Ο επισκέπτης εισέρχεται στο σπήλαιο από θύρα στο δυτικό άκρο της μεγάλης αψιδωτής εισόδου του. Στο σημείο αυτό ενημερωτική πινακίδα παρέχει στον επισκέπτη γενικές πληροφορίες για την ανασκαφή του σπηλαίου και τα αποτελέσματά της. Στην ίδια περιοχή, στη δυτική πλευρά του διαδρόμου, οι επισκέπτες μπορούν να δουν την απεικόνιση σε πινακίδα μιας πρωτογενούς ανθρώπινης ταφής, εν μέρει διαταραγμένης, που βρέθηκε κοντά στην είσοδο και χρονολογήθηκε στη Μεσολιθική περίοδο (7586–7384 π.Χ.).
Σπήλαιο Θεόπετρας
ΘεσσαλίαΜιχάλης Κοντός, Γιάννης Κομίτσας, Γιάννης Γιαννακάκης, Βιβή Μπατσούκα
Στη δυτική πλευρά του σπηλαίου έχουν διατηρηθεί στη θέση τους εστίες φωτιάς που έχουν χρονολογηθεί στα 60.000 χρόνια πριν από σήμερα (Μέση Παλαιολιθική περίοδος). Μεγάλος αριθμός ανάλογων εστιών (τουλάχιστον 23) έχει έρθει στο φως σε όλη την έκταση του σπηλαίου. Πρόκειται για ένα εκτεταμένο επεισόδιο καύσεων που φαίνεται ότι σχετίζεται με ένα μεσοδιάστημα ηπιότερου κλίματος κατά τη διάρκεια της Τελευταίας Παγετωνικής περιόδου. Αυτό το θερμότερο στάδιο διήρκεσε από τα 75.000 έως τα 60.000 χρόνια πριν από σήμερα. Έχει διαπιστωθεί ότι στις περιόδους βελτίωσης των κλιματολογικών συνθηκών αυξάνεται ο πληθυσμός του σπηλαίου και κατ’ επέκταση ο αριθμός των εστιών.
Στο τέλος της δυτικής πλευράς του διαδρόμου είναι ορατά κατάλοιπα πυρών του τέλους της Ανώτερης Παλαιολιθικής (13226–12751 π.Χ.), ενώ στην ίδια περιοχή έχει διατηρηθεί νεότερο δάπεδο που διαμορφώθηκε κατά πάσα πιθανότητα από τους βοσκούς που χρησιμοποιούσαν το σπήλαιο για τον σταβλισμό των ζώων τους. Ακολουθεί μικρό πλάτωμα στάσης των επισκεπτών, όπου ενημερωτική πινακίδα δίνει πληροφορίες για τον σχηματισμό του σπηλαίου και τα γεωλογικά χαρακτηριστικά του. Στο σημείο αυτό, κάτω από γυάλινο τμήμα του διαδρόμου, είναι ορατές εστίες της Μεσολιθικής περιόδου και μάζες άψητου πηλού, κυλινδρικού σχήματος. Πρόκειται για ορισμένες μόνο από τις δεκάδες μάζες άψητου πηλού που βρέθηκαν σε στρώματα της μεταπαγετώδους Ανώτερης Παλαιολιθικής και στις μεσολιθικές επιχώσεις, και αντιπροσωπεύουν, κατά την ανασκαφέα, πρώιμες προσπάθειες σχηματοποίησης αυτού του υλικού, τις ιδιότητες του οποίου φαίνεται να γνώριζαν ήδη οι ένοικοι του σπηλαίου εκείνης της περιόδου. Κατά την ίδια, αυτές οι προσπάθειες υποδεικνύουν μία γηγενή εξελικτική διαδικασία πολλών χιλιετιών, η οποία οδήγησε στην κατάκτηση της κεραμικής τεχνολογίας που καθόρισε, μαζί με την καλλιέργεια, τη λεγόμενη «Νεολιθική Επανάσταση».
Πριν από τη στροφή προς την ανατολική πλευρά του διαδρόμου είναι ορατή κάτω από γυάλινο δάπεδο μία εστία Μεσολιθικής περιόδου, καλυμμένη με κάρβουνα και μικρές πέτρες, που εντοπίστηκε κατά τα έργα θεμελίωσης του διαδρόμου και μεταφέρθηκε σε ανώτερο επίπεδο, ενώ, στη συνέχεια, οι επισκέπτες μπορούν να δουν εστίες που έχουν χρονολογηθεί με τη μέθοδο της θερμοφωταύγειας στα 60.000 χρόνια πριν από σήμερα (Μέση Παλαιολιθική περίοδος).
