Οταν ο γερμανός εξπρεσιονιστής ζωγράφος Γκέοργκ Γκροζ εγκατέλειψε άρον άρον τη ναζιστική Γερμανία, το 1933, άφησε πίσω του, στον γκαλερίστα του στο Βερολίνο, δύο ελαιογραφίες και μία υδατογραφία. Αυτά τα έργα μεταπολεμικώς βρέθηκαν να κοσμούν τοίχους του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Νέας Υόρκης (ΜοΜΑ).

Το είχε διαπιστώσει κατάπληκτος και ο ίδιος ο ζωγράφος το 1953 και το ανέφερε σε επιστολή προς τον γαμπρό του, όταν είχε δει το πορτρέτο του ποιητή Μαξ Χέρμαν-Νάισε, έργο του 1927: «Το ΜοΜΑ εκθέτει έναν πίνακά μου, προϊόν κλοπής. Το αγόρασαν από κάποιον που τον έκλεψε από εμένα».

Ο Γκροζ, εκφραστής του ντανταϊστικού κινήματος, πέθανε το 1959 στη Γερμανία, χωρίς στο μεταξύ να έχει επικοινωνήσει με το μουσείο για να ζητήσει να του επιστρέψουν τα έργα του. Το έπραξαν όμως αργότερα οι κληρονόμοι του. Και εδώ ακριβώς αρχίζει να περιπλέκεται η υπόθεση.

Ο γιος του Γκροζ, Μάρτιν, και η νύφη του, Λίλιαν, προσέφυγαν στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ διεκδικώντας, με αγωγή τους, τα έργα. Υποστήριξαν ότι εξαφανίστηκαν κατά την περίοδο των ναζιστικών διώξεων και εμφανίστηκαν δύο δεκαετίες μετά σε ινστιτούτο σύγχρονης τέχνης.

Η κορυφαία δικαστική Αρχή των ΗΠΑ αναμένεται να αποφανθεί μέσα στις επόμενες ημέρες επί της προσφυγής των κληρονόμων του Γκροζ. Η υπόθεση όμως έχει προκαλέσει το έντονο ενδιαφέρον νομικών λόμπι και ειδικών του διεθνούς δικαίου που θεωρούν πως η υπόθεση Γκροζ, όπως πολλές άλλες που αφορούν κλεμμένους θησαυρούς από τους Ναζί κατά τη διάρκεια του Β′ Παγκοσμίου Πολέμου, δεν θα εξεταστεί επί της ουσίας αλλά θα κριθεί από το αν οι διεκδικητές υπέβαλαν εμπρόθεσμα την αγωγή τους.

Το ΜοΜΑ έχει κερδίσει σε πρώτο βαθμό πολλές δίκες που αφορούν την υπόθεση Γκροζ γιατί οι δικαστές είχαν αποφανθεί πως οι συγγενείς του καλλιτέχνη κατέθεσαν αγωγή καθυστερημένα σε σχέση με τα χρονικά όρια που θέτει ο νόμος στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης, σύμφωνα με τον οποίο οι κληρονόμοι θα πρέπει να καταθέσουν αγωγή το αργότερο σε τρία χρόνια από τη στιγμή που το αίτημα επιστροφής περιουσιακών στοιχείων απορρίφθηκε.

Στο μεταξύ, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν προχωρήσει δύο φορές στην υπογραφή διεθνών συμβάσεων με τις οποίες υποχρέωσαν τις χώρες που είχαν συνυπογράψει να καθορίσουν τις αποζημιώσεις και επιστροφές από το Ολοκαύτωμα βάσει του περιεχομένου τους. Πλην, όμως, οι συμφωνίες δεν έχουν νομική ισχύ και επομένως οι αξιώσεις είναι ευπρόσβλητες.

«Τα μουσεία παραβαίνουν τους κώδικες ηθικής και αναγκάζουν την αμερικανική κυβέρνηση να αθετεί τις συμβάσεις, πετώντας το μπαλάκι των αποζημιώσεων και επιστροφών στα δικαστήρια που αποφασίζουν εν τέλει με νομικά τεχνάσματα και όχι επί της ουσίας», ανέφερε ανώτατο στέλεχος αμερικανικής νομικής φίρμας που ειδικεύεται σε ζητήματα πολιτιστικής κληρονομιάς και τέχνης.

Οι κληρονόμοι του Γκροζ ποντάρουν στο γράμμα του ζωγράφου προς τον γαμπρό του ως απόδειξη ότι τα έργα του στο ΜοΜΑ είναι προϊόν κλεπταποδοχής. Το μουσείο από την πλευρά του —δηλώνοντας άγνοια για την πορεία των έργων πριν καταλήξουν σε εκείνο— υποστηρίζει πως το γράμμα είναι απόδειξη ότι ακόμα και ο ίδιος ο Γκροζ δεν αξιοποίησε την ευκαιρία που του έδινε ο νόμος, να ζητήσει «εντός εύλογου χρονικού διαστήματος» την επιστροφή των έργων του.