Η εθνική οδός Σπάρτης- Γυθείου απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή για τους οδηγούς των αυτοκινήτων, παρ΄ όλα αυτά η ομορφιά του τοπίου δεν περνά απαρατήρητη.«Κοίλη» και «κητώεσσα» χαρακτηρίζει ο Όμηρος τη Λακεδαίμονα με την κλειστή πεδιάδα της, τους γύρω ορεινούς όγκους και τα φαράγγια. Η μορφολογία του τόπου δεν έχει αλλάξει ως σήμερα. Κανείς όμως ακόμη δεν γνωρίζει ότι διασχίζοντας μέσω αυτού του δρόμου μια λοφοσειρά από έξι χαμηλά υψώματα μπορεί να διέρχεται δίπλα από ένα ανακτορικό μυκηναϊκό κέντρο. Πολύ πιθανόν μάλιστα το κατ΄ εξοχήν κέντρο της Μυκηναϊκής Εποχής, του 1400-1200 π.Χ. δηλαδή, στη Λακεδαίμονα. Αυτό στο οποίο κατά τον ποιητή της Ιλιάδας βασίλευε ο «αγαθός Μενέλαος», που είχε σύζυγο την ωραία Ελένη, ιδανική πρόφαση για έναν πόλεμο τιμής μεταξύ ανδρών στο διηνεκές του χρόνου. Οι μύθοι, όμως, όσο γοητευτικοί και αν είναι, δεν μπορεί να θεωρηθούν επαρκείς από τους επιστήμονες. Απαιτούνται στοιχεία αντικειμενικά, αποδείξεις που δεν αμφισβητούνται. Και ήρθαν. Πριν από μερικούς μήνες σε ένα χωράφι με καλλιέργειες στην περιοχή του Αγίου Βασιλείου, περί τα 12 χιλιόμετρα από τη Σπάρτη, τα σύγχρονα άροτρα- δηλαδή, εκσκαφείς- ανατάραξαν τη γη αποκαλύπτοντας το μυστικό της: τις πρώτες πινακίδες με Γραμμική Β΄ γραφή από τη Λακωνία, κατευθείαν από τους Μυκηναίους στη σύγχρονη εποχή.
Μικρά κομμάτια από πηλό και πάνω τους χαραγμένα σύμβολα, ακατάληπτα για τους πολλούς. Οι γλωσσολόγοι όμως έχουν απαντήσει στην πρόκληση της Γραμμικής Β΄ ήδη από τα μέσα του 20ού αιώνα. Έτσι ο έφορος Θηβών κ. Βασίλης Αραβαντινός διαβάζοντας τις λέξεις ή σύμβολα e-pi-zota, wi-ti-mi-jo, ΤΕLΑ+ΡΑ, ti-jo-ko επάνω στις πήλινες πινακίδες ήταν σε θέση να δώσει την ερμηνεία τους: επίζωστα, Ισθμια, υφαντά, Αντίοχος. Οι άνθρωποι που κατοικούσαν στην περιοχή αυτή από τον 14ο ως τον 12ο π.Χ. αιώνα είχαν όπλα (επίζωστα) και υφαντικές δραστηριότητες παράλληλες με αυτές που εμφανίζονται σε όλα τα μυκηναϊκά ανακτορικά κέντρα. Στην Κνωσό ιδίως τα υφαντά βρίσκονται παντού, απεικονίζονται στις πομπές και προσφέρονται ως δώρα στην καθιστή θεότητα τόσο στην Κρήτη και στη Θήρα όσο και στη Θήβα, στις Μυκήνες ή στην Πύλο. «Ήταν καιρός πια να βρεθεί ο κρίκος της αλυσίδας που έλειπε επί 125 χρόνια»λέει ο ίδιος αναφερόμενος στο γεγονός ότι καμία μυκηναϊκή θέση στην περιοχή- και έχουν εντοπισθεί πολλές- δεν έχει δώσει ως τώρα ενδείξεις ότι μπορεί να είναι το ανακτορικό κέντρο της. Είναι πιθανόν λοιπόν να βρέθηκε τώρα στον Άγιο Βασίλειο; Μπορεί να έφθασε η στιγμή που η επιστήμη θα «αγγίξει» ονόματα τα οποία θεωρούνται μυθικά διεθνώς;
Παρά τις επιφυλάξεις της, κατανοητές εφόσον τα πρώτα αυτά στοιχεία είναι αποτελέσματα επιφανειακής και μόνον έρευνας καθώς ανασκαφές δεν έχουν γίνει ακόμη, η προϊσταμένη της Εφορείας Σπάρτης κυρία Αδαμαντία Βασιλογάμβρου δεν μπορεί παρά να επισημάνει τα τεκμήρια τα οποία παραπέμπουν σε μια σημαντική μυκηναϊκή θέση: η εγκατάσταση που ήρθε στο φως χρονολογείται σαφώς την περίοδο της ακμής των μυκηναϊκών ανακτόρων. Οι κάτοικοί της διατηρούσαν στενές επαφές με την Κρήτη. Και, τέλος, είναι προφανές ότι εκεί βρίσκεται κάποιο σημαντικό κτίριο που καταστράφηκε από πυρκαϊά.