Στην ανατολική πλευρά, γυάλινο τμήμα του διαδρόμου επιτρέπει τη θέαση του σημαντικού ορίζοντα της Μέσης Παλαιολιθικής περιόδου (110.000-135.000 χρόνια πριν από σήμερα), όπου πάνω σε καμένη επιφάνεια διατηρήθηκαν τα σημαντικότερα, ίσως, ευρήματα του σπηλαίου, τα μοναδικά στον ελλαδικό χώρο –και εξαιρετικά σπάνια διεθνώς– αποτυπώματα ανθρώπινων πελμάτων. Τα αποτυπώματα εντοπίστηκαν κατά την ανασκαφική περίοδο του 1996 σε αδιατάρακτες αποθέσεις των ανασκαφικών τομών Θ10–Ι10. Χρονολογούνται στη Μέση Παλαιολιθική περίοδο και συγκαταλέγονται στα αρχαιότερα αποτυπώματα ποδιών στην Ευρώπη. Πρόκειται για τέσσερα αποτυπώματα (δύο πλήρη και δύο αποσπασματικά σωζόμενα), όλα αριστερών ποδιών, που ανήκουν σε παιδιά ηλικίας 2–4 ετών. Δύο από τα αποτυπώματα προέρχονται από πέλματα που κατά πάσα πιθανότητα ήταν καλυμμένα, ενώ ένα από γυμνό πόδι. Βάσει των τεχνοτυπολογικών χαρακτηριστικών των λίθινων εργαλείων στα στρώματα όπου εντοπίστηκαν, αποδίδονται γενικά σε προγενέστερο ανθρώπινο τύπο (Homo Sapiens neanderthalensis), χωρίς, όμως, να μπορεί να αποκλειστεί εντελώς η πιθανότητα να ανήκουν σε Ανατομικά Σύγχρονους Ανθρώπους, κάτι που ασφαλώς θα έχει ξεχωριστή σημασία για την έρευνα της παρουσίας του Σύγχρονου Ανθρώπου στον ελλαδικό και τον ευρωπαϊκό χώρο ευρύτερα.
Στην ανασκαφή της Θεόπετρας έχουν βρεθεί ως τώρα πέντε πρωτογενείς ανθρώπινες ταφές, δύο της Ανώτερης Παλαιολιθικής και τρεις της Μεσολιθικής περιόδου.
Από τις ταφές της Ανώτερης Παλαιολιθικής, ο ένας σκελετός έχει χρονολογηθεί περίπου στο 14990–14060 π.Χ., ενώ ο καλύτερα διατηρημένος από τους μεσολιθικούς σκελετούς έχει χρονολογηθεί στα 7280–6830 π.Χ. Ανήκε σε γυναίκα ύψους περίπου 1,60 μ. και ηλικίας 16–18 ετών. Η νεκρή ήταν τοποθετημένη σε ρηχό όρυγμα με το κεφάλι να κοιτάζει μπροστά και το σώμα σε συνεσταλμένη στάση στραμμένο δεξιά, προς την είσοδο του σπηλαίου. Τέχνεργα από πυριτόλιθο που βρέθηκαν δίπλα στα γόνατά της, δίπλα στο στήθος και γύρω από τον σκελετό της δεν είναι βέβαιο αν είχαν σκόπιμα τοποθετηθεί εκεί ή αποτελούν τυχαία ευρήματα.
Η καλή κατάσταση διατήρησης του κρανίου και η μελέτη του από ειδικούς επιστήμονες επέτρεψε την ανάπλαση της κεφαλής της νεκρής, η οποία έλαβε τη συμβατική ονομασία «Αυγή».
Μία ακόμη ταφή της Μεσολιθικής περιόδου σε συνεσταλμένη στάση, από την οποία έλειπε το κρανίο, έχει διατηρηθεί εγκιβωτισμένη σε προστατευτικό διάφανο πλαίσιο πριν από την τελευταία στροφή του διαδρόμου.
Στο τελευταίο, βόρειο τμήμα του διαδρόμου οι επισκέπτες μπορούν να ενημερωθούν από πινακίδα για τη στρωματογραφία της ανασκαφής και να δουν μία συσσώρευση λίθων που αποκαλύφθηκε κατά μήκος του στομίου του σπηλαίου, η οποία κατά την ανασκαφέα αποτελούσε ένα τεχνητό «φράγμα», μία προσπάθεια, δηλαδή, των προϊστορικών κατοίκων του χώρου να περιορίσουν το ευρύ άνοιγμα του σπηλαίου για την καλύτερη προστασία τους από τις κλιματικές συνθήκες και τα άγρια ζώα που μπορεί να αναζητούσαν καταφύγιο στο εσωτερικό του. Ο λιθοσωρός χρονολογήθηκε με τη μέθοδο της οπτικής φωταύγειας στα 24.100–22.500 χρόνια πριν από σήμερα, δηλαδή σε εποχή μεγάλης παγετωνικής έξαρσης, γνωστής ως Τελευταίο Παγετωνικό Μέγιστο (Last Glacial Maximum), γεγονός που ασφαλώς ενισχύει την παραπάνω υπόθεση.
