Το συνδρομητικό περιοδικό Αρχαιολογία και Τέχνες μόλις εξέδωσε το νέο του τεύχος (αρ. 149), που φιλοξενεί ένα ακόμα μεγάλο αφιέρωμα στην Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας-Σπηλαιολογίας. Το αφιέρωμα έχει επιμεληθεί η αρχαιολόγος Ιωάννα Ευσταθίου.

Το τεύχος ανοίγει με τη συνέντευξη που παραχώρησε στο περιοδικό η Αθανασία Κάντα, μία από τις σημαντικότερες μορφές της ελληνικής αρχαιολογίας, το έργο της οποίας ταυτίζεται άρρηκτα με την Κρήτη και τον μινωικό πολιτισμό.

Στη στήλη «Ελλάδα εκτός Ελλάδος», η Rebecca Miller Ammerman και η Στέλλα Κατσαρού γράφουν για τα «Ιερά σπήλαια στη Μεγάλη Ελλάδα». Στο άρθρο τους εξετάζουν «ενδεικτικές περιπτώσεις ιερών που ιδρύθηκαν σε σπήλαια από ελληνικές αποικιακές κοινότητες της νότιας Ιταλίας, με έμφαση στα παράκτια σπήλαια της Αδριατικής στις χερσονήσους του Γκάργκανο και του Σαλέντο και σε σπήλαια της ενδοχώρας στην αρχαία Απουλία και τη Λουκανία. Παρουσιάζονται επίσης σημαντικά ιερά σε σπήλαια στενά συνδεδεμένα με πόλεις, όπως το Σατύριον, οι Επιζεφύριοι Λοκροί, το Μεταπόντιον».

Το αφιέρωμα ξεκινά με το άρθρο «Γιάννης Τζεδάκις. Ο οραματιστής αρχαιολόγος. Η φωνή του μέσα από μνήμες, έργα και μαρτυρίες» που επιμελήθηκε η Ιωάννα Ευσταθίου.

Ο Γιάννης Τζεδάκις υπήρξε μία από τις πιο εμβληματικές μορφές της ελληνικής αρχαιολογίας. Οραματιστής, σκαπανέας, αλλά και βαθιά ανθρώπινος, συνέδεσε το όνομά του με την ανάδειξη της Δυτικής Κρήτης και με κορυφαίες στιγμές της πολιτιστικής πολιτικής της χώρας. Το περιοδικό επρόκειτο να φιλοξενήσει συνέντευξή του, ωστόσο δεν προλάβαμε. Γι’ αυτό αποφασίσαμε, αντί για τη συνέντευξη που δεν πραγματοποιήθηκε, να αφήσουμε να ακουστεί η φωνή του μέσα από παλαιότερες συνεντεύξεις του, αλλά και μέσα από τις μνήμες και τις αφηγήσεις των συνεργατών του.

«Ιερές παράκτιες σπηλιές» είναι ο τίτλος του άρθρου που υπογράφουν η Ιωάννα Ευσταθίου και η Στέλλα Κατσαρού. Σε αυτό αναφέρονται σε σπήλαια που βρίσκονται κοντά στη θάλασσα, σε γκρεμούς, θαλάσσιες διόδους, ακρωτήρια και λιμάνια, και τα οποία για τους ανθρώπους της αρχαιότητας δεν ήταν απλώς φυσικά καταφύγια, αλλά τόποι ιεροί. «Υπήρξαν τόποι προσευχής και ικεσίας για ναυτικούς, εμπόρους και ταξιδιώτες που ζητούσαν από τις θεότητες ασφαλή πλεύση και ευνοϊκές συναλλαγές» γράφουν χαρακτηριστικά.

Ο Βαγγέλης Τουρλούκης στο άρθρο του «Τα σπήλαια της θέσης Απήδημα» εξετάζει τα νέα στοιχεία από την έρευνα σε αυτά και επισημαίνει: «Είναι πλέον αδιαμφισβήτητο ότι η επιστημονική συμβολή των ευρημάτων από τα σπήλαια του Απηδήματος ξεπερνά τα γεωγραφικά όρια του ελλαδικού χώρου: πρόκειται για κατάλοιπα εξέχουσας σημασίας για την εν γένει κατανόηση της ανθρώπινης εξέλιξης, τη μελέτη των πρώιμων μετακινήσεων του Homo sapiens και τις πρώτες “εξόδους από την Αφρική”, καθώς και τη συνύπαρξη των πρώτων αποίκων του είδους μας με πληθυσμούς Νεάντερταλ».