Το αρχείο

«Λυδία λίθο»για την ταύτιση της θέσης με ανακτορικό κέντρο που αναζητεί επί πολλές δεκαετίες η αρχαιολογική έρευνα στη Λακωνία χαρακτήρισε η ίδια την ύπαρξη αρχείου το οποίο βεβαιώνουν οι πρώτες πινακίδες- έστω και αν αυτές είναι μόνο τρεις- και το περιεχόμενό τους.«Η εμβέλεια του κέντρου αυτού σε πολιτικό, οικονομικό και διοικητικό επίπεδο, οι σχέσεις του με το άμεσο περιβάλλον της περιοχής, την Αργολίδα και τη Μεσσηνία όπου ήταν οι Μυκήνες και η Πύλος, και σε ποιον βαθμό ακολουθούσε τα ίδια πρότυπα είναι ερωτήματα που μένει να απαντηθούν» ανέφερε η κυρία Βασιλογάμβρου κατά την παρουσίαση των ευρημάτων, την οποία έκανε μαζί με τον κ. Αραβαντινό στην Αρχαιολογική Εταιρεία.

«Οι δ΄ είχον κοίλην Λακεδαίμονα κητώεσσα, / Φαρίν τε Σπάρτην τε πολυτρήρωνά τε Μέσσην, / Βρυσειάς τ΄ ενέμοντο και Αυγειάς ερατεινάς,/ οι τ΄ αρ Αμύκλας είχον Ελος τ΄ έφαλον πτολίεθρον, / οι τε Λάαν είχον ήδ΄ Οίτυλον αμφενέμοντο...». Ιλιάδα,Ραψωδία β Δ , στ.581-587.

Εννέα πόλεις της Λακεδαίμονος εμφανίζονται στο τμήμα αυτό του περίφημου Καταλόγου των Νεών, των πλοίων δηλαδή που είχαν αποστείλει οι ελληνικές πόλεις υπό τον Αγαμέμνονα στην εκστρατεία εναντίον της Τροίας. Παρά τα πλούσια ως τώρα ευρήματα, όμως, καμία από τις εγκαταστάσεις της Μυκηναϊκής Εποχής που έχουν ερευνηθεί ως τώρα δεν τεκμηριώνει ότι μπορεί να ήταν ένα ανακτορικό κέντρο. Και αυτή η απουσία προκαλούσε αμηχανία στους επιστήμονες.

Τα κέντρα

Αρχεία πινακίδων έχουν αποδώσει ως σήμερα έξι μόνο μυκηναϊκά κέντρα. Είναι ο Εγκλιανός- Πύλος, οι Μυκήνες, η Τίρυνθα και η Θήβα στην ηπειρωτική Ελλάδα, τα Χανιά και η Κνωσός στην Κρήτη.
«Μία ή περισσότερες πινακίδες της Γραμμικής Β από τη Λακωνία, η οποία καταλαμβάνει την πλέον νευραλγική και ανοικτή προς την Κρήτη περιοχή της Πελοποννήσου, θα πιστοποιούσαν,θα επιβεβαίωναν και θα προσέθεταν ένα ακόμη μυκηναϊκό αρχείο, συνεπώς θα προεξοφλούσαν την de facto παρουσία και την πλήρη λειτουργία ενός ακόμη ανακτορικού κέντρου εκεί»λέει ο κ. Αραβαντινός. Εκλεγμένος αντιπρόσωπος της Ελλάδας στη Διαρκή Διεθνή Επιτροπή Μυκηναϊκών Σπουδών (τελεί υπό την αιγίδα της UΝΕSCΟ), με ειδικές σπουδές στην ανάγνωση της Γραμμικής Β και έχοντας εμπειρία στην ανασκαφή και διαχείριση των αρχείων των Θηβών, ο κ. Αραβαντινός θεωρεί ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια πολύ εντυπωσιακή ανακάλυψη για την οποία περισσότερα στοιχεία θα υπάρξουν στο άμεσο μέλλον. «Οπως όλα τα ανακτορικά κέντρα»συμπληρώνει«έτσι και αυτό θα διέθετε τους δικούς του γραφείς- αξιωματούχους,τους συντάκτες δηλαδή των κειμένων των πινακίδων, των ετικετών και των σφραγισμάτων,θα διαχειριζόταν κάθε είδους αγαθά και θα είχε κοινά χαρακτηριστικά και σχέσεις με τα υπόλοιπα έξι σύγχρονά τουμεγάλα ανακτορικά κέντρα του Αιγαίου και διεθνείς επαφές εντός και εκτός του μυκηναϊκού κόσμου».