Εξωτερικά του σπηλαίου, οι επισκέπτες μπορούν να απολαύσουν την άπλετη θέα προς τη θεσσαλική πεδιάδα, τα Μετέωρα και τον Κόζιακα, ενώ πινακίδα παρέχει μία «αποκατάσταση» του φυσικού τοπίου, όπως θα το αντίκριζαν οι παλαιολιθικοί κάτοικοι του χώρου, πριν από τις σύγχρονες ανθρωπογενείς παρεμβάσεις.
Το σπήλαιο της Θεόπετρας βρίσκεται στη βορειοδυτική Θεσσαλία, 5,5 περίπου χλμ. νοτιοανατολικά της Καλαμπάκας και των Μετεώρων, σε υψόμετρο 280 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας και 100 μ. από την πεδιάδα. Διανοίγεται στη βορειοδυτική πλευρά ενός χαρακτηριστικού ασβεστολιθικού εξάρματος, το οποίο δεσπόζει στη γύρω περιοχή. Στον βράχο αυτό οφείλει την ονομασία του και το ομώνυμο χωριό στους πρόποδές του. Σε μικρή απόσταση διέρχεται ο ποταμός Ληθαίος, παραπόταμος του Πηνειού, που διασχίζει την πόλη των Τρικάλων.
Το σπήλαιο διαθέτει ευρεία αψιδωτή είσοδο, διαστάσεων 17×3 μ., η οποία προσφέρει αναπεπταμένη θέα προς τη θεσσαλική πεδιάδα, τους βράχους των Μετεώρων και τον ορεινό όγκο του Κόζιακα, ενώ επιτρέπει και τον άπλετο φυσικό φωτισμό του εσωτερικού του. Ο μοναδικός θάλαμος του σπηλαίου έχει σχήμα περίπου τετράπλευρο με μικρές κόγχες (καρστικούς αγωγούς) περιμετρικά και καταλαμβάνει συνολική έκταση περίπου 500 τ.μ. Στο εσωτερικό του δεν παρατηρείται λιθωματικός διάκοσμος. Η οροφή του σπηλαίου βρίσκεται ψηλότερα στο κέντρο (περ. 5 μ.) και χαμηλότερα στην περιφέρεια, ενώ, εάν αφαιρεθούν οι σημαντικού πάχους ανθρωπογενείς επιχώσεις, γίνεται εμφανές ότι αρχικά το εσωτερικό του διέθετε διπλάσιο ύψος από το σημερινό.
Ιστορικό της αρχαιολογικής έρευνας
Η θέση της Θεόπετρας και οι σημαντικές δυνατότητες που παρουσίαζε για την προϊστοριολογική έρευνα του θεσσαλικού χώρου είχαν επισημανθεί στην αρχαιολογική βιβλιογραφία ήδη κατά τη δεκαετία του 1970, από τον τότε Έφορο Θεσσαλίας Δημήτρη Θεοχάρη. Η συστηματική ανασκαφική διερεύνηση του σπηλαίου ξεκίνησε το 1987 από την αρχαιολόγο και μετέπειτα διευθύντρια της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας–Σπηλαιολογίας Νίνα Κυπαρίσση–Αποστολίκα και αποτέλεσε ένα εκτεταμένο και πλήρες διεπιστημονικό ερευνητικό πρόγραμμα που διήρκεσε περίπου 20 χρόνια, έως το 2007, επιτρέποντας τη συνολική διερεύνηση της χρήσης του. Συνολικά ερευνήθηκαν 66 ανασκαφικές τομές και τρεις κόγχες στη νότια πλευρά του σπηλαίου (κόγχες α, β, γ), φέρνοντας στο φως επάλληλα στρώματα και σημαντικά ευρήματα που καταδεικνύουν τη συστηματική κατά περιόδους χρήση του χώρου από τον άνθρωπο από τη Μέση Παλαιολιθική έως και τη Νεολιθική περίοδο και σποραδικά σε μεταγενέστερες εποχές έως και τους νεότερους χρόνους. Ένα ευρύ σύνολο ραδιοχρονολογήσεων, τεφροχρονολογήσεων και χρονολογήσεων με τη μέθοδο της θερμοφωταύγειας έχουν επιβεβαιώσει την ανθρώπινη παρουσία στο σπήλαιο από τα 110.000–135.000 χρόνια πριν από σήμερα έως περίπου το 4000 π.Χ., καθιστώντας έτσι το σπήλαιο της Θεόπετρας τη μόνη προϊστορική θέση του ελλαδικού χώρου με τόσο μεγάλη διάρκεια κατοίκησης.
