Το ερευνητικό πρόγραμμα «Το αστικό περιβάλλον της Κνωσού» αποτελεί συνεργασία της Βρετανικής Αρχαιολογικής Σχολής και της ΚΓ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων, και σηματοδοτεί τη συμπλήρωση ενός αιώνα εντατικής αρχαιολογικής έρευνας σε αυτόν τον ιδιαίτερο αρχαιολογικό χώρο. Το ερευνητικό αυτό πρόγραμμα έχει διττό στόχο, από τη μία να δημιουργήσει ένα πλαίσιο για τη σύνθεση των αποτελεσμάτων των 100 χρόνων έρευνας που έχει γίνει από τους δύο φορείς, και από την άλλη να διαμορφώσει μια βάση για τη μελλοντική έρευνα, καθώς και για τη συντήρηση, διατήρηση και διαχείριση της πολιτισμικής κληρονομιάς ενός αρχαιολογικού χώρου που απειλείται.
Το πρόγραμμα έχει πέντε βασικούς στόχους: την εντατική επιφανειακή έρευνα της θέσης και των γειτονικών νεκροταφείων, τη χαρτογράφηση και την αποτύπωση όλων των ορατών αρχαιολογικών καταλοίπων, την εκτεταμένη γεωφυσική έρευνα της πόλης και των γειτονικών νεκροταφείων, τη γεωμορφολογική μελέτη των μεταβολών του τοπίου και τις επιπτώσεις τους στα σωζόμενα αρχαιολογικά κατάλοιπα, και, τέλος, την καταγραφή και τεκμηρίωση όλων των σωστικών ερευνών που έγιναν από τη Βρετανική Αρχαιολογική Σχολή και την Αρχαιολογική Υπηρεσία. Η εργασία πεδίου που αφορά στο πρώτο στόχο ολοκληρώθηκε το 2008, και η πρώτη καταγραφή του υλικού που περισυλλέχθηκε ολοκληρώθηκε το 2010. Οι εξειδικευμένες μελέτες θα συνεχιστούν για λίγα χρόνια ακόμα.
Μέχρι τώρα το πρόγραμμα έχει επικεντρωθεί στη συστηματική και εντατική έρευνα της κοιλάδας της Κνωσού, με την καταγραφή των υλικών καταλοίπων της κατοίκησης στην περιοχή, από την πρώτη εγκατάσταση (περ. 7000 π.Χ.), μέχρι και τον πρώιμο 20ο αι. μ.Χ.. Κατά τη διάρκεια τριών περιόδων έρευνας πεδίου (2005, 2007 και 2008), έγιναν περίπου 21.000 περισυλλογές υλικού από έναν κάναβο με τετράγωνα 20 μ., με σκοπό τη συνεχόμενη κάλυψη όλης της προσβάσεις γης σε μια έκταση 11 τετραγωνικών χιλιομέτρων, η οποία περιλαμβάνει το αστικό κέντρο (1.5 τ. χλμ. ) και τα γειτονικά νεκροταφεία. Περίπου 440.000 αντικείμενα περισυλλέγησαν από την επιφάνεια, και εκατοντάδες αρχαιολογικά κατάλοιπα αναγνωρίστηκαν. Η πρώτη καταγραφή όλου υλικού ολοκληρώθηκε το 2010, επιτρέποντας πλέον μια προκαταρκτική συνολική θεώρηση των αποτελεσμάτων του προγράμματος και μια διερεύνηση των τρόπων με τους οποίους τα νέα δεδομένα μπορούν να συμπληρώσουν τα κενά, να ενισχύσουν αλλά και να οδηγήσουν σε επανεκτίμηση των γνώσεων που έχουμε για τη θέση και την ανάπτυξή της από τις έρευνες του περασμένου αιώνα.
Σε σχέση με όλα τα παραπάνω και στα πλαίσια του προγράμματος «Μινωικό Σεμινάριο» της Αρχαιολογικής Εταιρείας, θα πραγματοποιηθεί στην αίθουσα της Εταιρείας διάλεξη την Παρασκευή 8 Απριλίου (ώρα 18.30). Στη διάλεξη, των Todd Whitelaw και Αντώνη Βασιλάκη, θα παρουσιαστούν οι στόχοι και οι μέθοδοι του προγράμματος, και θα συζητηθεί ο τρόπος με τον οποίο οι έως τώρα προκαταρκτικές μελέτες συμβάλουν στην κατανόηση των μακροχρόνιων δυναμικών ανάπτυξης μιας από τις σημαντικότερες κοινότητες του προϊστορικού Αιγαίου. Εξετάζοντας περίοδο προς περίοδο τα δεδομένα της προϊστορικής δραστηριότητας, θα προσπαθήσουμε να επανεκτιμήσουμε τα δεδομένα παλαιότερων ερευνών και να κατανοήσουμε βαθύτερα το χαρακτήρα αυτήν της κοινότητας. Επίσης θα επισημανθούν αβεβαιότητες σχετικές με σημαντικά ζητήματα της προϊστορικής δραστηριότητας στη θέση, και θα εξεταστούν τρόποι αντιμετώπισής τους από τη μελλοντική έρευνα.
Σύνταξη, με πληροφορίες από Αρχαιολογική Εταιρεία, 04/04/11
Ζ.Ξ.