Τολμηρός, παθιασμένος, χαρισματικός, πρωτοπόρος. Πήρε στα χέρια του ένα ξεχασμένο μουσείο και κατάφερε να το μετατρέψει σε πόλο έλξης. Πριν προλάβει όμως να χαρεί το δημιούργημά του —το ανακαινισμένο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο— ο Δημήτρης Κωνστάντιος άφησε την τελευταία του πνοή το πρωί του Σαββάτου, νικημένος από τον καρκίνο σε ηλικία 59 ετών.
Έντεκα χρόνια κράτησε το τιμόνι του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου της Αθήνας. Έντεκα χρόνια που αποδείχθηκαν αρκετά για τον δραστήριο αρχαιολόγο και καθηγητή πανεπιστημίου (Πανεπιστήμιο Αιγαίου) για να αλλάξει το τοπίο. Ύστερα από μια μακρά και επιτυχημένη πορεία σε κομβικές θέσεις του υπουργείου Πολιτισμού (είχε διατελέσει προϊστάμενος της 8ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων και της Διεύθυνσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων) βρήκε άπλετο χώρο για να υλοποιήσει το όραμά του: ένα μουσείο ανοιχτό στο κοινό. Ένα μουσείο που να έχει θέση στον πολιτιστικό χάρτη της Αθήνας. Και το κατάφερε δημιουργώντας όχι μόνο ένα καλοστημένο μουσείο με την τελευταία λέξη της σύγχρονης μουσειολογίας, αλλά και με πλήθος εκπαιδευτικών προγραμμάτων και ξεναγήσεων.
«Νομίζω ότι η βυζαντινή τέχνη είναι ακόμα άγνωστη αλλά ταυτόχρονα διαστρεβλωμένη. Χρειάζεται να την προσεγγίσουμε όχι μέσα από τους “ιδεολογικοποιημένους” φακούς του παρελθόντος, αλλά με όλα τα στοιχεία της σύγχρονης έρευνας», έλεγε στα «ΝΕΑ». Και ονειρευόταν μια μόνιμη συλλογή που να καταρρίπτει μύθους και να διηγείται την Ιστορία μέσα από τα εκθέματα. Γι΄ αυτό και ήταν περήφανος για την επανέκθεση των συλλογών του μουσείου — και ιδιαιτέρως για το τμήμα που αφορά την εποχή από την Άλωση της Πόλης έως σήμερα που δεν πρόλαβε να εγκαινιάσει (τα εγκαίνια είχαν οριστεί για τις 10 Μαρτίου).
Επεδίωξε να δημιουργήσει έναν χώρο πολυσυλλεκτικό που να μπορεί να συγκεντρώσει κάτω από τη στέγη του πολλά διαφορετικά στοιχεία του πολιτισμού. Και το πέτυχε φιλοξενώντας ανάμεσα στα πολύτιμα κειμήλια εκθέσεις για τον κινεζική τέχνη έως έργα του Άντι Γουόρχολ και του Σαλβαντόρ Νταλί. Τόλμησε να φέρει ένα ρομπότ για ξεναγό στο μουσείο. Και είχε στα σκαριά ένα παράρτημα αφιερωμένο στο χαρτί, στην οικία Τσίλερ της οδού Μαυρομιχάλη.
Πίστευε πως ακόμη και οι αποθήκες ενός μουσείου πρέπει να είναι επισκέψιμες. Και δημιούργησε μια σειρά υποδειγματικών αποθηκών και εργαστηρίων. Και θέλησε να εντάξει όλο αυτό το μουσείο σε ένα πάρκο-όαση μέσα στην πόλη. Γι΄ αυτό και είχε σχεδιάσει γλυπτοθήκη, θεατράκι και καφέ στους κήπους της βίλας της Δουκίσσης Πλακεντίας (το παλιό μουσείο) μαζί με το γειτονικό Λύκειο του Αριστοτέλη, πάρκο που δεν πρόλαβε όμως να δει ολοκληρωμένο.
«Επέτρεψε την εφαρμοσμένη κριτική στο μουσείο του και εξέδωσε το σοβαρότερο μουσειολογικό περιοδικό στην Ελλάδα», όπως παρατηρεί η καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης και Μουσειολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Ματούλα Σκαλτσά (το «Ιlissia»). Ο Δημήτρης Κωνστάντιος άφησε τη σφραγίδα του και σε αναστηλωτικά προγράμματα μεγάλης κλίμακας, όπως εκείνα της Ρόδου και της Κέρκυρας.

Εκθέματα με γοητευτικές ιστορίες
Χαμογελαστός, δραστήριος, ακέραιος, με δημοκρατικές πεποιθήσεις και έχοντας το θάρρος της γνώμης του —γεγονός που του στοίχισε ορισμένες φορές και θέσεις σε συμβούλια και συλλογικά όργανα— ο Δημήτρης Κωνστάντιος δεν ήταν το τυπικό δείγμα συντηρητικού αρχαιολόγου.
Κυκλοφορούσε με μηχανή, έδειχνε εμπιστοσύνη στους νέους και αντιμετώπιζε σχεδόν τα πάντα με χιούμορ. Εκείνο που τον έκανε δε να διαφέρει είναι η ικανότητά του να μεταδίδει τις γνώσεις του σαν παραμύθι. Να ντύνει και το πιο απλό έκθεμα με την πιο γοητευτική ιστορία, χωρίς ποτέ να μειώνει την επιστημονική εγκυρότητα των πληροφοριών που παρείχε.

Η κηδεία του γίνεται σήμερα στις 13.00 από το Α΄ Νεκροταφείο. Επιθυμία του ήταν, αντί στεφάνων, τα χρήματα να δοθούν στη Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία (αρ. λογαριασμού 080/675652-29, Εθνική Τράπεζα)

Πηγή: Τα Νέα, Μ. Αδαμοπούλου, 16/2/2010