Μπορεί τα 999 σκαλοπάτια του φρουρίου του Παλαµηδίου στο Ναύπλιο να αποτελούν πρόκληση για πολλούς. Όµως θα ήταν σαφώς λιγότεροι εκείνοι που θα αποφάσιζαν να τα ανέβουν αν ήξεραν πως στην κορυφή του µνηµείου µε τους 200.000 επισκέπτες ετησίως δεν θα βρουν ούτε ένα ποτήρι νερό. Και δεν είναι το µοναδικό µνηµείο στην Ελλάδα που δεν είναι φιλόξενο για τους επισκέπτες του. Η βυζαντινή καστροπολιτεία του Μυστρά µπορεί να υποδέχεται 100.000 επισκέπτες τον χρόνο, όµως µετά την πολύωρη περιήγησή τους θα φύγουν µε την απορία για όσα είδαν και διψασµένοι, καθώς ούτε οδηγός ούτε κυλικείο υπάρχει.

Εξίσου -αν όχι διπλά- άτυχοι, είναι και όσοι φτάσουν στη Θήρα. ∆ιότι δεν είναι µόνο το ότι βρίσκουν κλειστό τον µείζονος σηµασίας αρχαιολογικό χώρο του Ακρωτηρίου µετά την πτώση του στεγάστρου προ πενταετίας. Ούτε ότι το αρχαιολογικό µουσείο µεσούσης της τουριστικής περιόδου βάζει λουκέτο στις 15.00. Αλλά κι επειδή ο έτερος αρχαιολογικός χώρος του νησιού που βουλιάζει κάθε χρόνο από επισκέπτες, εκείνος της αρχαίας Θήρας των 50.000 εισιτηρίων, δεν διαθέτει ούτε κυλικείο για τους διψασµένους τουρίστες, ούτε καν ενηµερωτικό φυλλάδιο.

Και να σκεφτεί κάποιος πως αυτά είναι χαρακτηριστικά µεν, αλλά ελάχιστα απότα παραδείγµατα των ελλείψεωνπου υπάρχουν σε 176 αρχαιολογικούς χώρους και µουσεία, ταοποία λειτουργούν µεεισιτήριοσε κάθε γωνιά της Ελλάδας. Γι’ αυτό και το υπουργείο Πολιτισµού και Τουρισµού έχει βάλει στο φουλ τις µηχανές για να αλλάξει τη συγκεκριµένη εικόνα και να προχωρήσει άµεσα -αρχής γενοµένης από τον Απρίλιο- σε αναβάθµισή τους.

«Τα µνηµεία της χώρας µας είναι µια διαχρονική πηγή πλούτου. Φέρνουν στην πατρίδα µας εκατοντάδες ξένους επισκέπτες που θαυµάζουν τόσο την αρχαία, τη βυζαντινή όσο και τη νεώτερη κληρονοµιά µας. Και θα µπορούσαν να γίνουν πηγή ακόµη µεγαλύτερου πλούτου ανεκτός από την επιστηµονική σηµασία που τους δίναµε, δηµιουργούσαµε τις συνθήκες για να ανταποκρίνονται στις ανάγκες των επισκεπτών τους», λέει στα «ΝΕΑ» ο υπουργός Πολιτισµού και Τουρισµού Παύλος Γερουλάνος. «Όµως, η κατάσταση που επικρατεί στα µουσεία και τους αρχαιολογικούς χώρους, όπως διαπιστώνετε και από τα στοιχεία που έχετε, κάθε άλλο παρά καλή µπορεί να θεωρηθεί. Είναι µια εικόνα που δεν αρµόζει σε µια χώρα που σέβεται τους θησαυρούς της, τους επισκέπτες της, που σέβεται τον εαυτό της και έχει συνείδηση της ταυτότητάς της».

Πηγή: Τα Νέα, Μ. Αδαμοπούλου, 3/12/10