Αντίθετα με ό, τι συμβαίνει στο Αιγαίο, στο χώρο της αιγυπτιακής αρχαιολογίας, η μελέτη της κεραμικής δεν χαίρει μεγάλης δημοτικότητας. Λιγοστοί λοιπόν είναι οι μελετητές του αντικειμένου, οι οποίοι καλούνται να λύσουν τα αινίγματα που σχετίζονται με την τεχνική κατασκευής και διακόσμησης, καθώς και τα χρονολογικά, οικονομικά και κοινωνικά στοιχεία που μπορούν να ανιχνευθούν από τη μελέτη της κεραμικής ενός χώρου.

Ένα από τα αινίγματα αυτά είναι η προέλευση και επεξεργασία του άτονου γαλάζιου χρώματος που χαρακτηρίζει την κεραμική του Νέου Βασιλείου. Αν και η περισσότερη αιγυπτιακή κεραμική είναι χρηστική και αδιακόσμητη, ένα ιδιαίτερο είδος, διακοσμητικού χαρακτήρα, βαμμένο με χαρακτηριστικό γαλάζιο χρώμα, εμφανίζεται την εποχή της ακμής της, για να συμπληρώσει τη σειρά των μπλε και πρασινογάλαζων φαγεντιανών αγγείων που υπήρχαν από το 3000 π.Χ., και ίσως να αποτελέσει φθηνή αντιγραφή τους. Αίνιγμα όμως αποτελεί ο τρόπος, και μάλλον το συστατικό που παρήγαγε το γαλάζιο αυτό χρώμα. «Είναι δύσκολο να δημιουργηθούν διαρκή σχέδια με τη χρήση χρωματικής ουσίας με βάση το χαλκό στην κεραμική», λέει ο ειδικός στην κυανόχρωμη αιγυπτιακή κεραμική Colin A. Hope για το ενδεχόμενο να χρησιμοποιήθηκε εδώ η ίδια ουσία με την οποία δημιουργούταν το μπλε χρώμα στη φαγεντιανή. Αντίθετα συστήνει ότι για τη δημιουργία των γαλάζιων αγγείων χρησιμοποιούνταν το κοβάλτιο, ένα ορυκτό που μπορούσε να τοποθετηθεί στον άψητο πηλό και να ψηθεί επάνω στο αγγείο, χωρίς να θρυψαλίζεται. Μάλιστα, φαίνεται ότι οι Αιγύπτιοι προτιμούσαν κοβάλτιο που παρουσίαζε κατάλληλες προσμείξεις με ψευδάργυρο, νικέλιο και μαγγάνιο.

Πού είχε εντοπιστεί όμως αυτό το κοίτασμα κοβαλτίου; Το ερώτημα αυτό αποτελεί αφορμή για την έρευνα που πραγματοποιεί ο Hope μαζί με τον Paul Kucera, διδακτορικό φοιτητή στο Monash University και την Jennifer Smith, επίκουρη καθηγήτρια γαιολογικών και πλανητικών επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Washington στο St. Louis των ΗΠΑ. Η έρευνα εντοπίζεται σε ένα ορυχείο που είχε εντοπίσει ο Kucera στην Όαση Dakhla,στην Ανατολική Σαχάρα ή Δυτική Έρημο (όπως την ονομάζουν οι Αιγύπτιοι σε σχέση με τη θέση της δυτικά του Νείλου). Η θέση, στο δυτικότερο άκρο της όασης, αποτελείται από τέσσερα ορύγματα απ’ όπου οι επιστήμονες υπέθεσαν οι Αιγύπτιοι του Νέου Βασιλείου αντλούσαν το κοβάλτιο, οπότε και προχώρησαν σε συλλογή δειγμάτων. Η ανάλυση των δειγμάτων από την δρα Smith έδειξε ότι, αν και τα κοιτάσματα από τα τοιχώματα των ορυχείων δεν ήταν τόσο πλούσια σε κοβάλτιο όσο περίμεναν, τα υπάρχοντα κοιτάσματα περιλάμβαναν την πρόσμειξη με ψευδάργυρο, νικέλιο και μαγγάνιο που υπήρχε και στα δείγματα κεραμικής της έρευνας. Μήπως λοιπόν η διαδικασία άντλησης δεν περιοριζόταν στην απλή απόξεση των πετρωμάτων; Η δρ Smith εξετάζει σήμερα το ενδεχόμενο άντλησης του ορυκτού από νερό, το οποίο πλημμύριζε το δάπεδο των στοών. Η υπόθεσή της συστήνει ότι οι αρχαίοι αντλούσαν το νερό και το άφηναν στη συνέχεια να εξατμιστεί, συλλέγοντας στο τέλος το πλούσιο σε κοβάλτιο κατάλοιπο. Παραδέχεται όμως ότι πολλή έρευνα χρειάζεται ακόμη για να επιβεβαιωθεί αυτή ή οποιαδήποτε εναλλακτική άποψη.

Η προβληματική και η πορεία της έρευνας θα παρουσιαστεί σε άρθρο που θα αποτελεί τμήμα του τιμητικού τόμου για τον αιγυπτιολόγο Barry Kemp, με τίτλο Beyond the Horizon.

Πηγή: Science Daily, 17/03/10

Ζ.Ξ.