Τη δεκαετία του 1950, γυρίστηκαν στη Σοβιετική Ένωση δύο κινηματογραφικές ιστορίες αγάπης που δανείζονται μοτίβα από την εικονογραφία του Πάθους.

 Ένας βιασμός στην ταινία «Όταν περνούν οι γερανοί» (1957) γίνεται αντιληπτός κυρίως μέσα από την βιβλιογραφία για την ταινία. Από το πλαίσιο των «ου φωνητών/ορατών» της εποχής διαφοροποιούνται όμως δύο σκηνές που αποτελούν από αιώνες κοινούς τόπους της χριστιανικής εικονογραφίας.

Οι ταινίες «Ο 41ος» (1956) του Γκριγκόρι Τσουχράι και «Όταν περνούν οι γερανοί» (1957) του Μιχαήλ Καλατόζοφ έχουν γυριστεί περίπου την ίδια περίοδο στην Mosfilm. Ανήκουν και οι δύο στην εποχή που ακολούθησε τον θάνατο του Στάλιν (1953) και διήρκεσε έως τα μέσα της δεκαετίας του 1960. Η περίοδος είναι γνωστή ως «το λιώσιμο των πάγων» από το ομότιτλο μυθιστόρημα του Ηλιά Έρενμπουργκ, δεν υπήρξε όμως τόσο θερμή για τους καλλιτέχνες. Όταν το 1960 ο Ντμίτρι Σοστακόβιτς γίνεται μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος (Τους φοβάμαι έως θανάτου), σχολιάζει πως το αφιερωμένο «στη μνήμη των θυμάτων του φασισμού και του πολέμου» 8ο Κουαρτέτο εγχόρδων είναι αυτοβιογραφικό.

Ένας μεγάλος καλλιτέχνης της εποχής στον κινηματογράφο είναι ο διευθυντής φωτογραφίας Σεργκέι Ουρουσέφσκι (1908-1974). Το δικό του έργο είναι που συνέχει τις δυο ταινίες, του Τσουχράι και του Καλατόζoφ, οι οποίες βραβεύονται στο Φεστιβάλ των Καννών, με το Ειδικό Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής ο «41ος» και με τον Χρυσό Φοίνικα οι «Γερανοί». Ο λυρισμός, η διαρκής και δυναμική κίνηση της κάμερας του Ουρουσέφσκι, οι απρόσμενα χαμηλές ή υψηλές γωνίες λήψης, η εξπρεσιονιστική εναλλαγή σκότους και φωτός, η εκμετάλλευση της παραμικρής σκιάς, σχηματίζουν αυτό που ο ίδιος ονόμασε «σκέψη με εικόνες».

Το έργο του, στη μανιεριστική του όμως ωρίμανση, θα κλείσει το «λιώσιμο των πάγων» το 1964. Ένα εντυπωσιακής σύνθεσης συνεργείο αποστέλλεται από τους Σοβιετικούς στην Κούβα για να γυριστεί η υπερπαραγωγή «Soy Cuba» στο πλαίσιο της ψυχροπολεμικής κορύφωσης στην περιοχή: Καλατόζoφ, Ουρουσέφσκι, Γεφτουσένκο. Η ταινία έχει ανακαλυφθεί τα τελευταία χρόνια μετά την επανέκδοσή της από τους Martin Scorsese και Francis Ford Coppola.

Οι ταινίες «Ο 41ος» και «Όταν περνούν οι γερανοί» διαδραματίζονται σε εμπόλεμες περιόδους: κατά τον Ρωσικό Εμφύλιο (1917-1921) η πρώτη και κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο) η δεύτερη. Οι μεγάλες αυτές ιστορίες καθορίζουν και δοκιμάζουν δυο ιστορίες αγάπης.

Στον «41ο» η Μαρία (Ιζόλντα Ιζβίτσκαγια) ανήκει στον Ερυθρό Στρατό και ο αιχμάλωτός της Βαντίμ (Όλεγκ Στριζένoφ) είναι αξιωματικός του Λευκού Στρατού. Βρίσκονται μόνοι σε ένα ερημονήσι της Αράλης. Η κορυφαία στιγμή αγάπης είναι μια πράξη σπάνιας παιδικότητας: του χαρίζει για να τυλίξει τον καπνό του τσιγάρου του, το χαρτί στο οποίο έχει γράψει τα ποιήματά της.
Όταν βλέπουν ένα πλοιάριο να πλησιάζει και η Μαρία αντιλαμβάνεται πως έρχονται Λευκοί, ακολουθεί την εντολή που έχει και σκοτώνει τον αγαπημένο της (όχι ακριβώς στην παράδοση του «Senso»). Η ταινία κλείνει με την ηρωίδα να αγκαλιάζει και να θρηνεί τον νεκρό Βαντίμ, ικετεύοντας μάταια πια να ξαναδεί «τα μπλε μάτια». Είναι το 41ο θύμα της.

Στους «Γερανούς» οι ερωτευμένοι είναι ο Μπόρις (Αλεξέι Μπατάλοφ) και η Βερόνικα –ή Σκιουράκι (Τατιάνα Σαμοΐλοβα), μια κοπέλα με τη φωτογραφία του Μαγιακόφσκι στο δωμάτιό της. Ο Μπόρις κατατάσσεται στον στρατό και φεύγει. Ο εξάδελφός του Μαρκ εκμεταλλεύεται αρχικά την απουσία του, βιάζει την Βερόνικα. Στη συνέχεια την συναισθηματική ευπάθεια της Βερόνικας (έχουν σκοτωθεί οι γονείς της) και τον θάνατο του Μπόρις. Την παντρεύεται.