Η ανασκαφική έρευνα του σπηλαίου απέδωσε πληθώρα ευρημάτων που αντανακλούν την εντατικότητα και το χρονικό εύρος της ανθρωπογενούς δραστηριότητας στη συγκεκριμένη θέση. Η πυκνότητά τους σχετίζεται κατά βάση με τις κλιματολογικές συνθήκες κάθε περιόδου και κατ’ επέκταση με τον μόνιμο ή περιοδικό χαρακτήρα της εγκατάστασης στο εσωτερικό του. Έτσι, η συχνότητα των ευρημάτων της Μέσης και Ανώτερης Παλαιολιθικής αυξομειώνεται ακολουθώντας τις εναλλαγές ψυχρών και θερμών επεισοδίων, κατά τα οποία ο πληθυσμός του σπηλαίου αναλόγως αυξανόταν και μειωνόταν. Τα αρχαιολογικά κατάλοιπα φαίνεται να πυκνώνουν κατά τη Μεσολιθική και Νεολιθική περίοδο, με εξαίρεση την τελική φάση της τελευταίας, όταν κατά την ανασκαφέα η χρήση του σπηλαίου αποκτά περισσότερο συμβολικό χαρακτήρα. Μεταξύ των ευρημάτων συγκαταλέγονται ανθρώπινες ταφές της Παλαιολιθικής και της Μεσολιθικής περιόδου, λίθινα και οστέινα εργαλεία ποικίλων τύπων, νεολιθικά αγγεία, πήλινα και λίθινα ειδώλια και διάφορα κοσμήματα από οστό, όστρεο, πέτρα και χρυσό.
Τα αποτελέσματα των ανασκαφών στο σπήλαιο της Θεόπετρας υπήρξαν καθοριστικά για την καλύτερη κατανόηση των πρώιμων περιόδων της θεσσαλικής και ευρύτερα της ελληνικής προϊστορίας. Τα ευρήματα αποδεικνύουν τη συνεχή ανθρώπινη παρουσία στην περιοχή για 130.000 περίπου χρόνια κυρίως, μέσω της τεκμηριωμένης ανασκαφικά παρουσίας της Μεσολιθικής για πρώτη φορά σε προϊστορική θέση της Θεσσαλίας, και τη χωρίς κενά σύνδεση της Παλαιολιθικής με τη Νεολιθική περίοδο, η οποία μέχρι τότε γενικά αμφισβητούνταν.
Περιήγηση στο σπήλαιο
Η ανάδειξη του σπηλαίου Θεόπετρας και η απόδοσή του ως επισκέψιμου αρχαιολογικού χώρου στο κοινό υπήρξε απόλυτη προτεραιότητα για την ανασκαφέα και την Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας–Σπηλαιολογίας. Με στόχο την παρουσίαση στο ευρύ κοινό των πλούσιων αρχαιολογικών στοιχείων σχετικά με την ελληνική προϊστορία (Παλαιολιθική, Μεσολιθική, Νεολιθική εποχή) που αναδείχθηκαν μέσα από τη μακρόχρονη έρευνα στο σπήλαιο, υλοποιήθηκαν οι παρακάτω επεμβάσεις: Κατασκευάστηκε σύστημα κλιμάκων και διαδρόμων πρόσβασης στο σπήλαιο από τον χώρο στάθμευσης αυτοκινήτων, καθώς και διάδρομος περιήγησης εντός του σπηλαίου, λίγο ψηλότερα από το αρχικό επίπεδο των επιχώσεων. Η πρόσβαση στο σπήλαιο και η περιήγηση στο εσωτερικό του κατέστη δυνατή και για άτομα με μειωμένη κινητικότητα, μέσω εγκατεστημένων αναβατορίων τύπου πλατφόρμας για αναπηρικά αμαξίδια, αναδεικνύοντας έτσι το σπήλαιο της Θεόπετρας ως ένα από τα ελάχιστα πλήρως προσβάσιμα σε ΑμΕΑ σπήλαια διεθνώς. Στο επίπεδο του χώρου στάθμευσης κατασκευάστηκαν εγκαταστάσεις εξυπηρέτησης κοινού, όπως εκδοτήριο εισιτηρίων και τουαλέτες προσβάσιμες και σε ΑμΕΑ. Το 2012 το σπήλαιο Θεόπετρας χαρακτηρίστηκε ως οργανωμένος αρχαιολογικός χώρος με εισιτήριο εισόδου. Ήδη από τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του, το σπήλαιο εξελίχθηκε σε σημαντικό αξιοθέατο της ευρύτερης περιοχής, φθάνοντας περίπου τους 10.000 επισκέπτες το 2015, μεταξύ των οποίων πολλοί μαθητές από σχολικές μονάδες όλης της Περιφερειακής Ενότητας Τρικάλων.
