Το λογότυπο του περιοδικού.
Αυτό που μου κάνει τη μεγαλύτερη εντύπωση στη σχέση του προϊστορικού ανθρώπου με τα σπήλαια είναι η χρήση τους για τη ζωή αλλά και για τον θάνατο, ταυτόχρονα. Οι άνθρωποι επιβίωναν, έβρισκαν καταφύγιο, έτρωγαν και, παράλληλα, κρατούσαν τους νεκρούς τους μέσα σ’ αυτά. Ενίοτε, έβρισκαν και οι ίδιοι τον θάνατο εκεί. Τα σπήλαια φύλαξαν ζωές, γενιές ανθρώπων, θησαυρούς και μυστικά. Τα φύλαξαν για να τα μάθουν οι μελλοντικές γενιές, κράτησαν προστατευμένο το αποτύπωμα τόσων ανθρώπων για τους οποίους δεν θα μάθαινε ποτέ κανείς και θα χανόταν ένα πολύτιμο κομμάτι της εξελικτικής πορείας μας.
Μέσα στα σπήλαια βρίσκουμε τόσες ζωές αποτυπωμένες στην ολότητά τους. Τόσες εικόνες, τόσες αφηγήσεις, αισθήσεις, αποκαλύψεις. Μεταφορά σε χρόνο πολύ μακρινό, αλλότριο αλλά και γνώριμο. Οι σκιές που ρίχνει το φως των λυχναριών να χορεύουν στα τοιχώματα του σπηλαίου. Ο ήχος των εργαλείων, όπως χρησιμοποιούνται σε πολύτιμες στιγμές ασφάλειας και θαλπωρής. Η μυρωδιά του καπνού απ’ τη φωτιά και το υγρό σκοτάδι, ήχοι μεγεθυμένοι, πολλαπλασιασμένοι. Η επιτέλεση των αναγκαίων στους πρώτους χώρους του σπηλαίου και στα ενδότερα τα τελετουργικά που δίνουν μια άλλη διάσταση στη ζωή. Μαγεία και μεταφυσική προστασία, σίτιση και ανάπαυλα. Το μοιράζεσθαι, η αμφίδρομη φροντίδα. Η σιγουριά που προσφέρει η συνύπαρξη, η υπενθύμιση ότι επιβιώνει κανείς όχι μόνο για τον εαυτό του, αλλά και για τους άλλους.
Ο Ανδρέας Ντάρλας στο εργαστήριο της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας–Σπηλαιολογίας, μελετώντας τα λίθινα εργαλεία από μια παλαιολιθική έρευνα.
Δεν είναι να απορεί κανείς που σε μια χώρα με τόσο εκθαμβωτικές αρχαιότητες οι πρωτόγονοι παραμελήθηκαν. Ο Ανδρέας Ντάρλας, στέλεχος της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, είναι από το 2014 Προϊστάμενος της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας–Σπηλαιολογίας του Υπουργείου Πολιτισμού. Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Paris VI στη «Γεωλογία του Τεταρτογενούς, Παλαιοανθρωπολογία, Προϊστορία», επικεντρώθηκε στη διερεύνηση της Παλαιολιθικής εποχής στην Ελλάδα. Και δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι συνέβαλε καθοριστικά στη θεμελίωση αυτoύ του ερευνητικού πεδίου στη χώρα μας.
Άποψη του Θρασυλλείου μεταξύ 1751–1753 από τους J. Stuart και N. Revett (1790, τόμ. II, κεφ. IV, πίν. Ι).
Το 1802 το ακέφαλο άγαλμα καθιστής μορφής από το χορηγικό μνημείο του Θρασύλλου στην Ακρόπολη, που ταυτίστηκε με τον θεό Διόνυσο, αποσπάστηκε για λογαριασμό του λόρδου Έλγιν και μαζί με τα υπόλοιπα γλυπτά του Ιερού Βράχου μεταφέρθηκε στην Αγγλία, όπου και εκτίθεται σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο.