Και στις δύο ταινίες το κατεξοχήν χριστιανικό σύμβολο συνάπτεται με το παρελθόν: ο Λευκορώσος αξιωματικός φορά σταυρό. Η Γιαγιά του Μπόρις τον «σταυρώνει».
Και στις δύο ταινίες όμως είναι ενδιαφέρον πως στην τελική ή ουσιαστικά τελική σκηνή, για το βαρύ συναισθηματικό περιεχόμενο επιλέγεται η παραπομπή στο παραδοσιακό χριστιανικό απόθεμα εικονογραφικών τύπων.

Ο «41ος» τελειώνει με τη Μαρία να θρηνεί τον Βαντίμ. [εικ. 1, video 4’11’’] Η σκηνή συνδέεται με την εικονογραφία του Επιτάφιου Θρήνου. Η Θεοτόκος θρηνεί τον νεκρό Ιησού και τον αγκαλιάζει. Το δραματικό στοιχείο της σκηνής τονίζεται πάντοτε από την προσέγγιση του προσώπου της Παναγίας στο πρόσωπο του Χριστού και την συνέργεια των γραμμών του τοπίου στις έντονες κινήσεις των θρηνωδών, μία από τις οποίες συχνά είναι η Μαρία η Μαγδαληνή με τα λυτά της μαλλιά. [εικ. 2, 3]
Η Μαρία στο τέλος της ταινίας τραντάζει τον Βαντίμ. Τα κυματιστά μαλλιά της ανεμίζουν. Η έντονη κίνηση και η σφοδρότητα του πόνου και της απελπισίας για την ανεπανόρθωτη πράξη, εντείνονται από τον έντονο κυματισμό της λίμνης. Σύμφωνα με το βιβλίο του Μπόρις Λαβρένεφ (1924), στο οποίο βασίζεται η ταινία, η Μαρία απλώς πέφτει στον νεκρό Βαντίμ και τον θρηνεί. Το τοπίο, η «Αράλη», δεν είναι λίμνη. Ο Ουρουσέφσκι είχε ζητήσει το γύρισμα να γίνει σε πραγματική θάλασσα, και έτσι τα κύματα που βλέπουμε είναι της Κασπίας.

Στους «Γερανούς» η ταινία κορυφώνεται δραματικά με τον θάνατο του Μπόρις. Πυροβολείται από τον εχθρό και στον ελάχιστο χρόνο έως την πτώση του στο λασπωμένο έδαφος παρακολουθούμε τις σημύδες να στροβιλίζονται κάτω από τον συννεφιασμένο ουρανό. Περνάμε στην τελευταία σκέψη και επιθυμία στο μυαλό του μελλοθάνατου: ο Μπόρις παντρεύεται τη Βερόνικα. Ευτυχισμένοι με ένα πλήθος εύθυμων συγγενών και φίλων πίσω τους κατεβαίνουν τη στρεπτή σκάλα του σπιτιού της νύφης. Την καθοδική πομπή διεμβολίζει ο Μαρκ και φτάνοντας στους νεόνυμφους φιλάει τον Μπόρις. [εικ. 4, video 1’44’’]
Ξέρουμε πως ο εξάδελφός του τον έχει ήδη προδώσει. Η προδοσία τίθεται στην καρδιά της ταινίας και εικονογραφείται με βάση την Προδοσία του Ιούδα. [εικ. 5] Η παρουσία της Βερόνικας ως νύφης του Μπόρις προσδίδει τον τραγικό χαρακτήρα της σκηνής. Έχει παρατηρηθεί από την Josephine Woll (The Cranes are Flying, 2003) πως η Βερόνικα αποτελεί ένα αίνιγμα, το όνομά της είναι ασυνήθιστο στη Ρωσία και σημαίνει αυτήν που φέρνει τη νίκη. Όμως η αγία Βερονίκη είναι η γυναίκα που προσέφερε στον Χριστό το μανδήλιο για να σκουπίσει τον ιδρώτα του στην τελευταία του πορεία, κατά την άνοδο στον Γολγοθά. Στο μανδήλιο αυτό αποτυπώθηκε η εικόνα του Χριστού και με τη μεταγενέστερη λατινοελληνική ετυμολογία, η Βερονίκη είναι εκείνη που φέρει την πραγματική (vera) εικόνα του Χριστού. Η Βερονίκη στη χριστιανική εικονογραφία είναι συνδεδεμένη με το Πάθος.

Οι παραπάνω οφειλές στη ζωγραφική/παράδοση διαφέρουν από τον καλλιγραφημένο αισθητισμό του Σοκούροφ και τις παραπομπές του «Underground» του Emir Kusturica στον «Κήπο των Επίγειων Ηδονών» του Ιερώνυμου Bosch.
Εξασθενούν τον πρόσκαιρο μελοδραματισμό και την ηθικολογία, ερμηνεύοντας τα ανθρώπινα συναισθήματα με βάση το αναγνωρίσιμο από αιώνες ευαγγέλιο αγραμμάτων και εγγραμμάτων.

Κατερίνα Γκίκα