Στο εσωτερικό του σπηλαίου, ο επισκέπτης, κινούμενος σε κυκλική πορεία πάνω στον εναέριο διάδρομο, μπορεί να δει τα σκάμματα της ανασκαφής και διάφορα ευρήματα συντηρημένα στη θέση όπου βρέθηκαν. Ο διακριτικός φωτισμός διατηρεί την υποβλητική ατμόσφαιρα του σπηλαίου, ενώ αναλυτικές πληροφοριακές πινακίδες σε επιλεγμένα σημεία του διαδρόμου ενημερώνουν το κοινό για τα αρχαιολογικά ευρήματα, αλλά και για την ερμηνεία τους.
Κέντρο Τεκμηρίωσης και Εκπαίδευσης Σπηλαίου Θεόπετρας
Μετά την ολοκλήρωση του έργου ανάδειξης του σπηλαίου Θεόπετρας που έδινε στους επισκέπτες του τη δυνατότητα να γνωρίσουν το φυσικό περιβάλλον, τις δομές και τη μεθοδολογία ανασκαφής μιας από τις σημαντικότερες εγκαταστάσεις της Εποχής του Λίθου στον ελλαδικό χώρο, έγινε αντιληπτή η ανάγκη παρουσίασης των ευρημάτων της ανασκαφής σε έναν εκθεσιακό χώρο κοντά στο σπήλαιο. Με πρωτοβουλία και προσωπικό μόχθο της Ν. Κυπαρίσση–Αποστολίκα και με ενέργειες της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας–Σπηλαιολογίας, η ιδέα της δημιουργίας ενός μικρού μουσείου, αφιερωμένου αποκλειστικά στα ευρήματα των ανασκαφών του σπηλαίου, έλαβε σύντομα σάρκα και οστά. Το μουσείο υπό τον τίτλο «Κέντρο Τεκμηρίωσης και Εκπαίδευσης Σπηλαίου Θεόπετρας» (ΚΤΕΣΘ) υλοποιήθηκε από την Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας–Σπηλαιολογίας στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος Θεσσαλίας–Στερεάς Ελλάδας–Ηπείρου 2007–2013 (ΕΣΠΑ 2007–2013).
Βρίσκεται στο χωριό σε μικρή απόσταση από το σπήλαιο και στεγάστηκε στην πρώην κοινοτική αποθήκη του Γεωργικού Συνεταιρισμού Θεόπετρας, την οποία παραχώρησε ο Δήμος Βασιλικής στο Υπουργείο Πολιτισμού. Πρόκειται για πετρόχτιστο κτίριο, το οποίο ήταν ήδη μερικώς ανακαινισμένο με αρχικό σκοπό τη δημιουργία λαογραφικού μουσείου. Στη βόρεια πλευρά του αρχικού κτιρίου προστέθηκε μία αίθουσα πολλαπλών χρήσεων, εξοπλισμένη με διαδραστικές οθόνες αφής και ψηφιακές εφαρμογές εκπαιδευτικού χαρακτήρα, καθώς και οπτικοακουστικό εξοπλισμό, με σκοπό τη διεξαγωγή εκπαιδευτικών προγραμμάτων, επιστημονικών συναντήσεων και άλλων εκδηλώσεων. Το ΚΤΕΣΘ είναι πλήρως προσβάσιμο σε ΑμΕΑ.
Το Κέντρο Τεκμηρίωσης και Εκπαίδευσης Σπηλαίου Θεόπετρας μεταφέρει τη φυσική εμπειρία του επισκέπτη από τον χώρο της προϊστορικής εγκατάστασης στον μουσειακό χώρο μέσα από την έκθεση κινητών ευρημάτων και την επεξεργασία της αρχαιολογικής τεκμηρίωσης με τη βοήθεια εποπτικού και ψηφιακού υλικού και ενημερωτικών κειμένων. Στο Κέντρο οι επισκέπτες έχουν τη δυνατότητα να περιηγηθούν εικονικά στους χώρους του σπηλαίου και να γνωρίσουν από κοντά με διαδραστικό τρόπο τον χαρακτήρα και τη φύση των προϊστορικών κοινωνιών. Η αρχαιολογική συλλογή περιλαμβάνει αντικείμενα από τις διάφορες προϊστορικές περιόδους που ανασκάφηκαν στο σπήλαιο της Θεόπετρας (Μέση και Ανώτερη Παλαιολιθική, Μεσολιθική και Νεολιθική), αλλά και τμήμα της στρωματογραφίας των επιχώσεων, δύο ταφές της Ανώτερης Παλαιολιθικής και της Μεσολιθικής περιόδου, αντίγραφα των αποτυπωμάτων ανθρώπινων πελμάτων, σχέδια αναπαραστάσεων οικόσιτων ζώων και θηραμάτων, ευρήματα προϊστορικών καρπών που διασώθηκαν στα προϊστορικά στρώματα, κεραμικά σκεύη, καθώς και εργαλεία και κοσμήματα. Τέλος, προσφέρεται μια αναπαράσταση πιθανής εικόνας που παρουσίαζαν τμήματα του σπηλαίου κατά τη Νεολιθική περίοδο. Η έκθεση πλαισιώνεται από πλούσιο εποπτικό, εκπαιδευτικό και ενημερωτικό υλικό, που στοχεύει στη διαμόρφωση της πληρέστερης δυνατής εικόνας για τους τρόπους διαβίωσης των ανθρώπων και των κοινωνιών τους στις εκάστοτε προϊστορικές περιόδους.