Ευρήματα

Η διαχρονική κατοίκηση του χώρου, όμως, από την Πρωτοελλαδική Εποχή ως και τη Βυζαντινή, η διάβρωση του εδάφους και οι καλλιέργειες έχουν διαταράξει το μυκηναϊκό στρώμα. Χαρακτηριστικό είναι άλλωστε ότι οι πινακίδες βρέθηκαν σχεδόν επιφανειακά, ενώ από τη σύντομη αρχαιολογική έρευνα προέκυψαν και άλλα ευρήματα: αγγεία, που είναι πιθαμφορείς, τριποδικό αλάβαστρο, κύλικες και σκύφοι αλλά και σκυφοειδείς κρατήρες και λεκάνες, αποθηκευτικοί ψευδόστομοι αμφορείς (που δηλώνουν τις εμπορικές επαφές με την Κρήτη), ειδώλια ανθρώπινων μορφών και ζώων, δύο τμήματα τοιχογραφιών με κυανές και ερυθρές ταινίες, τεμάχια ορείας κρυστάλλου κτλ.
«Ούτε μόνοι τους οι μεγαλοπρεπείς τάφοι- όπου και αν εντοπισθούν- ούτε οι ισχυρές οχυρώσειςούτε οι πολυπληθείς κύλικες από ενδεχόμενα συμπόσια πεσμένες από ερμάρια μπορούν να αποδείξουν “κεντρική διοίκηση” παρούσα σε μια συγκεκριμένη θέση» δηλώνει όμως ο κ. Αραβαντινός «Γιατί το βασικό εργαλείο της διοίκησης κατά τη Μυκηναϊκή Εποχή ήταν τα γραπτά αρχεία. Αυτά από μόνα τους πιστοποιούν την ανακτορική διοικητική φύση και ύψιστη ιεραρχία μιας θέσης έναντι άλλων» όπως προσθέτει. Είναι ένα μήνυμα που ταξίδεψε μέσα στον χρόνο για να φθάσει τώρα η στιγμή της αποκρυπτογράφησής του.

