«Να μπορούσαμε να μείνουμε εδώ τη νύχτα…». Δεν ξέρω πολλούς που να θέλουν να κοιμηθούν σε ένα μουσείο. Ούτε πολλά μουσεία που να σε καλούν να περάσεις τη νύχτα σου κοντά τους. Παράξενη λοιπόν η επιθυμία. Αλλά πάλι σε τούτο το μουσείο δεν θα είναι κανείς μόνος του. Οι ήρεμες και γλυκές Κόρες μπορεί τη νύχτα – ποιος ξέρει;- να στήνουν τρελό χορό. Οι Νίκες μπορεί να φτερουγίζουν ολόγυρα, φέρνοντας μηνύματα νικηφόρων μαχών, και οι ιππείς της ζωφόρου του Παρθενώνα ίσως να περάσουν για μια επιθεώρηση. Φόβος, όμως, ουδείς. Η θεά Αθηνά ψηλά από την Ακρόπολη, αλλά παρούσα και σε κάθε σημείο του Μουσείου, φροντίζει για την προστασία όλων. Και αν μόνο ως όνειρο θα μπορούσε ως τώρα ο επισκέπτης να δει τους αρχαίους θεούς να ζωντανεύουν, στο Νέο Μουσείο της Ακρόπολης που εγκαινιάστηκε με λαμπρή τελετή χθες το βράδυ η πραγματικότητα ξεπερνά κάθε φαντασία. Γιατί είναι η ιδανική στέγη για τα αριστουργήματα των μνημείων του Ιερού Βράχου, που μιλούν για την ιστορία όχι μόνο του ελληνικού αλλά και του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Είναι το μουσείο που περιμένει την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα για τα οποία σταμάτησε ο χρόνος πριν από δύο αιώνες, με την κλοπή τους από τον Ελγιν. Είναι η διαρκής κραυγή των μαρμάρων που ζητούν τα κομμάτια τους που λείπουν.
Υπερηφάνεια, θάμπος, ενθουσιασμός, αγαλλίαση, όλα τα συναισθήματα που μπορεί να έχει κανείς μπροστά σε ένα τέτοιο έργο πλημμυρίζουν τους επισκέπτες του Μουσείου. Τα θαυμαστικά επιφωνήματα μπορεί κάλλιστα να αρχίσουν από τον εξωτερικό χώρο. Γιατί η ανασκαφή, η οποία βρίσκεται προστατευμένη κάτω από το γυάλινο δάπεδο της εισόδου, προσφέρει αμέσως μια δυναμική εικόνα, αποδεικνύοντας ότι εδώ η ιστορία έχει συνέχεια χιλιετιών. Οι λιτές γραμμές του κτιρίου, που μοιάζει να υπερηφανεύεται για τα απλά υλικά του- μέταλλο, γυαλί, μπετόν- τα οποία όμως ο αρχιτέκτονας Μπερνάρ Τσουμί χρησιμοποίησε ως να ήταν τα πολυτιμότερα και σπανιότερα, η διαφάνειά του, που ανάλογα με το φως της ημέρας άλλοτε καθρεφτίζει την Ακρόπολη και άλλοτε «βγάζει» έξω στον δρόμο τα εκθέματα, είναι τα πρώτα στοιχεία που εντυπωσιάζουν. «Είναι ένα απλό και ξεκάθαρο μουσείο με τη μαθηματική εννοιολογική καθαρότητα της αρχαίας Ελλάδας»όπως έχει αναφέρει ο ίδιος.