Η Ευαγγελία Δεϊλάκη (δεύτερη από δεξιά) σε αυτοψία στο σπήλαιο Καμηλάρη Ηρακλείου Κρήτης.
Η Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας-Σπηλαιολογίας (ΕΠΣ) είναι υπηρεσία του Υπουργείου Πολιτισμού και συγκεκριμένα, σύμφωνα με το ισχύον οργανόγραμμα του 2018 (ΠΔ 4/2018), ανήκει στις Ειδικές Περιφερειακές Υπηρεσίες της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Aρμοδιότητά της είναι η προστασία των σπηλαίων και των παλαιοντολογικών καταλοίπων που συνδέονται με την ανθρώπινη ύπαρξη. Αντίθετα με τις υπόλοιπες εφορείες αρχαιοτήτων, που έχουν χωρική αρμοδιότητα εντός μιας περιφερειακής ενότητας, η ΕΠΣ είναι μία, με αρμοδιότητα σε όλη την επικράτεια. Η έδρα της είναι στην Αθήνα και διατηρεί γραφείο στη Θεσσαλονίκη.
Στιγμιότυπο ανασκαφής από το σπήλαιο Καλαμάκια Μάνης.
Η χερσόνησος της Μάνης συνιστά έναν από τους σημαντικότερους τόπους μαρτυριών για τον Άνθρωπο του Νεάντερταλ στην Ελλάδα και, γενικότερα, στη νοτιοανατολική Ευρώπη. Πολύχρονες προσπάθειες έχουν φέρει στο φως μεγάλο πλούτο αρχαιολογικών τεκμηρίων, απομεινάρια της δράσης αυτού του προϊστορικού Ανθρώπου σε έναν ιδιαίτερο γεωγραφικό χώρο, επεκτείνοντας την ιστορία του τόπου, αλλά και την πολιτισμική μας κληρονομιά κατά πολλές δεκάδες χιλιετίες.
Η διπλή νεολιθική ταφή στο σπήλαιο Σκοινί 3: αποκάλυψη νεκρών και του κάτω μέρους του πιθαριού. Φωτ.: Α. Ντάρλας.
Τα σπήλαια που βρίσκονται στο δυτικό παράκτιο μέτωπο της Μάνης, από τα νότια της Καρδαμύλης μέχρι το Ταίναρο, αποκαλύπτουν την εκτεταμένη παρουσία νεολιθικών πληθυσμών στη χερσόνησο. Οι πληθυσμοί αυτοί ελάχιστα γίνονται «ορατοί» από υπαίθριες θέσεις, οι οποίες είτε δεν έχουν διασωθεί λόγω διάβρωσης είτε δεν είναι γνωστές λόγω έλλειψης ενδελεχούς έρευνας. Αντίθετα, στα σπήλαια οι νεολιθικοί πληθυσμοί εμφανίζονται μαζικά, είναι διάσπαρτοι και αφήνουν άφθονα υλικά κατάλοιπα. Στις περισσότερες περιπτώσεις φαίνεται ότι οι ασχολίες τους είναι οικιακές — τουλάχιστον όσο μας επιτρέπουν να κρίνουμε τα ευρήματα από επιφανειακές ή διαβρωμένες επιχώσεις. Ωστόσο, υπάρχουν και σπήλαια με ταφική χρήση, που ερευνήθηκαν ανασκαφικά και αποκάλυψαν καλά διατηρημένα σύνολα στα οποία αποτυπώνονται έθιμα και συμβολισμοί που σχετίζονται με τη μεταθανάτια ζωή.
Μέτωπο Πετροχείλου. Στρωματογραφία Ύστερης και Τελικής Νεολιθικής.
