτιμη Έφορος Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, η οποία παρουσίασε τα νέα δεδομένα στο 4ο ΑΕΘΣΕ, «η παλαιότερη φάση του τείχους μπορεί να ταυτιστεί με την περίοδο μετακίνησης του πληθυσμού από την αρχαία Δημητριάδα στη νέα θέση και την ίδρυση του νέου οικισμού και να ταυτιστεί με το τείχος της Δημητριάδος, επισκευές του οποίου έγιναν από τον Ιουστινιανό, σύμφωνα με τον Προκόπιο (περί κτισμάτων IV, 3.5, «κάστρον Δημητριάς»).

Διάφορες επισκευές και προσθήκες πραγματοποιήθηκαν, προσθέτει η ίδια, κατά τη βυζαντινή περίοδο, ενώ προς το τέλος της ίδιας περιόδου προστέθηκαν, πιθανότατα, οι πύργοι που εφάπτονται στο τείχος. Τελευταία επισκευή και συμπλήρωση του τείχους έγινε πιθανώς, μετά την καταστροφή της οχύρωσης από τον Μοροζίνη, το 1655».

Ανάδειξη του μνημείου

Οι εργασίες συντήρησης και αποκατάστασης του τείχους των Παλαιών στη βορειοανατολική και τη βορειοδυτική πλευρά του, περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων: την ενίσχυση της θεμελίωσης όπου απαιτείται, την αποκατάσταση τμημάτων της τοιχοποιΐας, τη διαμόρφωση εξωτερικού πρανούς της τοιχοποιίας παρά τη βάση της για την απομάκρυνση των ομβρίων από τα θεμέλια του μνημείου, τη σύνταξη μελέτης ηλεκτροφωτισμού για την ανάδειξη των τειχών του Κάστρου, τον ηλεκτροφωτισμό του Κάστρου κ.λπ. «Με την ολοκλήρωση του έργου, επισημαίνει η κ. Ντίνα, θα επιτευχθεί και ο αρχικός στόχος που αφορά στην δημιουργία ιστορικών-αρχαιολογικών περιπάτων, στους οποίους θα ενταχθούν τα ορατά μνημεία όλων των εποχών, με την τοποθέτηση περιπτέρων πληροφόρησης και ενημερωτικών πινακίδων, τη δημιουργία αρχαιολογικού πάρκου στον χώρο της πρώην υπερτοπικής αγοράς και τη δημιουργία υπαίθριας γλυπτοθήκης στον περιβάλλοντα χώρο του Μουσείου Ιστορίας Πόλης, με γλυπτά που έχουν περισυλλεγεί, κατά τις μακροχρόνιες ανασκαφές στην περιοχή».

Το έργο, προϋπολογισμού 1 εκ. ευρώ, πραγματοποιείται με αυτεπιστασία από την 7η ΕΒΑ, επιβλέποντες πολιτικούς μηχανικούς τους κ.κ. Αικ. Πλασταρά και Μιχ. Χατζηγιάννη, επιβλέπουσα συντηρήτρια αρχαιοτήτων την κ. Αναστασία Ντίνα και με τη συνδρομή πολυάριθμου εξειδικευμένου δυναμικού, τόσο της 7ης ΕΒΑ, όσο και συμβασιούχων. Πρόκειται αναμφίβολα για ένα πολύ σημαντικό έργο, διότι «αποτελεί τεκμήριο μακραίωνης ιστορικής διαδρομής και εκτιμάται ότι θα συμβάλει αποφασιστικά στην πολιτιστική ανάδειξη της περιοχής», καταλήγει η κ. Ντίνα.