Ο προθάλαμος είναι η επόμενη έκπληξη. Ανοίγεται τεράστιος προς όλες τις κατευθύνσεις, αν και ο ουσιαστικός προσανατολισμός είναι ένας: η πρώτη αίθουσα εκθέσεων με το ελαφρώς ανηφορικό δάπεδο, ως υπόμνηση της ανόδου στην Ακρόπολη και στα ιερά της, γυάλινο πάντα και με την ανασκαφή να συνεχίζεται από κάτω. Γνωρίζεις καλά πλέον ότι βρίσκεσαι σε έναν μαγικό τόπο. Και για του λόγου το αληθές ένα «εγκαίνιο» βρίσκεται σε ένα άνοιγμα του δαπέδου. Είναι μικρά αγγεία τοποθετημένα σε χώμα με προσφορές προς τη θεά για να στεριώσει το σπίτι. Παράδοση που έφθασε και ως εμάς με διάφορους τρόπους.
Οι δύο πήλινες Νίκες που υποδέχονται το κοινό άλλωστε έχουν τη δική τους ιστορία αφού κάποτε, στη Ρωμαϊκή εποχή, κοσμούσαν τη στέγη ενός κτιρίου ως ακρωτήρια, στη συνέχεια χάθηκαν, ποιος ξέρει πώς, για να ξαναβρεθούν μέσα σε ένα αρχαίο πηγάδι, που ήρθε στο φως όταν κατασκευαζόταν η Διονυσίου Αρεοπαγίτου.
Οι προθήκες στις δύο απέναντι πλευρές αυτής της αίθουσας είναι γεμάτες εκατοντάδες μικρά και άκρως γοητευτικά ευρήματα που προήλθαν από τις ανασκαφές στον αρχαίο οικισμό γύρω από την Ακρόπολη, αλλά κυρίως από τα ιερά, τα οποία είχαν ιδρυθεί στις πλαγιές της, σε σπηλιές και σε πλατώματα του Βράχου. Εκεί δηλαδή, όπου οι επίσημες και οι λαϊκές λατρείες συνυπήρχαν με μικρά σπίτια και ιερά. Είναι ένας πραγματικός θησαυρός αυτά τα πήλινα κυρίως, επιτραπέζια σκεύη, αρωματοδοχεία, κοσμήματα, παιδικά παιχνίδια, μάσκες θεάτρου, λουτροφόροι κ.ά. που προσφέρθηκαν ως αναθήματα στο ιερό του Διονύσου Ελευθερέως, στο θεραπευτήριο του θεού Ασκληπιού ή στο ιερό της Νύμφης, προστάτιδας του γάμου και των γαμήλιων τελετών. Εντυπωσιακό ανάμεσά τους ένα απότμημα μαρμάρινου γλυπτού στο οποίο υπάρχουν μόνο τα μάτια, τάμα στο ιερό του Ασκληπιού (350-300 π.Χ.).
Η μεγάλη κλίμακα στο βάθος αυτής της αίθουσας οδηγεί σε ένα αριστούργημα της Αρχαϊκής εποχής, το πώρινο αέτωμα από τον ναό του Εκατομπέδου, αφιερωμένο επίσης στη θεά Αθηνά. Εδώ είναι μια άλλη τέχνη διαφορετική από αυτήν που θα αναπτυχθεί στη συνέχεια κατά την Κλασική εποχή, υπέροχη όμως και κατά τούτο: ότι τα γλυπτά διατηρούν τα χρώματά τους, δίνοντας μιαν ιδέα για τον πολύχρωμο κόσμο της αρχαιότητας.
