Μια νέα έκθεση με πήλινες δέλτους που βρέθηκαν στο σημερινό Ιράκ ρίχνει φως, για πρώτη φορά, στην καθημερινή ζωή των Εβραίων που είχαν εξοριστεί στη Βαβυλώνα πριν από σχεδόν 2.500 χρόνια.

Η έκθεση βασίζεται σε περισσότερες από 100 μικρές δέλτους –η καθεμιά τους δεν ξεπερνά σε μέγεθος μια παλάμη– όπου, με σφηνοειδή γραφή, περιγράφονται οι συναλλαγές και τα συμβόλαια μεταξύ των Ιουδαίων που υποχρεώθηκαν ή πείστηκαν να φύγουν από την Ιερουσαλήμ από τον βασιλιά Ναβουχοδονόσορα, γύρω στο 600 π.Χ.

Η συλλογή ανήκε σε έναν εύπορο Ισραηλινό συλλέκτη που ζει μόνιμα στο Λονδίνο. Οι αρχαιολόγοι είχαν την ευκαιρία να δουν τις δέλτους αυτές πριν από περίπου δύο χρόνια και εξεπλάγησαν ευχάριστα.

«Ήταν σαν να κερδίσαμε το τζακπότ», είπε ο έφορος της έκθεσης στο Μουσείο των Χωρών της Βίβλου, στην Ιερουσαλήμ, Φίλιπ Βουκοσάβοβιτς, που είναι ειδικός σε θέματα που αφορούν τη Βαβυλωνία, τη Σουμερία και την Ασσυρία. «Αρχίσαμε να διαβάζουμε τις δέλτους και μέσα σε λίγα λεπτά μας συνάρπασαν. Καλύπτουν ένα κρίσιμο κενό στις γνώσεις μας για τη ζωή των Ιουδαίων στη Βαβυλώνα πριν από 2.500 χρόνια», πρόσθεσε.

Ο Ναβουχοδονόσωρ, ένας πανίσχυρος βασιλιάς γνωστός και από τους Κρεμαστούς Κήπους της Βαβυλώνας, πήγε στην Ιερουσαλήμ πολλές φορές στην προσπάθειά του να επεκτείνει το βασίλειό του. Σε κάθε «επίσκεψη» –η μία συνέπεσε με την καταστροφή του πρώτου ναού της Ιερουσαλήμ το 586 π.Χ.– είτε εξανάγκαζε είτε ενθάρρυνε τους Ιουδαίους να πάνε στη Βαβυλώνα.

Σε μία από αυτές τις μεταναστεύσεις, το 587 π.Χ., περίπου 1.500 άνθρωποι έκαναν το επικίνδυνο ταξίδι, μέσω του σημερινού Λιβάνου και της Συρίας, μέχρι τις εύφορες κοιλάδες του νότιου Ιράκ όπου οι Ιουδαίοι ζούσαν από το εμπόριο και βοηθούσαν στη διοίκηση του βασιλείου.

«Ήταν ελεύθεροι να συνεχίσουν τη ζωή τους, δεν ήταν σκλάβοι», εξήγησε ο Βουκοσάβοβιτς. «Ο Ναβουχοδονόσωρ δεν ήταν ένας βάρβαρος ηγεμόνας, απ’ αυτήν την άποψη. Ήξερε ότι χρειαζόταν τους Ιουδαίους για να βοηθήσουν στην αναζωογόνηση της βαβυλωνιακής οικονομίας», πρόσθεσε.

Οι δέλτοι, στο ακκαδικό αλφάβητο, περιγράφουν εμπορικές συναλλαγές, όπως εμπόριο φρούτων και άλλων προϊόντων, τους φόρους που καταβλήθηκαν, τα χρέη που οφείλονταν και τα κέρδη που συσσωρεύονταν. Αφορούν τη ζωή τεσσάρων διαδοχικών γενεών μιας ιουδαϊκής οικογένειας, ξεκινώντας από τον πατέρα, τον Σάμακ-Γιάμα, τον γιο του, τον εγγονό του και τα πέντε παιδιά του τελευταίου. Όλοι τους είχαν βιβλικά εβραϊκά ονόματα, πολλά από τα οποία χρησιμοποιούνται μέχρι και σήμερα.

«Ξέρουμε ακόμη και τις λεπτομέρειες της κληρονομιάς των πέντε δισέγγονων. Από τη μια, πρόκειται για βαρετές λεπτομέρειες, όμως από την άλλη μαθαίνεις πάρα πολλά για το ποιοι ήταν αυτοί οι εξόριστοι άνθρωποι και πώς ζούσαν» τόνισε ο Βουκοσάβοβιτς.

Πολλοί Ιουδαίοι επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ όταν τους το επέτρεψαν οι Βαβυλώνιοι, μετά το 539 π.Χ., όμως άλλοι παρέμειναν στην πόλη αυτή και δημιούργησαν μια δραστήρια εβραϊκή κοινότητα που επιβίωσε για δυο χιλιάδες χρόνια. «Οι απόγονοι αυτών των Εβραίων επέστρεψαν στο Ισραήλ τη δεκαετία του 1950», είπε ο έφορος του μουσείου, σε μια περίοδο που πολλοί Εβραίοι της διασποράς μετανάστευαν στο νεοσύστατο κράτος από το Ιράκ, την Περσία, την Υεμένη και τη Βόρεια Αφρική.