Το Αρχαιολογικό Μουσείο Δράμας δεν είναι απλώς ένας χώρος όπου φυλάσσονται αρχαιότητες. Είναι ένας τόπος όπου η ιστορία της περιοχής αποκτά φωνή και τα ίχνη της ανθρώπινης παρουσίας, από την Παλαιολιθική εποχή έως τους νεότερους χρόνους, συνθέτουν μια ενιαία αφήγηση μνήμης και ταυτότητας. Με αφορμή τη συμπλήρωση 25 χρόνων από την ίδρυσή του, το μουσείο άνοιξε τις πόρτες του σε μια εκδήλωση που ανέδειξε τη διαδρομή, τη δυναμική και τον ρόλο του ως ζωντανού πολιτιστικού οργανισμού για τη Δράμα και την ευρύτερη περιοχή.
Το Αρχαιολογικό Μουσείο Δράμας φιλοξένησε μια σημαντική εκδήλωση στην οποία ανάμεσα σε εκθέματα που αφηγούνται χιλιάδες χρόνια ιστορίας παρουσιάστηκε το παρόν που «συνομιλεί» διαρκώς με το παρελθόν. Η προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Δράμας, Βασιλική Πουλιούδη, ανέδειξε το εύρος και τη σημασία των συλλογών του μουσείου, θέτοντας το πλαίσιο της διαδρομής του στο πέρασμα των χρόνων. «Τα ευρήματα παρουσιάζουν την ιστορία της Περιφερειακής Ενότητας Δράμας από την Παλαιολιθική εποχή έως το 1914», σημείωσε, υπενθυμίζοντας ότι πρόκειται για μια αφήγηση που ξεκινά χιλιάδες χρόνια πριν. Όπως ανέφερε, «τα αρχαιότερα ευρήματα, όπως οστά και πέτρινα εργαλεία, προέρχονται από την Καλλίφυτο και από ανασκαφές στο σπήλαιο των πηγών του ποταμού Αγγίτη, και χρονολογούνται γύρω στο 50000 π.Χ.».
Η κα Πουλιούδη στάθηκε ιδιαίτερα στα εμβληματικά εκθέματα που αποτυπώνουν την πολιτιστική ακμή της περιοχής: δείγματα αττικής αγγειοπλαστικής του 6ου και 5ου αιώνα π.Χ., μαρμάρινες προτομές του θεού Διονύσου με πολλές μαρτυρίες της λατρείας του στη Δράμα, αλλά και έναν θησαυρό νομισμάτων του βασιλιά Φιλίππου Β’ της Μακεδονίας. Σημαντικά είναι επίσης τα ευρήματα από τον αρχαίο οικισμό της Δράμας του 4ου αιώνα π.Χ., που φωτίζουν τη ζωή και την οργάνωση της αρχαίας πόλης.
Από την αρχαιότητα στους νεότερους χρόνους
Σε δηλώσεις της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κα Πουλιούδη τόνισε πως «η αφήγηση της ιστορίας δεν σταματά στην αρχαιότητα» και συνέχισε υπογραμμίζοντας πως «ο επισκέπτης ταξιδεύει στους νεότερους χρόνους μέσα και από μια φωτογραφική έκθεση που αναφέρεται στην πόλη της Δράμας, στα εκτός Δράμας αστικά κέντρα και στους ορεινούς οικισμούς, από τις αρχές της Τουρκοκρατίας έως το τέλος του 19ου αιώνα».
Στο μουσείο εκτίθενται ακόμα οθωμανικά νομίσματα, εικόνες και αρχιτεκτονικά μέλη από μεταβυζαντινούς ναούς, καθώς και σπάνιο φωτογραφικό υλικό της Δράμας και της ευρύτερης περιοχής πριν από την Απελευθέρωση του 1913.
Ξεχωριστή αναφορά έκανε στο καλυμμένο αίθριο του μουσείου, όπου, με φυσικό φωτισμό, παρουσιάζονται γλυπτά, επιτύμβιες στήλες, μιλιάρια (αρχαίες ρωμαϊκές πέτρινες στήλες που έδειχναν τις αποστάσεις) και οδοδείκτες. «Τα εκθέματα αυτά απεικονίζουν τη ζωή των αρχαίων οικισμών και τις οδικές αρτηρίες που συνέδεαν την ενδοχώρα με τη θάλασσα, αλλά και την Ανατολή με τη Δύση», υπογράμμισε. Ανάμεσα στα πολλά εκθέματα, η κα Πουλιούδη στάθηκε ιδιαίτερα στον ερυθρόμορφο κρατήρα της Προσοτσάνης. Πρόκειται για ένα αγγείο εξαιρετικής τέχνης, που χρονολογείται στο 380-370 π.Χ. και βρέθηκε σχεδόν ακέραιο το 2014 σε ανασκαφή ανατολικά της Προσοτσάνης.