Η μελέτη των φυτολίθων και των σφαιρουλιτών από τα ιζήματα της Αλεπότρυπας στοχεύει πρωτίστως στην αναγνώριση των ειδών των φυτών που οι Νεολιθικοί άνθρωποι έφεραν στο σπήλαιο και στον εντοπισμό της κοπριάς, προκειμένου να δώσει απαντήσεις σε ερωτήματα όπως: α) τον ρόλο των φυτών ανά χώρο και στα εκάστοτε αρχαιολογικά συμφραζόμενα και τη σύνδεσή τους με τις ανάγκες αλλά και τις πρακτικές διαβίωσης, β) τη χρήση του χώρου στις διαφορετικές αίθουσες, και γ) τη διάρκεια, την ένταση αλλά και την πιθανή εποχικότητα χρήσης του σπηλαίου.
Το εσωτερικό της Β’ Κουβελέικης.
Οι δύο Κουβελέικες σπηλιές αναπτύσσονται στις παρειές ασβεστολιθικού όγκου, στα δυτικά όρια της κοιλάδας του Ευρώτα, 5 χλμ. νοτιοδυτικά του Δημοτικού Διαμερίσματος Αλεποχωρίου, σε απόλυτο υψόμετρο 350 μ. από την επιφάνεια της θάλασσας και σε απόσταση 50 μ. μεταξύ τους. Η συστηματική ανασκαφική έρευνα στα δύο σπήλαια έφερε στο φως σημαντικά ευρήματα που πιστοποιούν την παράλληλη χρήση τους κατά τη Νεότερη και την Τελική Νεολιθική εποχή.
Άποψη του εσωτερικού του σπηλαίου με ανθρώπινα οστά κάτω από σταλαγμιτική κρούστα και αγγεία στο βάθος.
Το σπηλαιοβάραθρο της Ανδρίτσας, στο νοτιοδυτικό τμήμα του νομού Αργολίδας, έγινε γνωστό στους επιστήμονες στις αρχές του 2004. Η εξερεύνηση του άγνωστου μέχρι πρόσφατα χώρου έφερε στο φως ένα σπάνιο εύρημα πρωτοβυζαντινών χρόνων που αποτυπώνει με δραματικό τρόπο τις συνθήκες ανασφάλειας της εποχής και του ταραγμένου περάσματος από την Ύστερη Αρχαιότητα στον Πρώιμο Μεσαίωνα: Στο δάπεδο του σπηλαίου υπήρχαν διάσπαρτα ανθρώπινα σκελετικά λείψανα σε μικρές ή μεγαλύτερες ομάδες και σε άμεση συνάφεια με πλήθος αντικειμένων — ακέραια πήλινα αγγεία και λυχνάρια, μετάλλινα αντικείμενα προσωπικής και καθημερινής χρήσης και πολυάριθμα νομίσματα. Το σύνολο διατηρήθηκε επί δεκατέσσερις αιώνες επιφανειακά στο δάπεδο του σπηλαίου, ανέπαφο από μεταγενέστερη ανθρώπινη επέμβαση.
Σπήλαιο «Λίμνη Βουλιαγμένης». Ανθρώπινα κρανία και μακρά οστά που αποκαλύφθηκαν κατά την ανασκαφή.
Το σπήλαιο «Λίμνη Βουλιαγμένης» αναπτύσσεται σε υψόμετρο 50 μ. δυτικά της λίμνης, στην Περαχώρα, σε απόσταση περί τα 300 μ. από τον γνωστό πρωτοελλαδικό οικισμό και 500 μ. από τον δίαυλο που συνδέει τη λίμνη με τον Κορινθιακό κόλπο. Κατά τη διάρκεια σωστικής ανασκαφής που διενεργήθηκε από την Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας–Σπηλαιολογίας το 1992, αποκαλύφθηκε αρχαιολογικός ορίζοντας που περιείχε κεραμική και ανθρώπινα κατάλοιπα. Πρόκειται για οστεοφυλάκιο της Πρωτοελλαδικής περιόδου (3η χιλιετία π.Χ.), όπως τεκμηριώνεται από την κεραμική.