Ένα μυκηναϊκό οπλοστάσιο στη Λακωνία

Ο ήλιος ανατέλλει πάνω από τον Αγιο Βασίλειο εδώ και 33 αιώνες, από την εποχή που μια μεγάλη πυρκαϊά κατέστρεψε το μυκηναϊκό ανακτορικό κέντρο. Ό,τι βρισκόταν μέσα σ΄ αυτό κάηκε. Μόνο στα αρχεία του υπήρξε φιλική η φωτιά αφού οι πήλινες πινακίδες επάνω στις οποίες ήταν καταγεγραμμένα ψήθηκαν και διασώθηκαν στον χρόνο. Πρόκειται για μία από τις μεγαλύτερες συμπτώσεις στην αρχαιολογική έρευνα, δεδομένου ότι όλα τα μεγάλα ανάκτορα καταστράφηκαν από φωτιά. Ποιο είναι το μυστικό όμως που κρύβει για τον Άγιο Βασίλειο η πινακίδα με τη λέξη επίζωστα (e-pi-zo-ta);
Από το ρήμα επιζώννυμι, που αναφέρεται σε εγχειρίδια μαχαίρια ή κοντά ξίφη,η συγκεκριμένη λέξη συνοδεύεται από το ιδεόγραμμα ξίφους με την αιχμή προς τα κάτω (όπως στην Κνωσό),από έναν μεγάλο αριθμό (500 ή 999) και στη δεύτερη όψη από έναν μικρότερο (100).
«Ένας τόσο μεγάλος αριθμός επιθετικών όπλων μεγάλης αξίας, ασφαλώς από χαλκό- άγνωστος από άλλα αρχεία-, η αποθησαύριση ή διανομή τους είναι σαφές ότι προσφέρει μια εύγλωττη απάντηση στο ερώτημα για το κύριο διοικητικό, οικονομικό και στρατιωτικό κέντρο της μυκηναϊκής Λακωνίας του 1200 π.Χ.» λέει ο κ.Αραβαντινός. Σύμφωνα με την ερμηνεία που δίνει ο ίδιος, η πινακίδα λειτουργούσε ως ετικέτα για τη χρήση του υπεύθυνου αξιωματούχου, η θέση της ήταν στην «οπλοθήκη» και, τέλος, όλος αυτός ο οπλισμός ήταν ιδιοκτησία του ανακτόρου και του άνακτα.
Στη δεύτερη πινακίδα το όνομα ti-jo-ko ερμηνεύεται ως Αντίοχος.Η τρίτη όμως εισάγει σε έναν εντελώς διαφορετικό τομέα των μυκηναϊκών δραστηριοτήτων που καταγράφεται σε μεγάλη έκταση στα γνωστά αρχεία. Είναι η κατεργασία του μαλλιού και η παραγωγή πλεκτών υφασμάτων και προϊόντων υφαντουργίας. Σε αυτή την πινακίδα η πρώτη σειρά έχει τα συλλαβογράμματα-to-jo, η δεύτερη την πολύτιμη λέξη wi-ti-mi-ja που σημαίνει Ίσθμια και η τρίτη φέρει το χαρακτηριστικό για τα υφαντά ιδεόγραμμα ΤΕLΑ+ΡΑ,συνηθισμένο από κείμενα ιδίως της Κνωσού και ακολουθούμενο από τον αριθμό 3. Οι άλλες δύο σειρές είναι δυσανάγνωστες, στην τελευταία εμφανίζεται μια σύνθεση συμβόλων (ΡΤΕ+WΕ),που, όπως επισημαίνει όμως ο κ.Αραβαντινός, αφορά υφαντό ύφασμα το οποίο ενίοτε αφιερώνεται σε ιερά. «Είναι ένα από τα πλέον δημοφιλή, γνωστά, κοινά αλλά και σπουδαία ιδεογράμματα που εκτός των άλλων συνδέονται και με τη θρησκευτική σφαίρα» λέει ο μελετητής των πινακίδων.
Ο ίδιος χαρακτηρίζει αυτό το νέο αρχείο δυναμικό και ποικίλο.«Οι γραφείς του ήταν πεπειραμένοι και εργάζονταν σε απόλυτη συμβατότητα με τους συναδέλφους τους στα άλλα μεγάλα ανακτορικά κέντρα της ηπειρωτικής Ελλάδας και της Κρήτης» όπως λέει.
Το σημαντικό όμως είναι ότι με την ανακάλυψή τους επιβεβαιώνεται και η πρώτη έγγραφη απόδειξη μιας κεντρικής μυκηναϊκής διοίκησης στη Λακωνία,κάτι που είχε ήδη επισημανθεί από αντίστοιχες πινακίδες των Θηβών που μιλούν για Λακεδαιμονίους.
Οι πινακίδες άλλωστε είναι εκείνες που από την αρχή της αποκρυπτογράφησής τους έδωσαν πολύτιμες πληροφορίες για τη ζωή και τη δραστηριότητα των ανθρώπων της Μυκηναϊκής Εποχής. Αρχεία καθαρά διοικητικής χρήσεως, κάτι σαν λογιστικά βιβλία, απέδειξαν την ύπαρξη μιας πρωτογενούς αγροτοποιμενικής οικονομίας και παράλληλα το αναπτυγμένο εμπόριό της.«Ήταν μια οικονομία που υποστηριζόταν από ισχυρή γραφειοκρατική μηχανή με εξελιγμένη κατανομή εργασίας και μια πολυσύνθετη και αυστηρά ιεραρχημένη κοινωνική και παραγωγική δομή» καταλήγει ο κ.Αραβαντινός.

Πηγή: Το Βήμα, Μ. Θερμού, 24/5/09