Η διευθύντρια του μουσείου επισήμανε ακόμα ότι οι συλλογές εμπλουτίζονται συνεχώς και ευχαρίστησε θερμά τους ανθρώπους που όπως είπε «κατανοούν την αξία του μοιράζεσθαι στην πολιτιστική ταυτότητα του τόπου», υπογραμμίζοντας τη σημασία της συλλογικής ευθύνης.
Ιδιαίτερη ήταν και η αναφορά της στον ρόλο του μουσείου ως ενεργού πολιτιστικού φορέα: «Η ανάδειξη των καλλιτεχνών της περιοχής συνδέεται άμεσα με την ανάδειξη της ίδιας της τέχνης και του πολιτισμού μας». Όπως τόνισε, «η επίσκεψη και η ενημέρωση για τα αρχαιολογικά ευρήματα έχει να κάνει με τη γνωριμία της ταυτότητας του τόπου. Έχουμε όλοι χρέος να το διατηρήσουμε και να το αναδείξουμε ως ένα ζωντανό κύτταρο που πάντα έχει κάτι να μας προσφέρει».
Η πόλη της Δράμας και η εξέλιξη του μουσείου
Στη σημασία του μουσείου για την πόλη αναφέρθηκε και ο αντιδήμαρχος Τουρισμού του δήμου Δράμας, Γιάννης Τσακίρης, σημειώνοντας ότι αποτελεί χαρά για τη Δράμα να διαθέτει ένα μουσείο που «έχει μπει στη ζωή των ανθρώπων» και έχει αναπτύξει έντονη εξωστρέφεια. Όπως είπε, το μουσείο φέρνει τους πολίτες πιο κοντά στην ιστορία τους και λειτουργεί ως σημείο αναφοράς για μια πόλη με βαθιές ρίζες.
«Είναι σημαντικό που στην πόλη έχουμε ένα μουσείο το οποίο έχει μπει στη ζωή των ανθρώπων», σημείωσε ο κ. Τσακίρης προσθέτοντας ότι «με την εξωστρέφεια την οποία έδειξε το μουσείο τα τελευταία χρόνια κατάφερε να φέρει πολύ κόσμο πιο κοντά στην ιστορία του τόπου. Γιατί ένα μουσείο είναι μια επαφή με τη δική μας ιστορία, αλλά και τη γνωριμία με ανθρώπους του παρελθόντος, ώστε να αντιληφθούν πόσο ασήμαντοι είμαστε κι εμείς στην απεραντοσύνη του χρόνου».
Στο μέλλον και στις προοπτικές του μουσείου αναφέρθηκε ο Σάββας Δημητριάδης, αναπληρωτής διευθυντής Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Δράμας, παρουσιάζοντας ιδέες που συνδέουν το μουσείο με την εκπαίδευση, το φυσικό στοιχείο του νερού και την ανάπτυξη νέων πολιτιστικών δράσεων. Σε μια αναφορά από καρδιάς, ο κ. Δημητριάδης θυμήθηκε την πρωτεργάτρια του μουσείου, την επίτιμη Έφορο Αρχαιοτήτων Χάιδω Κουκούλη-Χρυσανθάκη, η οποία έλεγε πως η αξία των ευρημάτων δεν κρύβεται στον χρυσό, αλλά στην πέτρα, στο μάρμαρο και στον πηλό.
Ο αναπληρωτής διευθυντής της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Δράμας παρουσιάζοντας την πρότασή του για την περαιτέρω ανάπτυξη του μουσείου τόνισε πως αυτή περιλαμβάνει τη «δημιουργία ενός εργαστηρίου υδροπονίας παπύρου, όπου μέσα από ένα τέτοιο εκπαιδευτικό και πολιτιστικό σχεδιασμό, θα μπορεί να δημιουργηθεί ένα νέο «πολιτιστικό προϊόν», που θα είναι ο πάπυρος της Δράμας. Θα συνδέεται και με την ιστορία του μουσείου, αλλά και με την ανάπτυξη εκπαιδευτικών προγραμμάτων και όχι μόνο. Ένας από τους πιο βασικούς στόχους είναι να αναπτυχθεί ένα εθνικό θεματικό δίκτυο, το οποίο να συνδυάζεται με την ταυτότητα της πόλης».
Η εκδήλωση πλαισιώθηκε με τη μουσική παράσταση «Μελωδικές Ανασκαφές του Δημοτικού Ωδείου: Θεοδωράκης και Χατζιδάκις στο Φως του Μουσείου», επιβεβαιώνοντας ότι το Αρχαιολογικό Μουσείο Δράμας δεν είναι μόνο χώρος έκθεσης, αλλά ένας ζωντανός τόπος συνάντησης της ιστορίας με το παρόν.