«Τα σπήλαια της δυτικής Κρήτης» είναι ο τίτλος άρθρου της Ειρήνης Γαβριλάκη. «Η έρευνα των σπηλαίων αυτών, από τις πρώτες αναφορές περιηγητών του 15ου αιώνα έως τις σύγχρονες αρχαιολογικές ανασκαφές και σπηλαιολογικές έρευνες, μας προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία να ανασυνθέσουμε την ιστορία όχι μόνο της Κρήτης αλλά και της ίδιας της ανθρώπινης παρουσίας στον χώρο του Αιγαίου. Η δυτική Κρήτη, ως ένα πεδίο έρευνας με πλούσια και συχνά αναξιοποίητα τεκμήρια, αλλά και με αναπάντητα ακόμη ερωτήματα προσφέρει νέες δυνατότητες σύνθεσης γύρω από τον ρόλο των σπηλαίων στην ιστορία και τον πολιτισμό του νησιού» γράφει χαρακτηριστικά.

Ακολουθούν άλλα δύο άρθρα της Ειρήνης Γαβριλάκη, τα «Γεροντόσπηλιος Μελιδονίου: τόπος κατοίκησης, διαχρονικό ιερό, σημείο αναφοράς» και «Σπήλαιο Γερανίου. Μια ανασκαφή του Γιάννη Τζεδάκι στο τέλος της δεκαετίας του 1960».

Στο πρώτο παρουσιάζει το σπήλαιο του Μελιδονίου, ένα από τα σημαντικότερα σπήλαια της Κρήτης, με συνεχή ανθρώπινη παρουσία από την Τελική Νεολιθική περίοδο έως και τους ιστορικούς χρόνους. Όπως επισημαίνει: «Από καταφύγιο και χώρος περιστασιακής κατοίκησης μετατράπηκε σε ιερό λατρευτικό τόπο, ενώ στους νεότερους αιώνες συνδέθηκε με μία από τις δραματικότερες σελίδες της Κρητικής Ιστορίας».

Στο δεύτερο άρθρο αναφέρεται στο σπήλαιο Γερανίου, το οποίο αποκαλύφθηκε τυχαία το 1969, στη διάρκεια έργων για την Εθνική Οδό, και στο οποίο έγινε σωστική ανασκαφή υπό την εποπτεία του Γιάννη Τζεδάκι.

Στη συνέχεια, η Ελένη Στραβοπόδη και η Χρυσάνθη Κονταξή παρουσιάζουν τις εργασίες που έγιναν για την «Ανάδειξη του Σπηλαίου Γερανίου», το οποίο προβλέπεται να ανοίξει για το κοινό το καλοκαίρι του 2026.

«Σπήλαιο Πρίνου Λατζιμά: ένα καταφύγιο της Εποχής του Χαλκού» είναι ο τίτλος του άρθρου που υπογράφουν η Ιωάννα Ευσταθίου και η Ειρήνη Γαβριλάκη. Το συγκεκριμένο σπήλαιο «ήρθε στο φως το φθινόπωρο του 1984, ύστερα από υπόδειξη του Χρήστου Κρεβατσούλη και του Ηρακλή Παπαδομανωλάκη στον φιλόλογο Χρήστο Μακρή, ο οποίος εκτελούσε χρέη επιμελητή αρχαιοτήτων στο Ρέθυμνο» γράφουν. «Το σπήλαιο φαίνεται πως χρησιμοποιήθηκε ως καταφύγιο, δεδομένης της χρονολόγησης της κεραμικής και της δύσκολα προσβάσιμης θέσης του» προσθέτουν.

Το αφιέρωμα ολοκληρώνεται με το άρθρο της Έλλης Καρκαζή, του Αθανάσιου Αθανασίου και του Ανδρέα Ντάρλα «Το ψηφιακό μουσείο του Σπηλαίου Πετραλώνων». Το Σπήλαιο Πετραλώνων είναι ένα από τα σημαντικότερα σπήλαια της χώρας και το δεύτερο σε επισκεψιμότητα μνημείο της Βόρειας Ελλάδας. «Το ψηφιακό μουσείο έχει σχεδιαστεί ως μια αυτόνομη ψηφιακή πλατφόρμα, με στόχο όχι να υποκαταστήσει τη φυσική επίσκεψη, αλλά να τη συμπληρώσει και να την ενισχύσει. Τα δύο μουσεία, φυσικό και ψηφιακό, συνεργάζονται αρμονικά, προσφέροντας στον επισκέπτη μια ολοκληρωμένη εμπειρία» αναφέρουν οι συγγραφείς.

Το τεύχος ολοκληρώνεται με έναν περιηγητικό οδηγό για το Σπήλαιο Κάψια, τον οποίο υπογράφει η Σουζάνε Μεταξά. Το σπήλαιο βρίσκεται 14 χλμ. βόρεια της Τρίπολης και 3 χλμ. δυτικά του αρχαιολογικού χώρου της Μαντίνειας. Τα μέχρι σήμερα ευρήματα στοιχειοθετούν την ανθρώπινη δραστηριότητα στο σπήλαιο σε τρεις περιόδους: τη Νεολιθική, την Αρχαϊκή-Κλασική και την Πρωτοβυζαντινή.