Έντονες συζητήσεις έχει πυροδοτήσει η απόφαση του Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού της Τουρκίας να περάσει σειρά ρυθμίσεων που σχετίζονται με τη διατήρηση αντικειμένων τέχνης από τα μουσεία.

Οι αλλαγές που έχουν προταθεί από το Συμβούλιο Προστασίας Πολιτιστικών και Φυσικών Αγαθών και δημοσιεύθηκαν στην τουρκική Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 19 Ιανουαρίου, ορίζουν πως τα αντικείμενα τέχνης τα οποία δεν χρησιμοποιούνται από τα μουσεία μπορούν να εκτιμώνται, ως προς την αξία τους, από ειδική επιτροπή και στη συνέχεια να πωλούνται.

Η αμφιλεγόμενη παράγραφος ορίζει πιο συγκεκριμένα ότι τα αντικείμενα που έχουν παραδοθεί σε μουσεία και δεν τα έχουν διεκδικήσει νόμιμοι ιδιοκτήτες ή δεν έχουν αξιοποιηθεί από τα μουσεία μέσα σε διάστημα ενός έτους μπορούν να πωληθούν από το κράτος σε συλλέκτες, αφού προηγουμένως υποβληθούν σε διαδικασία αξιολόγησης-εκτίμησης από επιτροπή ειδικών. Αρχαιολόγοι και συντηρητές έχουν εκφράσει τη δυσαρέσκειά τους για την απόφαση, καθώς, όπως ισχυρίζονται, προωθεί την ανήθικη κερδοσκοπία από αντικείμενα σημαντικής πολιτιστικής και ιστορικής αξίας, τα οποία είναι ανεκτίμητα. Πολλοί εκφράζουν το φόβο ότι τέτοιου είδους αλλαγές στη νομοθεσία μπορεί να σηματοδοτήσουν την έναρξη μιας εμπορικής θεώρησης και αντιμετώπισης των αρχαιολογικών ευρημάτων, όπου η οικονομική αξία των αντικειμένων θα προέχει της πολιτιστικής τους αξίας.

Ο επικεφαλής του τμήματος της Κωνσταντινούπολης της Αρχαιολογικής Ένωσης, Δρ Necmi Karul, δήλωσε στην εφημερίδα «Vatan» (18.2.2012) ότι οι μεταρρυθμίσεις αυτές υποβιβάζουν τη βασικότερη από τις αρχαιολογικές αρχές, συγκεκριμένα ότι κάθε έργο τέχνης οποιασδήποτε περιόδου της Ιστορίας είναι μέρος ενός κοινού πολιτισμού και θα έπρεπε, κατά συνέπεια, να παραμείνει μέρος ενός κοινού πολιτισμού. Ο Karul είπε ότι εκείνοι που θα επωφεληθούν κυρίως από την αλλαγή στη νομοθεσία θα είναι οι ιδιώτες συλλέκτες που θα αποκτήσουν πρόσβαση σε πολύτιμα έργα τέχνης, πολλά εκ των οποίων θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν κάλλιστα μεταβιβαζόμενα σε άλλα μουσεία, για να εκτεθούν σε αυτά, ή να χρησιμοποιηθούν σε πανεπιστήμια και άλλα εκπαιδευτικά ιδρύματα μέσο στο πλαίσιο της διδασκαλίας.

Ο πρώην διευθυντής του Μουσείου της Αγίας Σοφίας και του Μουσείου Τουρκικής και Ισλαμικής Τέχνης, Erdem Yücel, δήλωσε στην εφημερίδα «Radikal» την προηγούμενη Τετάρτη ότι η πράξη τιμολόγησης αντικειμένων τέχνης είναι μια εξαιρετικά ευαίσθητη διαδικασία που θα πρέπει να αντιμετωπιστεί με μεγάλη προσοχή. Ο Yücel είπε επίσης ότι σύμφωνα με τις νέες ρυθμίσεις, ένα αντικείμενο που θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι έχει πολύ υψηλή (χρηματική) αξία για ένα μουσείο της Ανατολίας, μπορεί σε κάποιο άλλο πλαίσιο, όπως για το Παλάτι Τοπκαπί, να θεωρηθεί πλεονάζον, σε περίπτωση που σε αυτό υπάρχει μεγάλος αριθμός παρόμοιων αντικειμένων. Και πρόσθεσε: «Το Υπουργείο Πολιτισμού και Τουρισμού υπερασπίστηκε τα νέα μέτρα σε Δελτίο Τύπου όπου εκφράζεται η ελπίδα του υπουργείου πως οι αλλαγές αυτές θα επιτρέψουν μια καλύτερη διαχείριση των πολιτιστικών αγαθών και θα αποφευχθούν στο μέλλον καταστάσεις όπου έργα τέχνης ξεχνιούνται ή χάνονται. «Σκοπός της αλλαγής στη νομοθεσία δεν είναι να εξάγονται αντικείμενα αντί χρηματικού αντιτίμου, αλλά να ανοίξουν νέοι δρόμοι για την έκθεση έργων τέχνης που δεν χρησιμοποιούνται ή αξιοποιούνται σε άλλα πολιτιστικά ιδρύματα», έγραφε το Δελτίο Τύπου.