Αλλά η είσοδος στην υπόστυλη αίθουσα των αρχαϊκών γλυπτών, τα οποία ήταν προσφορές προς τη θεά, δείχνοντας όχι μόνο ευσέβεια αλλά και οικονομική ευμάρεια, όπως και καλλιτεχνική ακμή, προκαλεί δέος. Οι Κόρες, αυτά τα περίφημα αναθήματα προς την Αθηνά λαξευμένες σε μάρμαρο και με το γνωστό ως «αρχαϊκό μειδίαμα» στα χείλη, προδίδοντας έτσι τη συνεσταλμένη κοινωνική συμπεριφορά τους, πλημμυρίζουν τον χώρο, δίνοντας την ευκαιρία να τις περιεργασθείς από κάθε πλευρά. Μαζί τους ιππείς, άλογα, το τρυφερό άγαλμα του Μοσχοφόρου και φυσικά η μαρμάρινη Αθηνά με την τρομερή αιγίδα της από το αέτωμα της Γιγαντομαχίας του αρχαϊκού ναού (525-500 π.Χ.), τη στιγμή που καταβάλλει τον Γίγαντα Εγκέλαδο. Οι Καρυάτιδες αποκαλύπτουν τα «μυστικά» τους από την εξέδρα όπου είναι τοποθετημένες. Μυστικά περίτεχνων κομμώσεων, αναδιπλωμένων ενδυμάτων και απαλών πτυχώσεων, αλλά κυρίως της μοναδικής στάσης του σώματος που προβάλλει το στήθος και κλίνει ελαφρά το γόνυ, όχι για να στηριχθεί αλλά για να περπατήσει! Αλλά η αποθέωση του γυναικείου κάλλους έρχεται με τις περίφημες Νίκες, από τα ανάγλυφα των θωρακίων του ναού της Αθηνάς Νίκης με τη «Σανδαλίζουσα» πρώτη από όλες.
Λάμψη φωτός που καταυγάζει από την καλλιτεχνική τελειότητα αλλά και από τη δύναμη του φυσικού φωτός, το οποίο εισέρχεται σε αυτήν την αίθουσα από όλες τις όψεις της υποδέχεται τον επισκέπτη στον χώρο, που είναι αφιερωμένος στον Παρθενώνα. Είναι το ανώτερο επίπεδο του κτιρίου και φθάνει κανείς ως εδώ για να αγγίξει την απόλυτη τέχνη, μοναδική και ανεπανάληπτη μέσα στους αιώνες. Η ζωφόρος όπως αναπτύσσεται γύρω από έναν «άλλο σηκό» του Παρθενώνα μιλάει εξ ονόματος του δημιουργού της, του Φειδία, αλλά και εξ ονόματος των υπερήφανων αθηναίων πολιτών, οι οποίοι είχαν κατακτήσει τη δόξα εκδιώκοντας τους Πέρσες από την Ελλάδα, είχαν φθάσει το πνεύμα και την τέχνη σε δυσθεώρητα ύψη και είχαν εγκαθιδρύσει ένα ιδανικό πολίτευμα, τη δημοκρατία.
Η ιστορία είναι γραμμένη σε όλα αυτά τα μάρμαρα που βλέπει ο επισκέπτης αλλά και στα εκμαγεία όσων έχουν καταληστευθεί. Γιατί ειδικά σε αυτά έχει προστεθεί μια ανόσια πράξη που έμελλε να τα κατακερματίσει.
Επί 30 χρόνια περίμενε η Ελλάδα το μουσείο. Κάποιοι το πίστεψαν, άλλοι το πολέμησαν αλλά χωρίς αυτούς που θα αφοσιώνονταν στην ιδέα του δεν θα είχαμε σήμερα αυτό το θαύμα. Πρώτος ο καθηγητής και πρόεδρος πλέον του ΔΣ του μουσείου κ.Δημήτρης Παντερμαλής , ο άνθρωπος που άντεξε σε όλες τις επιθέσεις και κατόρθωσε να ξεπεράσει όλα τα προβλήματα. Ο ίδιος ήταν επικεφαλής και της ομάδας εργασίας του εκθεσιακού προγράμματος στην οποία μετείχαν επίσης οι αρχαιολόγοι Αλκηστις Χωρέμη, Χριστίνα Βλασσοπούλου, Σταματία Ελευθεράτου και Αλέκος Μάντης καθώς και οι αρχιτέκτονες Ιορδάνης Δημακόπουλος και Αλέξανδρος Ξενάκης.

Πηγή: Το Βήμα, Μ. Θερμού, 21/6/09