Τα εγκαίνια του Κέντρου Τεκμηρίωσης και Εκπαίδευσης Σπηλαίου Θεόπετρας πραγματοποιήθηκαν τον Οκτώβριο του 2016. Παρά τα λειτουργικά προβλήματα, κυρίως λόγω της έλλειψης μόνιμου φυλακτικού προσωπικού, το ΚΤΕΣΘ υποδέχεται κάθε χρόνο σημαντικό αριθμό επισκεπτών. Παράλληλα, η Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας–Σπηλαιολογίας διοργανώνει σε τακτά διαστήματα εκπαιδευτικά προγράμματα για σχολικές μονάδες των Τρικάλων, αλλά και της ευρύτερης περιοχής. Πραγματοποιούνται, επίσης, εκδηλώσεις στο πλαίσιο των πάγιων δράσεων του Υπουργείου Πολιτισμού (Διεθνής Ημέρα Μουσείων, Περιβάλλον και Πολιτισμός, Ευρωπαϊκές Ημέρες Πολιτιστικής Κληρονομιάς, Πράσινες Πολιτιστικές Διαδρομές, Αυγουστιάτικη Πανσέληνος).
Έργα αποκατάστασης
Την Κυριακή 26 Ιουνίου 2016 σημειώθηκαν εκτεταμένες καταπτώσεις βραχοτεμαχίων μπροστά από την είσοδο του σπηλαίου Θεόπετρας. Η Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας–Σπηλαιολογίας αξιολόγησε το επεισόδιο ως ιδιαιτέρως σοβαρό, λόγω του αριθμού και του μεγέθους των βραχοτεμαχίων, της έκτασης της διασποράς τους και των ιχνών της σφοδρής πρόσκρουσής τους στον περιβάλλοντα χώρο του σπηλαίου και για τον λόγο αυτό ανέστειλε προσωρινά τη λειτουργία του. Μετά τη διενέργεια αυτοψίας κλιμακίου ειδικών επιστημόνων κρίθηκε απαραίτητη η εκπόνηση γεωτεχνικής–βραχομηχανικής μελέτης για την εκτίμηση της κατάστασης. Η σχετική μελέτη εκπονήθηκε στα τέλη του 2018, εγκρίθηκε τον Σεπτέμβριο του 2019 και προσδιόρισε τα απαραίτητα μέτρα για τη στερέωση των πρανών πάνω από την είσοδο του σπηλαίου, καθώς και πάνω από τον διάδρομο πρόσβασης, προκειμένου να διασφαλιστεί η ακεραιότητα του μνημείου και η ασφάλεια των επισκεπτών του.
Η Πράξη με τίτλο «Βελτίωση επισκεψιμότητας Σπηλαίου Θεόπετρας» εντάχθηκε στο Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Θεσσαλίας 2014–2020 (ΕΣΠΑ 2014–2020) τον Απρίλιο του 2020. Το έργο είχε ως στόχο την αποκατάσταση της λειτουργίας του σπηλαίου και την εκ νέου απόδοσή του στο κοινό με όρους απόλυτης ασφάλειας τόσο για το ίδιο το μνημείο, όσο και για τους επισκέπτες του. Η Πράξη είχε έναρξη τις 22.5.2020 και λήξη τις 30.12.2024 και περιελάμβανε δύο υποέργα:
Το Υποέργο 1 («Εργασίες προστασίας και ανάδειξης του σπηλαίου Θεόπετρας») υλοποιήθηκε από την Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας–Σπηλαιολογίας με τη μέθοδο της αυτεπιστασίας και είχε ως στόχο την προστασία των αρχαιολογικών επιχώσεων και την αναβάθμιση των υποδομών ανάδειξης στο εσωτερικό του σπηλαίου, οι οποίες λόγω της παρόδου του χρόνου και των ιδιαίτερων συνθηκών του σπηλαιοπεριβάλλοντος (υγρασία, σταγονορροή κ.λπ.) είχαν υποστεί εκτεταμένες φθορές. Στο πλαίσιο αυτό, στεγανοποιήθηκε ο διάδρομος κίνησης των επισκεπτών και κατασκευάστηκαν σύνθετες διατάξεις συλλογής της σταγονορροής που προκαλούσε διάβρωση και καταπτώσεις των μαρτύρων και των παρειών των ανασκαφικών τομών, με όσο το δυνατόν μικρότερη αισθητική επιβάρυνση του μνημείου. Η απορροή των υδάτων που συλλέγονται από τον διάδρομο και τις ανασκαφικές τομές γίνεται με σωληνίσκους αναρρόφησης, οι οποίοι καταλήγουν εκτός του σπηλαίου σε μία συσκευή αυτόματης εκκίνησης σιφωνισμού. Το σύστημα είναι πολύ απλό στη λειτουργία του, αθόρυβο και απόλυτα φιλικό προς το περιβάλλον, καθώς δεν απαιτεί ηλεκτρισμό. Επιπρόσθετα, στα πλέον προβληματικά σημεία των παρειών των τομών τοποθετήθηκαν δίχτυα συγκράτησης των επιχώσεων σε κατάλληλο χρωματισμό για τη μείωση της οπτικής όχλησης.
Ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίστηκαν στο πλαίσιο του έργου ήταν το φαινόμενο ανάπτυξης μικροχλωρίδας στο εσωτερικό του σπηλαίου, τόσο επί του μητρικού βράχου, όσο και στις παρειές και τον πυθμένα των ανασκαφικών τομών, το οποίο οφείλεται πρωτίστως στη μορφολογία του σπηλαίου και ειδικά στο ευρύ στόμιό του που επιτρέπει τον άπλετο φυσικό φωτισμό του εσωτερικού του και δευτερευόντως στη διατάραξη του μικροκλίματός του λόγω της χρήσης συμβατικού φωτισμού πυρακτώσεως. Το θέμα καταρχήν μελετήθηκε διεξοδικά, εν συνεχεία πραγματοποιήθηκε ο καθαρισμός των τοιχωμάτων του σπηλαίου με επιπάσεις και ήπιους ψεκασμούς μίγματος αιθέριων ελαίων απολύτως φιλικού προς το περιβάλλον και χωρίς καμία οικοτοξικότητα και στο τέλος ακολούθησε η διαδικασία απόσμησης του σπηλαίου. Επίσης, εγκαταστάθηκε νέο σύστημα ηλεκτροφωτισμού με προβολείς LED για τη μείωση των θερμικών εκπομπών και της ακτινοβολίας UV που αποτελούν τους κύριους παράγοντες ανάπτυξης επιλιθικής χλωρίδας. Ο νέος φωτισμός ανάδειξης επιτυγχάνει οπτική εργονομία, μείωση της συνολικής ενεργειακής κατανάλωσης του χώρου και περιορισμό του ενεργειακού αποτυπώματος του μνημείου, διασφαλίζοντας παράλληλα επαρκή ορατότητα και οπτική άνεση κατά την περιήγηση των επισκεπτών.
Για τη λειτουργική αναβάθμιση του χώρου και την εύρυθμη διαχείριση των επισκεπτών, τοποθετήθηκε σύστημα ενδοεπικοινωνίας μεταξύ εκδοτηρίου και σπηλαίου, καθώς και σύστημα οπτικής επιτήρησης και καταγραφής στο εσωτερικό και τον περιβάλλοντα χώρο, ενώ έγινε και προμήθεια φορητής συσκευής μέτρησης των περιβαλλοντικών παραμέτρων.
Οι παραπάνω είναι οι κυριότερες παρεμβάσεις που υλοποιήθηκαν στο σπήλαιο της Θεόπετρας. Εκτός από αυτές, πραγματοποιήθηκε πλήθος άλλων εργασιών, όπως αντικατάσταση της θύρας εισόδου στο σπήλαιο, συντήρηση και αναβάθμιση του συνόλου των σιδηροκατασκευών (φορέας διαδρόμου, κιγκλιδώματα κ.λπ.) στο εσωτερικό και τον περιβάλλοντα χώρο του μνημείου, προμήθειες υλικών, καθώς και αντικατάσταση των ενημερωτικών πινακίδων και παραγωγή έντυπου φυλλαδίου. Στο σπήλαιο τοποθετήθηκαν πινακίδες με γραφή Braille για τους επισκέπτες με προβλήματα όρασης, στους οποίους θα παρέχονται και ανάλογα φυλλάδια, ενώ επισκευάστηκαν και τέθηκαν εκ νέου σε λειτουργία τα αναβατόρια στην κλίμακα πρόσβασης προς το σπήλαιο, καθιστώντας έτσι το μνημείο απόλυτα προσβάσιμο και φιλικό για τα ΑμΕΑ.
