Η Ομοιοπαθητική Μαγεία εφαρμόζει μέσω της μίμησης την αρχή ότι «το όμοιο προκαλεί το όμοιο». Η Μεταδοτική Μαγεία στηρίζεται στο «νόμο της επαφής ή της μεταδοτικότητας». Στην πράξη, οι δύο κλάδοι της μαγείας συμφύρονται στη λεγόμενη Συμπαθητική Μαγεία. Ενώ στις πρωτόγονες κοινωνίες η μαγεία ασκείται δημόσια μέσω του μάγου, όταν το γένος σπάει σε εκτεταμένες οικογένειες η προστατευτική μαγεία γίνεται ιδιωτική. Στη μαύρη μαγεία το άτομο για να προωθήσει τα συμφέροντά του προκαλεί βλάβη σε κάποιον άλλο. Τρία είναι τα βασικά στοιχεία της μαγείας: ο ήχος ή η φωνή, η κίνηση και τα σύνεργα. Αυτή είναι η ερμηνεία του Frazer από την οποία, λίγο ως πολύ, παίρνουν τις αποστάσεις τους οι Malinowski, Thomson και Thorndike, Combarieu και Marett.
Η μαντεία διακρίνεται σε «φυσική ή άτεχνη» που εκδηλώνεται κατά κανόνα μέσω της «κατοχής» του ανθρώπου από θεό ή πνεύμα (Πυθία, Κασσάνδρα, Σίβυλλα) και σε «έντεχνη ή επαγωγική» (Κάλχας, Τειρεσίας, κ.ά.). Η «έντεχνη» μαντεία υιοθέτησε την πρόκληση μέθης, έκστασης ή παράκρουσης μέσω παραισθησιογόνων φυτών ή και εκστατικού χορού. Οι Στωικοί πίστευαν ότι η ψυχή ταξιδεύει την ώρα του ύπνου και σε μια τέτοια πίστη στηρίζεται η ονειρομαντεία. Διάσημο ήταν το ονειρομαντείο του Αμφιάραου και του Τροφώνιου. Η «εγκοίμησις» (incubation) γινόταν σε χάσματα, σπηλιές ή ιερά που εξασφάλιζαν την επικοινωνία με τους νεκρούς. Στα ψυχοπομπεία (Ταίναρο) αναπτύχθηκε η «νεκρομαντεία ή νεκυομαντεία» και η τελετουργία της «ψυχαγωγίας». Ο σημαντικότερος κλάδος της έντεχνης μαντικής είναι η ορνιθομαντεία ή οιωνοσκοπία που ερμηνεύει την πτήση των πουλιών, τα κρωξίματά τους ή τα σχήματα που δημιουργούν πετώντας. Η κληδονομαντεία είναι η προφητεία που προέρχεται από φράση, λέξη, φθόγγο ή φωνή που ακούγεται τυχαία και προμηνύει αυτό ακριβώς που λέει. Διοσημίαι λέγονται τα μετεωρολογικά φαινόμενα (αστραπή, κεραυνός, βροχή) που θεωρούνται σημάδια του Δία. Οι ενόδιοι σύμβολοι, τα τυχαία συναπαντήματα, μπορεί να φέρνουν καλά ή κακά μαντάτα. Οι παλμοί, οι ακούσιες αυτόματες κινήσεις του σώματος (φτάρνισμα, λόξυγγας, παίξιμο ματιού κ.ά.), κάτι δηλώνουν. Οι οράσεις, οι πολλές μέθοδοι εμπυρομαντείας που σχετίζονται με τη θυσία ζώου, η μορφοσκοπία που αναλύει φυσικά χαρακτηριστικά του ανθρώπου, είναι άλλες μορφές μαντείας. Την ενοχή ελέγχει η θεοκρισία. Η μαγεία που προσαρμόζεται σε έναν θρησκευτικό σκοπό λέγεται θεουργία και είναι είτε τελεστική ή εκφράζεται με πνευματιστική κατοχή. Στον μαντικό σαμανισμό η ψυχή αναχωρεί προσωρινά από το σώμα.
Το αρχαιότερο μαντείο της αρχαίας Ελλάδας βρισκόταν στη Δωδώνη, όπου ο Ζευς λατρευόταν σε μια ειδική βαλανιδιά, αλλά το διασημότερο ήταν στους Δελφούς. Άλλα μαντεία ήταν της Κλάρου, του Αμφιαράου και του Τροφωνίου, του Άμμωνος Διός στη Λιβύη, των Βραγχιδών στα Δίδυμα της Μ. Ασίας, των Ερυθρών και της Κύμης στην Ιταλία.