Έρευνα έδειξε ότι το μνημειώδες χάλκινο άγαλμα του Σίβα που εκτίθεται στο Rijksmuseum ήταν συμπαγές. Είδηση στην περίπτωση αυτή αποτελεί όμως και ο τρόπος που αποδείχτηκε αυτό, αφού το άγαλμα πέρασε από το πιο δυνατό σύστημα ελέγχου ακτίνων Χ για κοντέινερ στο τελωνείο του Ρότερνταμ μαζί με το φορτηγό που το μετέφερε.

Ο Σίβα του Rijksmuseum είναι το μεγαλύτερο γνωστό χάλκινο άγαλμα της Δυναστείας Chola (9ος-12ος αιώνας), διαστάσεων 153 x 114,5 εκ., που φυλάσσεται σε μουσειολογική συλλογή εκτός Ινδίας. Δεδομένου του βάρους του (300 χλγ.), υπήρχαν πάντοτε υποψίες ότι το άγαλμα δεν ήταν κοίλο στο εσωτερικό του, μια κοινή πρακτική στην Ευρώπη μετά την ελληνική αρχαιότητα.

Σε παλαιότερη έρευνα, το άγαλμα είχε σαρωθεί με ακτίνες Χ σε αίθουσα του Rijksmuseum το 1999, αφού πρώτα οι επισκέπτες κλήθηκαν να περάσουν έξω. Δυστυχώς, ο εξοπλισμός που είχε χρησιμοποιηθεί τότε δεν είχε δείξει κάτι συγκεκριμένο.

Η σήραγγα ακτίνων Χ του τελωνείου του Ρότερνταμ πρόσφερε τη λύση. Κανονικά χρησιμοποιείται για να ελέγχονται εμπορευματοκιβώτια για ύποπτο περιεχόμενο, όμως η ψηφιακή συσκευή ακτίνων Χ είναι αρκετά ισχυρή και άρα ιδανική για να διαπιστωθεί αν το άγαλμα είναι συμπαγές.

Στο πλαίσιο του προγράμματος ανακαίνισης του Μουσείου, οι συντηρητές και οι επιμελητές είχαν την ευκαιρία να διεξάγουν εκτενείς έρευνες σε συγκεκριμένα έργα της συλλογής του Rijksmuseum, μεταξύ των οποίων και το άγαλμα του Σίβα, που ανήκει στη Συλλογή Ασιατικής Τέχνης. Το άγαλμα φιλοτεχνήθηκε γύρω στο 1100 μ.Χ. στη νότια Ινδία. Η περιοχή, η σημερινή πολιτεία Ταμίλ Ναντού, φημίζεται για τους εντυπωσιακούς ναούς που κτίστηκαν προς τιμήν του Σίβα, οι σημαντικότεροι από τους οποίους ανεγέρθηκαν κατά τη διάρκεια της Δυναστείας των Chola (9ος-12ος αι.).

Κάθε ναός είχε μια σειρά από χάλκινα αγάλματα που τα περιέφεραν στην πόλη κατά τη διάρκεια μεγάλων θρησκευτικών εορτών. Από τη χρήση τους αυτή πήραν και το όνομά τους: utsavamurti, που στα σανσκριτικά σημαίνει «εορταστικά είδωλα». Τα χάλκινα της Chola θεωρούνταν αριστουργήματα της ινδικής μεταλλοτεχνίας.

Η Anna Ślączka, επιμελήτρια της Νοτιοασιατικής Τέχνης, σχολιάζει: «Ότι το άγαλμα θα αποδεικνυόταν συμπαγές το περιμέναμε. Αλλά ότι και η άλως και ο δαίμονας στα πόδια του Σίβα θα ήταν συμπαγή ήταν μια έκπληξη για εμάς».

Σύμφωνα με τη σχετική βιβλιογραφία, υπάρχει πάντοτε ένα τουλάχιστον στοιχείο, ή μέλος, που είναι κοίλο. Ένα συμπαγές άγαλμα είναι πολύ πιο βαρύ και έχει πολύ υψηλότερο κόστος από ένα κοίλο και είναι πολύ πιο πιθανό να παρουσιάσει αλλοιώσεις κατά την επεξεργασία του. Αυτό το συμπαγές χάλκινο άγαλμα του Σίβα μαρτυρεί επομένως την υψηλή τέχνη του μεταλλουργού.

Χάρη στην έρευνα αυτή, κατέστη δυνατό να προσδιοριστεί με μεγαλύτερη ακρίβεια η χρονολογία κατασκευής του αγάλματος. Επίσης, η έρευνα αποκάλυψε χρήσιμες πληροφορίες για την κατάσταση διατήρησης του αγάλματος και τη συντήρησή του.