Για την ομαλή εκτέλεση όλων των παραπάνω εργασιών απαιτήθηκε ο πολύμηνος καθαρισμός όλης της έκτασης του σπηλαίου, η απομάκρυνση με αρχαιολογικές διαδικασίες των επιχώσεων που είχαν καλύψει μεγάλες εκτάσεις των ανασκαφικών τομών, λόγω καταρρεύσεων των παρειών τους, καθώς και η εκ νέου αποκάλυψη του σημαντικού ορίζοντα της Μέσης Παλαιολιθικής περιόδου με τα αποτυπώματα ανθρώπινων πελμάτων στον άξονα 10 του ανασκαφικού καννάβου (τετράγωνα Θ10 και Ι10), ο οποίος είχε εντελώς καλυφθεί από πτώση παρακείμενου μάρτυρα. Κατά τη διαδικασία αρχαιολογικού καθαρισμού των ανασκαφικών τομών εντοπίστηκαν πολυάριθμα ευρήματα, κυρίως λίθινα και οστέινα εργαλεία και κεραμική, καθώς επίσης κοσμήματα, υφαντικά βάρη κ.ά., από όλες τις χρονικές περιόδους χρήσης του σπηλαίου (Μέση και Ανώτερη Παλαιολιθική, Μεσολιθική, Νεολιθική), τα οποία συμπληρώνουν την ήδη γνωστή και καλά τεκμηριωμένη εικόνα που έχει προκύψει από τη συστηματική ανασκαφική διερεύνηση.
Το Υποέργο 2 («Στερέωση βραχωδών πρανών στο Σπήλαιο Θεόπετρας») υλοποιείται από τη Διεύθυνση Τεχνικών Έργων της ΠΕ Τρικάλων, υπό την επίβλεψη της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας–Σπηλαιολογίας, σε εφαρμογή υπογραφείσας προγραμματικής σύμβασης μεταξύ Υπουργείου Πολιτισμού και Περιφέρειας Θεσσαλίας και έχει ως στόχο την αντιμετώπιση του κινδύνου πτώσης των βραχωδών πρανών και τη διασφάλιση των επισκεπτών εντός και εκτός του σπηλαίου. Στο πλαίσιο του έργου πραγματοποιήθηκαν εκτεταμένες αγκυρώσεις με παθητικά αγκύρια μήκους 8 μ. στο εσωτερικό του σπηλαίου, καθώς και αγκυρώσεις μεμονωμένων βραχοτεμαχίων στα εξωτερικά πρανή πρόσβασης στο σπήλαιο, ενώ με χρήση ελικοπτέρου και γερανοφόρου οχήματος εγκαταστάθηκαν από εξειδικευμένο προσωπικό (εναερίτες–αναρριχητές) ισχυροί φράχτες ανάσχεσης βραχοπτώσεων και αγκυρωμένο πλέγμα επένδυσης των βραχωδών πρανών. Με το πέρας και του Υποέργου 2 το σπήλαιο θα αποδοθεί εκ νέου στο κοινό με αναβαθμισμένες τις υποδομές του και, κυρίως, με απόλυτη ασφάλεια για τους επισκέπτες του.
Κατά την εικοσαετή ανασκαφική διερεύνηση του σπηλαίου από τη Νίνα Κυπαρίσση–Αποστολίκα και τους συνεργάτες της ήρθε στο φως ένας τεράστιος όγκος αρχαιολογικών τεκμηρίων, δεκάδες κατασκευές και διαμορφώσεις στο εσωτερικό του σπηλαίου, ανθρωπολογικά κατάλοιπα και χιλιάδες κινητά ευρήματα, τα οποία πλούτισαν τις γνώσεις μας για τις περιόδους της πρώιμης προϊστορίας του θεσσαλικού και ευρύτερα του ελληνικού χώρου. Μέσα από τις επιχώσεις της Θεόπετρας αναδύθηκε μια αναμφισβήτητη αλήθεια: Στο προστατευτικό περιβάλλον του σπηλαίου και για πολλές χιλιάδες χρόνια, ο άνθρωπος κατοίκησε, τράφηκε, αντιμετώπισε τις κλιματικές αλλαγές και τους κινδύνους του περιβάλλοντός του, πειραματίστηκε με τα υλικά και τις μεθόδους, ανέπτυξε τεχνολογία και αργότερα, ξεπερνώντας την ανάγκη για επιβίωση και τους περιορισμούς της χρηστικότητας, δημιούργησε τέχνη και κατασκεύασε αντικείμενα διακοσμητικού και συμβολικού χαρακτήρα. Η ανασκαφή του σπηλαίου, η διερεύνηση της χρήσης του και η ανάδειξή του ως σημαντικού προορισμού της ευρύτερης περιοχής υπήρξε και συνεχίζει να αποτελεί έργο ζωής για τη Νίνα Κυπαρίσση–Αποστολίκα, ενώ η προστασία αυτού του τόσο σημαντικού αρχαιολογικού χώρου και η ομαλή και απρόσκοπτη λειτουργία του αποτελεί ευθύνη και εκπεφρασμένη δέσμευση της αρμόδιας υπηρεσιακής μονάδας του Υπουργείου Πολιτισμού, της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας–Σπηλαιολογίας.