Καθαρισμός των τοιχωμάτων του σπηλαίου των Ανυγρίδων Νυμφών από την επιλιθική χλωρίδα με τη μέθοδο του ψεκασμού.
Τον Απρίλιο του 1963 το σπήλαιο του Λασκώ της Γαλλίας, με τις περίφημες βραχογραφίες, έκλεισε για το κοινό. Αιτία ήταν οι μικρές πράσινες κουκκίδες που παρατηρήθηκαν πάνω στην ώχρα των βραχογραφιών με τη μοναδική φωτεινότητα. Επιστήμονες διαφόρων ειδικοτήτων κατέφθασαν στο Λασκώ για να μελετήσουν και να θεραπεύσουν το σπήλαιο από την ασθένεια που το είχε προσβάλει. Από τότε πολλοί ειδικοί έχουν ασχοληθεί με το πρόβλημα του πράσινου φύκους (επιλιθική χλωρίδα), που εμφανίζεται κυρίως στα σπήλαια τα οποία έχουν αξιοποιηθεί τουριστικά, ενώ για την αντιμετώπισή του έχουν συνταχθεί πολλές μελέτες.
Στην Ελλάδα το φαινόμενο παρατηρήθηκε και μελετήθηκε σε μεγάλη έκταση σε διάφορα σπήλαια για τα οποία έχουν εκπονηθεί μελέτες επίλυσης του προβλήματος. Στην Πελοπόννησο έγινε καθαρισμός των πετρωμάτων στα σπήλαια των Ανυγρίδων Νυμφών στα Λουτρά Καϊάφα του νομού Ηλείας και στο σπήλαιο Βλυχάδας Διρού στον νομό Λακωνίας.
Γενική άποψη της νότιας, φωτεινής αίθουσας.
Το σπήλαιο Νυμφολήπτου βρίσκεται στον νότιο Υμηττό και εμπίπτει διοικητικά στον Δήμο Βάρης–Βούλας–Βουλιαγμένης. Πρόκειται για μοναδικό σε παγκόσμια κλίμακα σπήλαιο, λόγω του είδους, της έκτασης και της παλαιότητας των αρχαίων επεμβάσεων που φέρει στα τοιχώματά του. Επιγραφές και λαξεύματα που διατηρούνται —στην πλειονότητά τους— έως σήμερα αποτελούν πολύτιμη μαρτυρία για τον χρόνο που δαπάνησε και την προσπάθεια που κατέβαλε τον 5ο αιώνα π.Χ. ο καταγόμενος από τη Θήρα Αρχέδημος, προκειμένου να το μετατρέψει σε χώρο λατρείας «υπό την καθοδήγηση των Νυμφών».
Λίμνη στο τέλος του σπηλαίου Αλεπότρυπα.
Το Σπήλαιο Αλεπότρυπα ήταν γνωστό στη σύγχρονη κοινότητα που ζούσε στην περιοχή του Διρού ως ένα μικρό άνοιγμα, μία οπή, στην πλαγιά του βράχου, στην οποία έμπαιναν μικρά ζώα, όπως αλεπούδες ή κυνηγετικά σκυλιά, και ξαναεμφανίζονταν σε άλλη χρονική στιγμή. Εξ ου και το όνομά του: «Αλεπότρυπα». Εντοπίστηκε και καταγράφηκε επίσημα το 1958 από την Ελληνική Σπηλαιολογική Εταιρεία και το ζεύγος Πετροχείλου. Λόγω της έλλειψης εποπτείας από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, ενσωματώθηκε σε ένα πλάνο εκτεταμένης τουριστικής εκμετάλλευσης, σε συνδυασμό με το κοντινό σπήλαιο της Βλυχάδας ή Γλυφάδας, που είχε ήδη αναπτυχθεί ως ένα κερδοφόρο τουριστικό αξιοθέατο από τον Ελληνικό Οργανισμό Τουρισμού.